[79] Στην επιστολή αυτή πουθενά δεν αναφέρει το όνομα Δημοσθένης ούτε και διατυπώνει καμιά κατηγορία εναντίον μου. Γιατί άραγε, ενώ εγκαλεί τους άλλους, δεν κάνει καμιά μνεία των δικών μου ενεργειών; Γιατί, αν έγραφε κάτι για μένα, θα είχε υπενθυμίσει τα δικά του αδικήματα· γιατί εγώ τα παρακολουθούσα και εναντιωνόμουν σ᾽ αυτά. Στην αρχή πρότεινα την αποστολή πρέσβεων στην Πελοπόννησο, όταν για πρώτη φορά εκείνος προσπαθούσε να διεισδύσει σ᾽ αυτήν· εν συνεχεία την αποστολή πρέσβεων στην Εύβοια, όταν εκείνος προσπαθούσε να βάλει χέρι σ᾽ αυτήν· μετά εισηγήθηκα εκστρατεία στους Ωρεούς και στην Ερέτρια, όχι πια αντιπροσωπεία, όταν εκείνος είχε εγκαταστήσει σ᾽ αυτές τις πόλεις τυράννους. [80] Ύστερα από αυτά ενήργησα ώστε να γίνουν όλες οι γνωστές ναυτικές αποστολές, χάριν των οποίων σώθηκε η Χερρόνησος, το Βυζάντιο και όλοι οι σύμμαχοί μας. Από αυτές τις ενέργειες κερδίσατε εσείς από τους ευεργετηθέντες τα ωραιότερα πράγματα, επαίνους, δόξες, τιμές, στεφάνια. Όσοι από τους αδικουμένους πείσθηκαν τότε σε σας σώθηκαν, όσοι όμως αδιαφόρησαν θυμήθηκαν πολλές φορές τις προειδοποιήσεις που τους κάνατε, και πιστεύουν ότι όχι μόνο διάκεισθε φιλικά προς αυτούς αλλά και ότι είστε άνθρωποι μυαλωμένοι και προνοητικοί, μια και έγινα όλα όσα τους προειδοποιήσατε. [81] Επίσης, ότι ο Φιλιστίδης θα έδινε πολλά χρήματα προκειμένου να κατέχει τον Ωρεό, πολλά ο Κλείταρχος ώστε να κατέχει την Ερέτρια, και πολλά ο ίδιος ο Φίλιππος για να έχει τις πόλεις αυτές ως ορμητήρια εναντίον σας και να μην ελέγχεται καθόλου για τα άλλα ζητήματα μήτε να εξετάζει κανείς όσες αδικίες προκαλούσε με τις πράξεις του παντού, κανένας δεν αγνοεί, και από όλους λιγότερο εσύ, Αισχίνη. [82] Γιατί οι πρέσβεις που έρχονταν τότε εδώ εκ μέρους του Κλείταρχου και του Φιλιστίδη έμεναν στο σπίτι σου, Αισχίνη, και εσύ φρόντιζες για τις υποθέσεις τους. Αυτούς η πόλη τούς απήλασε ως εχθρούς και ως ανθρώπους που οι προτάσεις τους ήταν άδικες και ασύμφορες για την πόλη, αλλά για σένα ήταν φίλοι. Καμιά από τις προτάσεις τους δεν στέφθηκε από επιτυχία, συ που με συκοφαντείς και λες για μένα ότι σιωπώ άμα πληρωθώ, και φωνάζω, άμα τα ξοδέψω. Εσύ όμως δεν κάνεις το ίδιο, αλλά φωνάζεις και όταν ακόμη έχεις, και δεν θα σταματήσεις ποτέ, εκτός και αν αυτοί σε σταματήσουν σήμερα στερώντας τα πολιτικά σου δικαιώματα. [83] Όταν εσείς με στεφανώσατε τότε γι᾽ αυτές μου τις ενέργειες, όταν ο Αριστόνικος διατύπωσε το ψήφισμα με τις ίδιες ακριβώς λέξεις που έχει χρησιμοποιήσει τώρα ο Κτησιφών και έγινε η ανακήρυξη του στεφάνου στο θέατρο, και είναι μάλιστα η δεύτερη φορά που έγινε η ανακήρυξη αυτή για μένα, ο Αισχίνης, αν και ήταν παρών, ούτε έφερε αντίρρηση ούτε κατάγγειλε τον εισηγητή του ψηφίσματος. Κάνε μου τη χάρη, γραμματέα, πάρε και διάβασε το συγκεκριμένο ψήφισμα. ΨΗΦΙΣΜΑ [84] [Επί άρχοντος Χαρώνδου, γιου του Ηγήμονος, την εικοστή πέμπτη του Γαμηλιώνα, όταν πρυτάνευε η φυλή Λεοντίδα, ο Αριστόνικος ο Φρεάριος πρότεινε: επειδή ο Δημοσθένης του Δημοσθένη από την Παιανία πρόσφερε στον Λαό των Αθηναίων πολλές και μεγάλες υπηρεσίες και έχει βοηθήσει με τα ψηφίσματά του πολλούς από τους συμμάχους, τόσο στο παρελθόν όσο και στην παρούσα περίσταση, και έχει απελευθερώσει μερικές από τις πόλεις της Εύβοιας και πάντοτε διάκειται ευνοϊκά προς τον Αθηναϊκό Λαό και προτείνει και κάνει ό,τι καλό μπορεί για τους ίδιους τους Αθηναίους και για τους άλλους Έλληνες, να αποφασίσει η Βουλή και ο Λαός των Αθηναίων να απονείμει έπαινο στον Δημοσθένη, γιο του Δημοσθένη από την Παιανία, να τον στεφανώσει με χρυσό στεφάνι, να ανακηρύξει δημόσια την απονομή του στεφάνου στο θέατρο στη γιορτή των Διονυσίων κατά την παράσταση των νέων τραγωδιών και για την ανακήρυξη του στεφάνου να φροντίσει η πρυτανεύουσα φυλή και ο αγωνοθέτης. Πρότεινε ο Αριστόνικος ο Φρεάριος].
|