Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ

Κύκλωψ (608-623)


ΧΟΡΙΚΟΝ ΤΡΙΤΟΝ


ΧΟ. λήψεται τὸν τράχηλον
ἐντόνως ὁ καρκίνος
610τοῦ ξενοδαιτυμόνος· πυρὶ γὰρ τάχα
φωσφόρους ὀλεῖ κόρας.
ἤδη δαλὸς ἠνθρακωμένος
615κρύπτεται ἐς σποδιάν, δρυὸς ἄσπετον
ἔρνος. ἀλλ᾽ ἴτω Μάρων, πρασσέτω,
μαινομένου ᾽ξελέτω βλέφαρον
Κύκλωπος, ὡς πίηι κακῶς.
620κἀγὼ τὸν φιλοκισσοφόρον Βρόμιον
ποθεινὸν εἰσιδεῖν θέλω,
Κύκλωπος λιπὼν ἐρημίαν·
ἆρ᾽ ἐς τοσόνδ᾽ ἀφίξομαι;


ΤΡΙΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟΥ ΧΟΡΟΥ


ΧΟΡ. Γεμάτα απ᾽ τον λαιμό θα τον αρπάξει
τον αφιλόξενον ανθρωποφάγο η πυράγρα·
610το μάτι του, που βλέπει φως, θα του το φάει η φλόγα.
Κρυμμένος μες στην ανθρακιά τον περιμένει
κλάδος πελώριος από δρυ,
615δαυλί πυρακτωμένο.
Εμπρός, θεούλη του κρασιού, έλα, προχώρα,
ξερίζωσε του λυσσασμένου Κύκλωπα το μάτι·
ξινό και μαύρο θενα του βγει το κρασί.
620Κι εγώ τον Βάκχο μου στεφανωμένο με κισσό,
που τόσο μου ᾽χει λείψει, να τον ξανάβρω λαχταρώ,
να φύγω από τούτη την κυκλώπεια ερημιά.
Άραγε θά ᾽ρθει, θα φανεί άραγε κείνη η μέρα;