Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ

Κατὰ Φιλίππου γ΄ (9) (6-14)

[6] Εἰ μὲν οὖν ἅπαντες ὡμολογοῦμεν Φίλιππον τῇ πόλει πολεμεῖν καὶ τὴν εἰρήνην παραβαίνειν, οὐδὲν ἄλλ᾽ ἔδει τὸν παριόντα λέγειν καὶ συμβουλεύειν ἢ ὅπως ἀσφαλέστατα καὶ ῥᾷστ᾽ αὐτὸν ἀμυνούμεθα· ἐπειδὴ δ᾽ οὕτως ἀτόπως ἔνιοι διάκεινται, ὥστε πόλεις καταλαμβάνοντος ἐκείνου καὶ πολλὰ τῶν ὑμετέρων ἔχοντος καὶ πάντας ἀνθρώπους ἀδικοῦντος ἀνέχεσθαί τινων ἐνταῖς ἐκκλησίαις λεγόντων πολλάκις ὡς ἡμῶν τινές εἰσιν οἱ ποιοῦντες τὸν πόλεμον, ἀνάγκη φυλάττεσθαι καὶ διορθοῦσθαι περὶ τούτου· [7] ἔστι γὰρ δέος μήποθ᾽ ὡς ἀμυνούμεθα γράψας τις καὶ συμβουλεύσας εἰς τὴν αἰτίαν ἐμπέσῃ τοῦ πεποιηκέναι τὸν πόλεμον. [ἐγὼ δὴ τοῦτο πρῶτον ἁπάντων λέγω καὶ διορίζομαι· εἰ ἐφ᾽ ἡμῖν ἐστι τὸ βουλεύεσθαι περὶ τοῦ πότερον εἰρήνην ἄγειν ἢ πολεμεῖν δεῖ ...]. [8] Εἰ μὲν οὖν ἔξεστιν εἰρήνην ἄγειν τῇ πόλει καὶ ἐφ᾽ ἡμῖν ἐστι τοῦτο, ἵν᾽ ἐντεῦθεν ἄρξωμαι, φήμ᾽ ἔγωγ᾽ ἄγειν ἡμᾶς δεῖν, καὶ τὸν ταῦτα λέγοντα γράφειν καὶ πράττειν καὶ μὴ φενακίζειν ἀξιῶ· εἰ δ᾽ ἕτερος τὰ ὅπλ᾽ ἐν ταῖς χερσὶν ἔχων καὶ δύναμιν πολλὴν περὶ αὑτὸν τοὔνομα μὲν τὸ τῆς εἰρήνης ὑμῖν προβάλλει, τοῖς δ᾽ ἔργοις αὐτὸς τοῖς τοῦ πολέμου χρῆται, τί λοιπὸν ἄλλο πλὴν ἀμύνεσθαι; φάσκειν δ᾽ εἰρήνην ἄγειν εἰ βούλεσθε, ὥσπερ ἐκεῖνος, οὐ διαφέρομαι. [9] εἰ δέ τις ταύτην εἰρήνην ὑπολαμβάνει, ἐξ ἧς ἐκεῖνος πάντα τἄλλα λαβὼν ἐφ᾽ ἡμᾶς ἥξει, πρῶτον μὲν μαίνεται, ἔπειτ᾽ ἐκείνῳ παρ᾽ ὑμῶν, οὐχ ὑμῖν παρ᾽ ἐκείνου τὴν εἰρήνην λέγει· τοῦτο δ᾽ ἐστὶν ὃ τῶν ἀναλισκομένων χρημάτων πάντων Φίλιππος ὠνεῖται, αὐτὸς μὲν πολεμεῖν ὑμῖν, ὑφ᾽ ὑμῶν δὲ μὴ πολεμεῖσθαι.
[10] Καὶ μὴν εἰ μέχρι τούτου περιμενοῦμεν, ἕως ἂν ἡμῖν ὁμολογήσῃ πολεμεῖν, πάντων ἐσμὲν εὐηθέστατοι· οὐδὲ γὰρ ἂν ἐπὶ τὴν Ἀττικὴν αὐτὴν βαδίζῃ καὶ τὸν Πειραιᾶ, τοῦτ᾽ ἐρεῖ, εἴπερ οἷς πρὸς τοὺς ἄλλους πεποίηκε δεῖ τεκμαίρεσθαι. [11] τοῦτο μὲν γὰρ Ὀλυνθίοις, τετταράκοντ᾽ ἀπέχων τῆς πόλεως στάδια, εἶπεν ὅτι δεῖ δυοῖν θάτερον, ἢ ἐκείνους ἐν Ὀλύνθῳ μὴ οἰκεῖν ἢ αὑτὸν ἐν Μακεδονίᾳ, πάντα τὸν ἄλλον χρόνον, εἴ τις αὐτὸν αἰτιάσαιτό τι τοιοῦτον, ἀγανακτῶν καὶ πρέσβεις πέμπων τοὺς ἀπολογησομένους· τοῦτο δ᾽ εἰς Φωκέας ὡς πρὸς συμμάχους ἐπορεύετο, καὶ πρέσβεις Φωκέων ἦσαν οἳ παρηκολούθουν αὐτῷ πορευομένῳ, καὶ παρ᾽ ἡμῖν ἤριζον οἱ πολλοὶ Θηβαίοις οὐ λυσιτελήσειν τὴν ἐκείνου πάροδον. [12] καὶ μὴν καὶ Φερὰς πρώην ὡς φίλος καὶ σύμμαχος εἰς Θετταλίαν ἐλθὼν ἔχει καταλαβών, καὶ τὰ τελευταῖα τοῖς ταλαιπώροις Ὠρείταις τουτοισὶ ἐπισκεψομένους ἔφη τοὺς στρατιώτας πεπομφέναι κατ᾽ εὔνοιαν· πυνθάνεσθαι γὰρ αὐτοὺς ὡς νοσοῦσι καὶ στασιάζουσιν, συμμάχων δ᾽ εἶναι καὶ φίλων ἀληθινῶν ἐν τοῖς τοιούτοις καιροῖς παρεῖναι. [13] εἶτ᾽ οἴεσθ᾽ αὐτόν, οἳ ἐποίησαν μὲν οὐδὲν ἂν κακόν, μὴ παθεῖν δ᾽ ἐφυλάξαντ᾽ ἂν ἴσως, τούτους μὲν ἐξαπατᾶν αἱρεῖσθαι μᾶλλον ἢ προλέγοντα βιάζεσθαι, ὑμῖν δ᾽ ἐκ προρρήσεως πολεμήσειν, καὶ ταῦθ᾽ ἕως ἂν ἑκόντες ἐξαπατᾶσθε; [14] οὐκ ἔστι ταῦτα· καὶ γὰρ ἂν ἀβελτερώτατος εἴη πάντων ἀνθρώπων, εἰ τῶν ἀδικουμένων ὑμῶν μηδὲν ἐγκαλούντων αὐτῷ, ἀλλ᾽ ὑμῶν αὐτῶν τινὰς αἰτιωμένων, ἐκεῖνος ἐκλύσας τὴν πρὸς ἀλλήλους ἔριν ὑμῶν καὶ φιλονικίαν ἐφ᾽ αὑτὸν προείποι τρέπεσθαι, καὶ τῶν παρ᾽ ἑαυτοῦ μισθοφορούντων τοὺς λόγους ἀφέλοιτο, οἷς ἀναβάλλουσιν ὑμᾶς, λέγοντες ὡς ἐκεῖνός γ᾽ οὐ πολεμεῖ τῇ πόλει.

ΔΙΗΓΗΣΗ (§§ 6-46)
[6] Αν λοιπόν όλοι συμφωνούμε ότι ο Φίλιππος πολεμάει την πόλη μας και παραβαίνει τους όρους της ειρήνης, τότε ο ρήτορας δεν θα έπρεπε να λέει και να συμβουλεύει τίποτε άλλο παρά πώς θα τον αντιμετωπίσουμε με τον πιο ασφαλή και πιο εύκολο τρόπο. Επειδή όμως μερικοί κρατούν τόσο περίεργη στάση, ώστε, ενώ εκείνος καταλαμβάνει πόλεις και κατέχει πολλά δικά μας εδάφη και αδικεί όλο τον κόσμο, να ανέχονται κάποιους να υποστηρίζουν επανειλημμένα στις συνελεύσεις ότι υπαίτιοι του πολέμου είναι κάποιοι δικοί μας, είναι ανάγκη να προφυλαχτούμε και να αποκαταστήσουμε την αλήθεια. [7] Γιατί υπάρχει φόβος, αν κάποτε προτείνει κάποιος και συμβουλεύσει πώς να αμυνθούμε, μήπως κατηγορηθεί ότι αυτός έχει προκαλέσει τον πόλεμο. Εγώ λοιπόν πρώτο από όλα λέω και προσπαθώ να ξεδιαλύνω το εξής: αν δηλαδή εξαρτάται από μας να εξετάζουμε αν πρέπει να έχουμε ειρήνη ή πόλεμο. [8] Αν λοιπόν, για να αρχίσω από εδώ, μπορεί η πόλη να έχει ειρήνη και η εκλογή αυτή εξαρτάται από μας, εγώ τουλάχιστον φρονώ ότι πρέπει να έχουμε ειρήνη και, όποιος λέει αυτά, έχω την αξίωση να κάνει συγκεκριμένη πρόταση, να ενεργεί ανάλογα και να μην κοροϊδεύει. Αν όμως ο άλλος με τα όπλα στα χέρια και με πολλή δύναμη γύρω του σας προτείνει ειρήνη για τα μάτια μόνο, ενώ ο ίδιος καταγίνεται με πολεμικές επιχειρήσεις, τι άλλο μας απομένει εκτός από το να αμυνθούμε; Αν πάλι θέλετε να ισχυρίζεστε, όπως ακριβώς εκείνος, ότι έχετε ειρήνη, δεν φέρω αντίρρηση. [9] Αν όμως κάποιος θεωρεί ειρήνη την κατάσταση εκείνη από την οποία επωφελούμενος ο Φίλιππος θα έρθει εναντίον μας, αφού προηγουμένως καταλάβει όλα τα άλλα μέρη, κατά πρώτον είναι τρελός, έπειτα αναφέρεται στην ειρήνη που υπάρχει σ᾽ εκείνον από μέρους σας, αλλ᾽ όχι από μέρους εκείνου απέναντί σας. Τούτο άλλωστε είναι εκείνο που εξαγοράζει ο Φίλιππος με όλα τα χρήματα που ξοδεύει, αυτός να σας πολεμά, εσείς όμως να μην τον πολεμάτε.
[10] Εάν πράγματι θα περιμένουμε ώσπου να παραδεχτεί ότι μας πολεμάει, θα είμαστε οι αφελέστατοι των ανθρώπων. Γιατί, αν πρέπει να κρίνουμε απ᾽ όσα έχει κάνει στους άλλους, αυτό δεν θα το πει, ούτε και αν θα βαδίσει εναντίον της ίδιας της Αττικής και του Πειραιά. [11] Για παράδειγμα, στους Ολυνθίους, μόνο όταν απείχε σαράντα στάδια από την πόλη τους, είπε ότι πρέπει ένα από τα δύο (να γίνει), ή εκείνοι να μην κατοικούν στην Όλυνθο ή ο ίδιος στη Μακεδονία, ενώ όλο τον άλλο καιρό, αν κάποιος τον κατηγορούσε για κάτι τέτοιο, αγανακτούσε και έστελνε πρέσβεις για να απολογηθούν. Εξάλλου, και προς τους Φωκείς πήγαινε σαν σε συμμάχους και μάλιστα πρέσβεις των Φωκέων τον συνόδευαν στην πορεία του· και εδώ σε μας οι περισσότεροι υποστήριζαν ότι, αν εκείνος περνούσε τα στενά, αυτό δεν θα ωφελούσε τους Θηβαίους. [12] Επίσης και τις Φερές τις κατέλαβε, και τις κατέχει ακόμη, αφού προηγουμένως πήγε στη Θεσσαλία ως φίλος και σύμμαχος· τελευταία μάλιστα σε τούτους τους ταλαίπωρους τους Ωρείτες είπε ότι από αγάπη έστελνε τους στρατιώτες για να τους προστατεύσει, γιατί είχε τάχα πληροφορίες ότι η κατάσταση στην πόλη τους ήταν νοσηρή και ότι υποφέρουν από πολιτικές αναταραχές, αλλά καθήκον συμμάχων και αληθινών φίλων είναι να συμπαρίστανται σε τέτοιες περιστάσεις. [13] Ύστερα από αυτά πιστεύετε ότι εκείνος, που ανθρώπους οι οποίοι δεν μπορούσαν να του κάνουν κανένα κακό αλλά ίσως να φυλάχθηκαν να μην πάθουν, προτίμησε μάλλον να τους εξαπατήσει παρά να τους προειδοποιήσει πριν μεταχειριστεί βία, εσάς θα σας πολεμήσει ύστερα από προειδοποίηση, και μάλιστα όταν μόνοι σας ξεγελιέστε; [14] Δεν γίνονται αυτά τα πράγματα. Γιατί, τη στιγμή που εσείς οι αδικούμενοι δεν εγείρετε κανένα παράπονο εναντίον του, αλλά κατηγορείτε κάποιους από σας τους ίδιους, θα ήταν ο πιο ανόητος από όλους τους ανθρώπους, αν, βάζοντας τέλος στις μεταξύ σας έριδες και φιλονικίες, σας προκαλούσε να στραφείτε εναντίον του, και απογύμνωνε έτσι τα μίσθαρνα όργανά του από τα επιχειρήματα με τα οποία σας κάνουν διστακτικούς, λέγοντάς σας ότι εκείνος τουλάχιστον δεν πολεμά την πόλη μας.