Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΞΕΝΟΦΩΝ

Ἑλληνικά (1.1.27-1.1.37)

[1.1.27] Ἐν δὲ τῷ χρόνῳ τούτῳ ἠγγέλθη τοῖς τῶν Συρακοσίων στρατηγοῖς οἴκοθεν ὅτι φεύγοιεν ὑπὸ τοῦ δήμου. συγκαλέσαντες οὖν τοὺς ἑαυτῶν στρατιώτας Ἑρμοκράτους προηγοροῦντος ἀπωλοφύροντο τὴν ἑαυτῶν συμφοράν, ὡς ἀδίκως φεύγοιεν ἅπαντες παρὰ τὸν νόμον· παρῄνεσάν τε προθύμους εἶναι καὶ τὰ λοιπά, ὥσπερ τὰ πρότερα, καὶ ἄνδρας ἀγαθοὺς πρὸς τὰ ἀεὶ παραγγελλόμενα, ἑλέσθαι δὲ ἐκέλευον ἄρχοντας, μέχρι ἂν ἀφίκωνται οἱ ᾑρημένοι ἀντ᾽ ἐκείνων. [1.1.28] οἱ δ᾽ ἀναβοήσαντες ἐκέλευον ἐκείνους ἄρχειν, καὶ μάλιστα οἱ τριήραρχοι καὶ οἱ ἐπιβάται καὶ οἱ κυβερνῆται. οἱ δ᾽ οὐκ ἔφασαν δεῖν στασιάζειν πρὸς τὴν ἑαυτῶν πόλιν· εἰ δέ τις ἐπικαλοίη τι αὐτοῖς, λόγον ἔφασαν χρῆναι διδόναι, μεμνημένους Ὅσας τε ναυμαχίας αὐτοὶ καθ᾽ αὑτοὺς νενικήκατε καὶ ναῦς εἰλήφατε, ὅσα τε μετὰ τῶν ἄλλων ἀήττητοι γεγόνατε ἡμῶν ἡγουμένων, τάξιν ἔχοντες τὴν κρατίστην διά τε τὴν ἡμετέραν ἀρετὴν καὶ διὰ τὴν ὑμετέραν προθυμίαν καὶ κατὰ γῆν καὶ κατὰ θάλατταν ὑπάρχουσαν. [1.1.29] οὐδενὸς δὲ οὐδὲν ἐπαιτιωμένου, δεομένων ἔμειναν ἕως ἀφίκοντο οἱ ἀντ᾽ ἐκείνων στρατηγοί, Δήμαρχός τ᾽ Ἐπικύδου καὶ Μύσκων Μενεκράτους καὶ Πόταμις Γνώσιος. τῶν δὲ τριηράρχων ὀμόσαντες οἱ πλεῖστοι κατάξειν αὐτούς, ἐπὰν εἰς Συρακούσας ἀφίκωνται, ἀπεπέμψαντο ὅποι ἐβούλοντο πάντας ἐπαινοῦντες· [1.1.30] ἰδίᾳ δὲ ‹οἱ› πρὸς Ἑρμοκράτην προσομιλοῦντες μάλιστα ἐπόθησαν τήν τε ἐπιμέλειαν καὶ προθυμίαν καὶ κοινότητα. ὧν γὰρ ἐγίγνωσκε τοὺς ἐπιεικεστάτους καὶ τριηράρχων καὶ κυβερνητῶν καὶ ἐπιβατῶν, ἑκάστης ἡμέρας πρῲ καὶ πρὸς ἑσπέραν συναλίζων πρὸς τὴν σκηνὴν τὴν ἑαυτοῦ ἀνεκοινοῦτο ὅ τι ἔμελλεν ἢ λέγειν ἢ πράττειν, κἀκείνους ἐδίδασκε κελεύων λέγειν τὰ μὲν ἀπὸ τοῦ παραχρῆμα, τὰ δὲ βουλευσαμένους. [1.1.31] ἐκ τούτων Ἑρμοκράτης τὰ πολλὰ ἐν τῷ συνεδρίῳ ηὐδόξει, λέγειν τε δοκῶν καὶ βουλεύειν τὰ κράτιστα. κατηγορήσας δὲ Τισσαφέρνους ἐν Λακεδαίμονι Ἑρμοκράτης, μαρτυροῦντος καὶ Ἀστυόχου, καὶ δόξας τὰ ὄντα λέγειν, ἀφικόμενος παρὰ Φαρνάβαζον, πρὶν αἰτῆσαι χρήματα λαβών, παρεσκευάζετο πρὸς τὴν εἰς Συρακούσας κάθοδον ξένους τε καὶ τριήρεις. ἐν τούτῳ δὲ ἧκον οἱ διάδοχοι τῶν Συρακοσίων εἰς Μίλητον καὶ παρέλαβον τὰς ναῦς καὶ τὸ στράτευμα.
[1.1.32] Ἐν Θάσῳ δὲ κατὰ τὸν καιρὸν τοῦτον στάσεως γενομένης ἐκπίπτουσιν οἱ λακωνισταὶ καὶ ὁ Λάκων ἁρμοστὴς Ἐτεόνικος. καταιτιαθεὶς δὲ ταῦτα πρᾶξαι σὺν Τισσαφέρνει Πασιππίδας ὁ Λάκων ἔφυγεν ἐκ Σπάρτης· ἐπὶ δὲ τὸ ναυτικόν, ὃ ἐκεῖνος ἡθροίκει ἀπὸ τῶν συμμάχων, ἐξεπέμφθη Κρατησιππίδας, καὶ παρέλαβεν ἐν Χίῳ. [1.1.33] περὶ δὲ τούτους τοὺς χρόνους Θρασύλλου ἐν Ἀθήναις ὄντος Ἆγις ἐκ τῆς Δεκελείας προνομὴν ποιούμενος πρὸς αὐτὰ τὰ τείχη ἦλθε τῶν Ἀθηναίων· Θράσυλλος δὲ ἐξαγαγὼν Ἀθηναίους καὶ τοὺς ἄλλους τοὺς ἐν τῇ πόλει ὄντας ἅπαντας παρέταξε παρὰ τὸ Λύκειον γυμνάσιον, ὡς μαχούμενος, ἂν προσίωσιν. [1.1.34] ἰδὼν δὲ ταῦτα Ἆγις ἀπήγαγε ταχέως, καί τινες αὐτῶν ὀλίγοι τῶν ἐπὶ πᾶσιν ὑπὸ τῶν ψιλῶν ἀπέθανον. οἱ οὖν Ἀθηναῖοι τῷ Θρασύλλῳ διὰ ταῦτα ἔτι προθυμότεροι ἦσαν ἐφ᾽ ἃ ἧκε, καὶ ἐψηφίσαντο ὁπλίτας τε αὐτὸν καταλέξασθαι χιλίους, ἱππέας δὲ ἑκατόν, τριήρεις δὲ πεντήκοντα. [1.1.35] Ἆγις δὲ ἐκ τῆς Δεκελείας ἰδὼν πλοῖα πολλὰ σίτου εἰς Πειραιᾶ καταθέοντα, οὐδὲν ὄφελος ἔφη εἶναι τοὺς μετ᾽ αὐτοῦ πολὺν ἤδη χρόνον Ἀθηναίους εἴργειν τῆς γῆς, εἰ μή τις σχήσοι καὶ ὅθεν ὁ κατὰ θάλατταν σῖτος φοιτᾷ· κράτιστόν τε εἶναι καὶ Κλέαρχον τὸν Ῥαμφίου πρόξενον ὄντα Βυζαντίων πέμψαι εἰς Καλχηδόνα τε καὶ Βυζάντιον. [1.1.36] δόξαντος δὲ τούτου, πληρωθεισῶν νεῶν ἔκ τε Μεγάρων καὶ παρὰ τῶν ἄλλων συμμάχων πεντεκαίδεκα στρατιωτίδων μᾶλλον ἢ ταχειῶν ᾤχετο. καὶ αὐτοῦ τῶν νεῶν τρεῖς ἀπόλλυνται ἐν τῷ Ἑλλησπόντῳ ὑπὸ τῶν Ἀττικῶν ἐννέα νεῶν, αἳ ἀεὶ ἐνταῦθα τὰ πλοῖα διεφύλαττον, αἱ δ᾽ ἄλλαι ἔφυγον εἰς †Σηστόν, ἐκεῖθεν δὲ εἰς Βυζάντιον ἐσώθησαν. [1.1.37] [καὶ ὁ ἐνιαυτὸς ἔληγεν, ἐν ᾧ Καρχηδόνιοι Ἀννίβα ἡγουμένου στρατεύσαντες ἐπὶ Σικελίαν δέκα μυριάσι στρατιᾶς αἱροῦσιν ἐν τρισὶ μησὶ δύο πόλεις Ἑλληνίδας Σελινοῦντα καὶ Ἱμέραν.]

[1.1.27] Την ίδια εποχή ήρθε είδηση στους Συρακουσίους στρατηγούς από την πατρίδα τους ότι η δημοκρατική μερίδα τούς εξόριζε. Τότε εκείνοι συγκέντρωσαν τους στρατιώτες τους κι ο Ερμοκράτης, μιλώντας στ᾽ όνομα ολωνών τους, παραπονέθηκε για το άδικο της συμφοράς που τους έβρισκε — να τους εξορίζουν όλους μαζί, αντίθετα με τον νόμο. Συμβούλεψαν μολοντούτο τους στρατιώτες να διατηρήσουν το ίδιο υψηλό φρόνημα, την αρετή και την πειθαρχία τους. Τους είπαν ακόμη να εκλέξουν προσωρινούς αρχηγούς, ώσπου να ᾽ρθουν εκείνοι που είχαν οριστεί για διάδοχοί τους.
[1.1.28] Όταν ο στρατός —και ιδίως οι τριήραρχοι, οι πεζοναύτες κι οι κυβερνήτες— τους φώναξε να μείνουν εκείνοι αρχηγοί, αποκρίθηκαν ότι δεν ταίριαζε να στασιάσουν εναντίον της ίδιας τους της πόλης· κι αν μάλιστα ήθελε κάποιος να τους κατηγορήσει για οτιδήποτε, ήταν έτοιμοι να λογοδοτήσουν. «Θυμηθείτε», τους είπαν, «πόσες ναυμαχίες κερδίσατε και πόσα πλοία αιχμαλωτίσατε πολεμώντας μονάχοι, και πόσο ανίκητοι σταθήκατε μαζί με τους συμμάχους μας και μ᾽ εμάς αρχηγούς. Και στη στεριά και στη θάλασσα βρεθήκατε πάντα στην πιο τιμητική θέση, χάρη στη δική μας αξία, αλλά και στη δική σας λεβεντιά!» [1.1.29] Ωστόσο κανένας δεν παραπονέθηκε για τίποτα, και με τα πολλά παρακάλια οι στρατηγοί δέχτηκαν να μείνουν ώς τη στιγμή που θα έρχονταν οι αντικαταστάτες τους — ο Δήμαρχος του Επικύδη, ο Μύσκων του Μενεκράτη κι ο Πόταμις του Γνώσιος. Οι πιο πολλοί τριήραρχοι ορκίστηκαν πως όταν γύριζαν στις Συρακούσες θα τους έφερναν πίσω από την εξορία, και τους ξεπροβόδισαν όλους με επαινετικά λόγια καθώς έφευγαν όπου ήθελε ο καθένας τους. [1.1.30] Περισσότερο απ᾽ όλους λυπήθηκαν όσοι είχαν να κάνουν με τον Ερμοκράτη, που θα ᾽χαναν τη φροντίδα, την αφοσίωση και την απλότητά του: κάθε πρωί και κάθε βράδυ συγκέντρωνε κοντά στη σκηνή του τους πιο ικανούς τριηράρχους, κυβερνήτες και πεζοναύτες και τους ανακοίνωνε τις αγορεύσεις και τις επιχειρήσεις που σχεδίαζε· τους έκανε και διδασκαλία, βάζοντάς τους να μιλάνε — άλλοτε αυτοσχεδιάζοντας κι άλλοτε προετοιμασμένοι. [1.1.31] (Αυτά εξηγούν και το γόητρο του Ερμοκράτη στο συμμαχικό συμβούλιο — είχε τη φήμη του καλύτερου ρήτορα και του πιο γνωστικού συμβούλου.) Ο Ερμοκράτης είχε κάποτε καταγγείλει τον Τισσαφέρνη στη Σπάρτη, με μάρτυρα τον Αστύοχο, κι είχε γίνει πιστευτός· για τούτο πήγε τώρα να βρει τον Φαρνάβαζο, που του ᾽δωσε αμέσως χρήματα πριν καλά καλά του τα ζητήσει· μ᾽ αυτά ο Ερμοκράτης άρχισε να συγκροτεί μισθοφορικό στρατό και ναυτικό για να γυρίσει στις Συρακούσες. Στο μεταξύ έφτασαν στη Μίλητο οι καινούριοι στρατηγοί των Συρακουσίων και παρέλαβαν τον στρατό και τον στόλο.
[1.1.32] Εκείνο τον καιρό μια επανάσταση στη Θάσο είχε σαν αποτέλεσμα να εκδιωχθούν οι φίλοι των Λακώνων και ο Λάκων αρμοστής Ετεόνικος. Ο Λάκων Πασιππίδας θεωρήθηκε υπεύθυνος γι᾽ αυτό, μαζί με τον Τισσαφέρνη, και τον εξόρισαν από τη Σπάρτη. Στη θέση του τοποθετήθηκε ο Κρατησιππίδας, και παρέλαβε στη Χίο τα πλοία που ᾽χε συγκεντρώσει ο προκάτοχός του από τους συμμάχους.
[1.1.33] Την ίδια πάνω κάτω εποχή, κι ενώ ο Θράσυλλος βρισκόταν στην Αθήνα, ο Άγις ξεκίνησε από τη Δεκέλεια να συλλέξει τροφές κι έφτασε ώς τα ίδια τα τείχη της Αθήνας. Τότε ο Θράσυλλος έβγαλε από την πόλη όλους τους αξιόμαχους κατοίκους —Αθηναίους κι άλλους— και τους παρέταξε κοντά στο Λύκειο, έτοιμους για μάχη αν πλησίαζαν οι Λακεδαιμόνιοι. [1.1.34] Βλέποντάς το αυτό ο Άγις αποτραβήχτηκε αμέσως, και το ελαφρύ πεζικό των Αθηναίων σκότωσε μερικούς από την οπισθοφυλακή του. Ύστερα από τούτο οι Αθηναίοι φάνηκαν πιο πρόθυμοι να δώσουν στον Θράσυλλο αυτά που είχε έρθει να ζητήσει και τον εξουσιοδότησαν με ψήφισμα να διαλέξει και να πάρει χίλιους οπλίτες, εκατό ιππείς και πενήντα πολεμικά.
[1.1.35] Ωστόσο ο Άγις, βλέποντας από τη Δεκέλεια να ᾽ρχονται στον Πειραιά πολλά καράβια με στάρι, δήλωσε πως τίποτα δεν ωφελούσε ο αποκλεισμός που τόσον καιρό έκαναν στην Αθήνα από τη στεριά, όσο δεν κατόρθωναν να καταλάβουν τις περιοχές απ᾽ όπου ερχόταν το στάρι: το καλύτερο που είχαν να κάνουν ήταν να στείλουν στην Καλχηδόνα και στο Βυζάντιο τον Κλέαρχο του Ραμφία, που ήταν πρόξενος του Βυζαντίου. Η πρόταση έγινε δεκτή, κι ο Κλέαρχος έκανε πανιά με δεκαπέντε πλοία —μεταγωγικά μάλλον παρά ταχύπλοα— και πληρώματα από τα Μέγαρα κι άλλες συμμαχικές πόλεις. [1.1.36] Τα εννιά αττικά πολεμικά που επιτηρούσαν μόνιμα την εμπορική ναυτιλία στον Ελλήσποντο βούλιαξαν τα τρία απ᾽ αυτά, τ᾽ άλλα όμως κατέφυγαν στη Σηστό κι από κει έφτασαν απείραχτα στο Βυζάντιο.
[1.1.37] [Έτσι, τέλειωσε η χρονιά όπου οι Καρχηδόνιοι εξεστράτευσαν στη Σικελία μ᾽ εκατό χιλιάδες στρατό κι αρχηγό τον Αννίβα, και μέσα σε τρεις μήνες κυρίεψαν δύο ελληνικές πόλεις, τον Σελινούντα και την Ιμέρα].