Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ

Ἁλιεὺς ἢ Ἀναβιοῦντες (38-39)


ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ
[38] Μετάστηθι, ὦ Παρρησιάδη· ἔτι πορρωτέρω. τί ποιῶμεν ἡμεῖς; πῶς ὑμῖν εἰρηκέναι ἁνὴρ ἔδοξεν;
ΑΛΗΘΕΙΑ
Ἐγὼ μέν, ὦ Φιλοσοφία, μεταξὺ λέγοντος αὐτοῦ κατὰ τῆς γῆς δῦναι εὐχόμην· οὕτως ἀληθῆ πάντα εἶπεν. ἐγνώριζον γοῦν ἀκούουσα ἕκαστον τῶν ποιούντων αὐτὰ καὶ ἐφήρμοζον μεταξὺ τοῖς λεγομένοις, τοῦτο μὲν εἰς τόνδε, τοῦτο δὲ ὁ δεῖνα ποιεῖ· καὶ ὅλως ἔδειξε τοὺς ἄνδρας ἐναργῶς καθάπερ ἐπί τινος γραφῆς τὰ πάντα προσεοικότας, οὐ τὰ σώματα μόνον ἀλλὰ καὶ τὰς ψυχὰς αὐτὰς εἰς τὸ ἀκριβέστατον ἀπεικάσας.
ΑΡΕΤΗ
Κἀγὼ πάνυ ἠρυθρίασα ἡ Ἀρετή.
ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ
Ὑμεῖς δὲ τί φατέ;
ΠΛΑΤΩΝ
Τί δὲ ἄλλο ἢ ἀφεῖσθαι αὐτὸν τοῦ ἐγκλήματος καὶ φίλον ἡμῖν καὶ εὐεργέτην ἀναγεγράφθαι; τὸ γοῦν τῶν Ἰλιέων ἀτεχνῶς πεπόνθαμεν· τραγῳδόν τινα τοῦτον ἐφ᾽ ἡμᾶς κεκινήκαμεν ᾀσόμενον τὰς Φρυγῶν συμφοράς. ᾀδέτω δ᾽ οὖν καὶ τοὺς θεοῖς ἐχθροὺς ἐκτραγῳδείτω.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
Καὶ αὐτός, ὦ Φιλοσοφία, πάνυ ἐπαινῶ τὸν ἄνδρα καὶ ἀνατίθεμαι τὰ κατηγορούμενα καὶ φίλον ποιοῦμαι αὐτὸν γενναῖον ὄντα.
ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ
[39] Εὖ ἔχει· πρόσιθι Παρρησιάδη· ἀφίεμέν σε τῆς αἰτίας, καὶ ἁπάσαις κρατεῖς, καὶ τὸ λοιπὸν ἴσθι ἡμέτερος ὤν.
ΠΑΡΡΗΣΙΑΔΗΣ
Προσεκύνησα τήν γε πρώτην· μᾶλλον δέ, τραγικώτερον αὐτὸ ποιήσειν μοι δοκῶ· σεμνότερον γάρ·
ὦ μέγα σεμνὴ Νίκη, τὸν ἐμὸν
βίοτον κατέχοις
καὶ μὴ λήγοις στεφανοῦσα.
ΑΡΕΤΗ
Οὐκοῦν δευτέρου κρατῆρος ἤδη καταρχώμεθα· προσκαλῶμεν κἀκείνους, ὡς δίκην ὑπόσχωσιν ἀνθ᾽ ὧν εἰς ἡμᾶς ὑβρίζουσι· κατηγορήσει δὲ Παρρησιάδης ἑκάστου.
ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ
Ὀρθῶς, ὦ Ἀρετή, ἔλεξας. ὥστε σύ, παῖ Συλλογισμέ, κατακύψας εἰς τὸ ἄστυ προσκήρυττε τοὺς φιλοσόφους.


ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ
[38] Μπορείς να αποχωρήσεις, Παρρησιάδη. Ακόμη μακρύτερα. Τί θα κάνουμε εμείς; Πώς σας φάνηκε η ομιλία του ανθρώπου;
ΑΛΗΘΕΙΑ
Εγώ, Φιλοσοφία, όσο αυτός μιλούσε, ευχόμουν να ανοίξει η γη να με καταπιεί· τόσο αληθινά ήταν όλα όσα είπε. Αναγνώριζα βέβαια, καθώς άκουγα, τον καθέναν απ᾽ όσους είχαν τέτοια συμπεριφορά, και ταυτόχρονα συνταίριαζα τα λεγόμενα: αυτό ταιριάζει στον τάδε, το άλλο πάλι το κάνει εκείνος. Με δυο λόγια, παρουσίασε τους ανθρώπους ξεκάθαρα, σαν να βρίσκονταν σε μια ζωγραφιά που τους έμοιαζε σε όλα, απεικονίζοντας όχι μόνο τα σώματά τους, αλλά και τις ίδιες τις ψυχές τους με τη μεγαλύτερη ακρίβεια.
ΣΩΦΡΟΣΥΝΗ
Κι εγώ, Αρετή μου, κατακοκκίνισα.
ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ
Εσείς τί λέτε;
ΠΛΑΤΩΝΑΣ
Τί άλλο, παρά να τον απαλλάξουμε από την κατηγορία, και να τον ανακηρύξουμε φίλο και ευεργέτη μας; Πάθαμε πραγματικά το ίδιο με τους κατοίκους του Ιλίου: τον ξεσηκώσαμε αυτόν εναντίον μας σαν ηθοποιό τραγωδίας, για να μας τραγουδήσει τις συμφορές των Φρυγών. Ας τραγουδήσει λοιπόν κι ας φανερώσει περίτρανα τους θεομίσητους.
ΔΙΟΓΕΝΗΣ
Κι εγώ, Φιλοσοφία, επαινώ θερμά τον άνθρωπο και ανακαλώ τις κατηγορίες μου και τον κάνω φίλο μου, γιατί είναι λεβέντης.
ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ
[39] Ωραία. Πλησίασε, Παρρησιάδη. Σε απαλλάσσουμε από την κατηγορία, και μάλιστα ομόφωνα, με όλες τις ψήφους. Από δω και πέρα να ξέρεις πως είσαι δικός μας.
ΠΑΡΡΗΣΙΑΔΗΣ
Προσκυνώ, πρώτα απ᾽ όλα. Ή καλύτερα, μου φαίνεται πως θα το κάνω απαγγέλλοντας τραγωδία· είναι πιο μεγαλόπρεπο έτσι:
Σεβαστή και μεγάλη μου Νίκη,
να κρατάς τη ζωή μου για πάντα,
κι ας μη λείψουν ποτέ τα στεφάνια.
ΑΡΕΤΗ
Τώρα λοιπόν ας αρχίσουμε πια να πίνουμε από τον δεύτερο κρατήρα. Ας τους καλέσουμε κι εκείνους να έρθουν, ώστε να τιμωρηθούν για κάθε προσβολή εναντίον μας. Κατήγορος του καθενός θα είναι ο Παρρησιάδης.
ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ
Σωστά τα είπες, Αρετή. Κι εσύ, παιδί μου Συλλογισμέ, σκύψε κάτω προς την πόλη και συγκάλεσε τους φιλοσόφους.