Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ

Περὶ τοῦ στεφάνου (18) (85-92)


[85] Ἔστιν οὖν ὅστις ὑμῶν οἶδέ τιν᾽ αἰσχύνην τῇ πόλει συμβᾶσαν διὰ τοῦτο τὸ ψήφισμα ἢ χλευασμὸν ἢ γέλωτα, ἃ νῦν οὗτος ἔφη συμβήσεσθαι, ἂν ἐγὼ στεφανῶμαι; καὶ μὴν ὅταν ᾖ νέα καὶ γνώριμα πᾶσι τὰ πράγματα, ἐάν τε καλῶς ἔχῃ, χάριτος τυγχάνει, ἐάν θ᾽ ὡς ἑτέρως, τιμωρίας. φαίνομαι τοίνυν ἐγὼ χάριτος τετυχηκὼς τότε, καὶ οὐ μέμψεως οὐδὲ τιμωρίας.
[86] Οὐκοῦν μέχρι μὲν τῶν χρόνων ἐκείνων, ἐν οἷς ταῦτ᾽ ἐπράχθη, πάντ᾽ ἀνωμολόγημαι τὰ ἄριστα πράττειν τῇ πόλει, τῷ νικᾶν, ὅτ᾽ ἐβουλεύεσθε, λέγων καὶ γράφων, τῷ καταπραχθῆναι τὰ γραφέντα, καὶ στεφάνους ἐξ αὐτῶν τῇ πόλει καὶ ἐμοὶ καὶ πᾶσιν γενέσθαι, τῷ θυσίας τοῖς θεοῖς καὶ προσόδους ὡς ἀγαθῶν τούτων ὄντων ὑμᾶς πεποιῆσθαι.
[87] Ἐπειδὴ τοίνυν ἐκ τῆς Εὐβοίας ὁ Φίλιππος ὑφ᾽ ὑμῶν ἐξηλάθη τοῖς [μὲν] ὅπλοις, τῇ δὲ πολιτείᾳ καὶ τοῖς ψηφίσμασι, κἂν διαρραγῶσί τινες τούτων, ὑπ᾽ ἐμοῦ, ἕτερον κατὰ τῆς πόλεως ἐπιτειχισμὸν ἐζήτει. ὁρῶν δ᾽ ὅτι σίτῳ πάντων ἀνθρώπων πλείστῳ χρώμεθ᾽ ἐπεισάκτῳ, βουλόμενος τῆς σιτοπομπίας κύριος γενέσθαι, παρελθὼν ἐπὶ Θρᾴκης Βυζαντίους συμμάχους ὄντας αὑτῷ τὸ μὲν πρῶτον ἠξίου συμπολεμεῖν τὸν πρὸς ὑμᾶς πόλεμον, ὡς δ᾽ οὐκ ἤθελον οὐδ᾽ ἐπὶ τούτοις ἔφασαν τὴν συμμαχίαν πεποιῆσθαι, λέγοντες ἀληθῆ, χάρακα βαλόμενος πρὸς τῇ πόλει καὶ μηχανήματ᾽ ἐπιστήσας ἐπολιόρκει. [88] τούτων δὲ γιγνομένων ὅ τι μὲν προσῆκε ποιεῖν ὑμᾶς, οὐκ ἐπερωτήσω· δῆλον γάρ ἐστιν ἅπασιν. ἀλλὰ τίς ἦν ὁ βοηθήσας τοῖς Βυζαντίοις καὶ σώσας αὐτούς; τίς ὁ κωλύσας τὸν Ἑλλήσποντον ἀλλοτριωθῆναι κατ᾽ ἐκείνους τοὺς χρόνους; ὑμεῖς, ἄνδρες Ἀθηναῖοι. τὸ δ᾽ ὑμεῖς ὅταν λέγω, τὴν πόλιν λέγω. τίς δ᾽ ὁ τῇ πόλει λέγων καὶ γράφων καὶ πράττων καὶ ἁπλῶς ἑαυτὸν εἰς τὰ πράγματ᾽ ἀφειδῶς δούς; ἐγώ. [89] ἀλλὰ μὴν ἡλίκα ταῦτ᾽ ὠφέλησεν ἅπαντας, οὐκέτ᾽ ἐκ τοῦ λόγου δεῖ μαθεῖν, ἀλλ᾽ ἔργῳ πεπείρασθε· ὁ γὰρ τότ᾽ ἐνστὰς πόλεμος ἄνευ τοῦ καλὴν δόξαν ἐνεγκεῖν ἐν πᾶσι τοῖς κατὰ τὸν βίον ἀφθονωτέροις καὶ εὐωνοτέροις διῆγεν ὑμᾶς τῆς νῦν εἰρήνης, ἣν οὗτοι κατὰ τῆς πατρίδος τηροῦσιν οἱ χρηστοί, ἐπὶ ταῖς μελλούσαις ἐλπίσιν, ὧν διαμάρτοιεν, καὶ μετάσχοιεν ὧν ὑμεῖς οἱ τὰ βέλτιστα βουλόμενοι τοὺς θεοὺς αἰτεῖτε, μὴ μεταδοῖεν ὑμῖν ὧν αὐτοὶ προῄρηνται. Λέγε δ᾽ αὐτοῖς καὶ τοὺς τῶν Βυζαντίων στεφάνους καὶ τοὺς τῶν Περινθίων, οἷς ἐστεφάνουν ἐκ τούτων τὴν πόλιν.

ΨΗΦΙΣΜΑ ΒΥΖΑΝΤΙΩΝ.
[90] [Ἐπὶ ἱερομνάμονος Βοσπορίχω Δαμάγητος ἐν τᾷ ἁλίᾳ ἔλεξεν, ἐκ τᾶς βωλᾶς λαβὼν ῥήτραν· ἐπειδὴ ὁ δᾶμος ὁ Ἀθαναίων ἔν τε τοῖς προγεναμένοις καιροῖς εὐνοέων διατελεῖ Βυζαντίοις καὶ τοῖς συμμάχοις καὶ συγγενέσι Περινθίοις καὶ πολλὰς καὶ μεγάλας χρείας παρέσχηται, ἔν τε τῷ παρεστακότι καιρῷ Φιλίππω τῶ Μακεδόνος ἐπιστρατεύσαντος ἐπὶ τὰν χώραν καὶ τὰν πόλιν ἐπ᾽ ἀναστάσει Βυζαντίων καὶ Περινθίων καὶ τὰν χώραν δαίοντος καὶ δενδροκοπέοντος, βοαθήσας πλοίοις ἑκατὸν καὶ εἴκοσι καὶ σίτῳ καὶ βέλεσι καὶ ὁπλίταις ἐξείλετο ἁμὲ ἐκ τῶν μεγάλων κινδύνων καὶ ἀποκατέστασε τὰν πάτριον πολιτείαν καὶ τὼς νόμως καὶ τὼς τάφως, [91] δεδόχθαι τῷ δάμῳ τῷ Βυζαντίων καὶ Περινθίων Ἀθαναίοις δόμεν ἐπιγαμίαν, πολιτείαν, ἔγκτασιν γᾶς καὶ οἰκιᾶν, προεδρίαν ἐν τοῖς ἀγῶσι, πόθοδον ποτὶ τὰν βωλὰν καὶ τὸν δᾶμον πράτοις πεδὰ τὰ ἱερά, καὶ τοῖς κατοικεῖν ἐθέλουσι τὰν πόλιν ἀλειτουργήτοις ἦμεν πασᾶν τᾶν λειτουργιᾶν· στᾶσαι δὲ καὶ εἰκόνας τρεῖς ἑκκαιδεκαπάχεις ἐν τῷ Βοσπορείῳ, στεφανούμενον τὸν δᾶμον τὸν Ἀθαναίων ὑπὸ τῶ δάμω τῶ Βυζαντίων καὶ Περινθίων· ἀποστεῖλαι δὲ καὶ θεαρίας ἐς τὰς ἐν τᾷ Ἑλλάδι παναγύριας, Ἴσθμια καὶ Νέμεα καὶ Ὀλύμπια καὶ Πύθια, καὶ ἀνακαρῦξαι τὼς στεφάνως οἷς ἐστεφάνωται ὁ δᾶμος ὁ Ἀθαναίων ὑφ᾽ ἁμέων, ὅπως ἐπιστέωνται οἱ Ἕλλανες τάν τε Ἀθαναίων ἀρετὰν καὶ τὰν Βυζαντίων καὶ Περινθίων εὐχαριστίαν.]
[92] Λέγε καὶ τοὺς παρὰ τῶν ἐν Χερρονήσῳ στεφάνους.

ΨΗΦΙΣΜΑ ΧΕΡΡΟΝΗΣΙΤΩΝ.
[Χερρονησιτῶν οἱ κατοικοῦντες Σηστόν, Ἐλαιοῦντα, Μάδυτον, Ἀλωπεκόννησον, στεφανοῦσιν Ἀθηναίων τὴν βουλὴν καὶ τὸν δῆμον χρυσῷ στεφάνῳ ἀπὸ ταλάντων ἑξήκοντα, καὶ Χάριτος βωμὸν ἱδρύονται καὶ Δήμου Ἀθηναίων, ὅτι πάντων ‹τῶν› μεγίστων ἀγαθῶν παραίτιος γέγονε Χερρονησίταις, ἐξελόμενος ἐκ τῆς Φιλίππου καὶ ἀποδοὺς τὰς πατρίδας, τοὺς νόμους, τὴν ἐλευθερίαν, τὰ ἱερά. καὶ ἐν τῷ μετὰ ταῦτα αἰῶνι παντὶ οὐκ ἐλλείψει εὐχαριστῶν καὶ ποιῶν ὅ τι ἂν δύνηται ἀγαθόν. ταῦτα ἐψηφίσαντο ἐν τῷ κοινῷ βουλευτηρίῳ.]


[85] Υπάρχει λοιπόν κανένας από σας που να ξέρει ότι εξαιτίας αυτού του ψηφίσματος υπέστη η πόλη κάποια ντροπή ή χλευασμό ή περίγελο, ταπεινώσεις που ισχυριζόταν τώρα αυτός ότι θα υποστεί, αν εγώ τιμηθώ με στεφάνι; Όταν μάλιστα οι πράξεις είναι πρόσφατες και γνωστές σε όλους, ανταμείβονται με ευγνωμοσύνη, εφόσον είναι καλές, ενώ με τιμωρία, όταν είναι κακές. Και είναι φανερό ότι τότε εγώ είχα αποκομίσει ευγνωμοσύνη και δεν θεωρήθηκα άξιος μομφής ούτε και κατηγορίας.
[86] Συνεπώς, μέχρι την εποχή εκείνη που συνέβησαν αυτά, είναι κοινώς αποδεκτό ότι όλες οι ενέργειές μου ήταν οι καλύτερες για την πόλη με το να υπερισχύουν στις συνελεύσεις οι λόγοι και οι προτάσεις μου, με το να γίνουν πράξη οι εισηγήσεις μου, με το να απονεμηθούν χάρη σ᾽ αυτές στεφάνια στην πόλη, σ᾽ εμένα και σε όλους εσάς, και τέλος με το να έχετε κάνει πομπές με την πίστη ότι αυτές οι ενέργειες ήταν οι ενδεδειγμένες.
[87] Όταν λοιπόν διώχτηκε ο Φίλιππος από την Εύβοια από σας μεν με τα όπλα, από μένα όμως, παρόλο που μερικοί από αυτούς θα σκάσουν από το κακό τους, με την πολιτική και τα ψηφίσματά μου, έψαχνε για άλλη βάση εξόρμησης των επιχειρήσεών του εναντίον της πόλης μας. Και βλέποντας ότι καταναλώνουμε εισαγόμενα σιτηρά περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη πόλη και θέλοντας να έχει υπό τον έλεγχό του τους διαύλους της μεταφοράς των σιτηρών, προχώρησε προς τη Θράκη και το πρώτο που αξίωσε από τους Βυζαντίους, τους συμμάχους του, ήταν να σταθούν στο πλευρό του στον πόλεμο εναντίον σας. Επειδή όμως εκείνοι αρνήθηκαν και ισχυρίζονταν ότι δεν είχαν κάνει τη συμμαχία με αυτούς τους όρους, και αυτή ήταν η αλήθεια, έριξε ανάχωμα κοντά στην πόλη, έστησε πολιορκητικές μηχανές και άρχισε την πολιορκία. [88] Τί έπρεπε να κάνετε εσείς όταν γίνονταν αυτά, δεν θα ρωτήσω, γιατί είναι γνωστό σε όλους. Αλλά ποιός βοήθησε του Βυζαντίους και τους έσωσε; Ποιός εμπόδισε να πέσει ο Ελλήσποντος σε ξένα χέρια εκείνη την εποχή; Εσείς, Αθηναίοι. Και όταν λέω εσείς, εννοώ η πόλη. Ποιός όμως ήταν αυτός που συμβούλευε την πόλη, έκανε προτάσεις, ανελάμβανε δράση και γενικά έδωσε τον εαυτό του ανεπιφύλακτα στην υπόθεση αυτή; Εγώ. [89] Και δεν χρειάζονται πια λόγια για να μάθετε πόσο ωφέλησαν όλους αυτές οι ενέργειες, αλλά έχετε ήδη προσωπική εμπειρία του πράγματος. Γιατί ο πόλεμος που ξέσπασε τότε, εκτός από την ωραία δόξα που σας απέφερε, σας έκανε να ζείτε με αφθονότερα και φθηνότερα τα αναγκαία για τη ζωή από ό,τι απολαμβάνετε στη σημερινή ειρήνη που αυτοί εδώ «οι ενάρετοι» τηρούν εις βάρος της πατρίδας, αποβλέποντας σε μελλοντικές προσδοκίες. Μακάρι να πέσουν έξω σ᾽ αυτές, μακάρι να γίνουν κοινωνοί αυτών που εσείς, οι οποίοι έχετε τις καλύτερες προθέσεις για την πόλη, ζητάτε από τους θεούς να τους βρουν. Μακάρι να μη δώσουν σε σας μερίδιο από αυτά που έχουν βάλει σκοπό να κάνουν. Διάβασε, γραμματέα, σ᾽ αυτούς και τα στεφάνια των Βυζαντίων και των Περινθίων, με τα οποία στεφάνωναν την πόλη γι᾽ αυτές τις υπηρεσίες.

ΨΗΦΙΣΜΑ ΒΥΖΑΝΤΙΩΝ
[90] [Επί ιερομνήμονος Βοσπορίχου, ο Δαμάγητος με προβούλευμα της Βουλής πρότεινε στη Συνέλευση: επειδή ο Λαός των Αθηναίων και στο παρελθόν διακατεχόταν και τώρα διακατέχεται σταθερά από φιλικά αισθήματα προς τους Βυζαντίους και τους συμμάχους και συγγενείς τους Περινθίους και έχει προσφέρει σ᾽ αυτούς πολλές και μεγάλες υπηρεσίες, και πρόσφατα, όταν ο Φίλιππος ο Μακεδόνας εξεστράτευσε εναντίον της χώρας και της πόλης μας με σκοπό τον αφανισμό τους και, όταν έκαιε και ερήμωνε τη χώρα, βοηθώντας μας με εκατόν είκοσι σκάφη, προμήθειες, όπλα και στρατό, μας έβγαλε από μεγάλους κινδύνους και αποκατέστησε το πατροπαράδοτο πολίτευμα και τους νόμους και προστάτευσε τους τάφους των πατέρων μας, [91] ας αποφασίσει ο Λαός των Βυζαντίων και των Περινθίων να δώσουμε στους Αθηναίους δικαιώματα επιγαμίας, πολιτικά δικαιώματα, δικαιώματα απόκτησης γης και οικιών, πρωτοκαθεδρία στους αγώνες, δυνατότητα εισόδου στη Βουλή και στη Συνέλευση του Λαού αμέσως μετά τις θυσίες και ατέλεια από όλες τις προς την πόλη υποχρεώσεις σε όσους θέλουν να εγκατασταθούν στην πόλη μας. Να στήσουμε σύμπλεγμα τριών αγαλμάτων ύψους δεκαέξι πήχεων στο Βοσπόριο που να παριστάνει τον Λαό των Αθηναίων να στεφανώνεται από τον Λαό των Βυζαντίων και Περινθίων· να στείλουμε και αντιπροσώπους στις Πανελλήνιες γιορτές, τα Ίσθμια, τα Νέμεα, τα Ολύμπια και τα Πύθια και να ανακοινώσουν δημόσια τα στεφάνια με τα οποία έχουμε τιμήσει τον Λαό των Αθηναίων, για να μάθουν οι Έλληνες την αρετή των Αθηναίων και την προς αυτούς ευγνωμοσύνη των Βυζαντίων και των Περινθίων] .

[92] Διάβασε, γραμματέα, και για τα εκ μέρους των Χερρονησιτών στεφάνια.

ΨΗΦΙΣΜΑ ΧΕΡΡΟΝΗΣΙΤΩΝ
[Όσοι από τους Χερρονησίτες κατοικούν στη Σηστό, στον Ελεούντα, στη Μάδυτο και στην Αλωπεκόννησο στεφανώνουν τη Βουλή και τον Λαό των Αθηναίων με χρυσό στεφάνι αξίας εξήντα ταλάντων και ιδρύουν βωμό στη Χάρη και στον Λαό των Αθηναίων που έχει γίνει αιτία των πιο μεγάλων αγαθών για τους Χερρονησίτες γλιτώνοντάς τους από τα χέρια του Φιλίππου και δίνοντας στον καθένα τους πίσω την πατρίδα, τους νόμους, την ελευθερία και τα ιερά. Γι᾽ αυτό οι Χερρονησίτες δεν θα παύσουν αιώνια να τους ευγνωμονούν και να κάνουν ό,τι καλό μπορούν. Αυτά αποφάσισαν στο κοινό Βουλευτήριο].