ΠΡΟ. Εσύ ᾽σαι, λέρα; Πιάσ᾽ τηνε, τοξότη,
και δέσε της πιστάγκωνα τα χέρια.
ΛΥΣ. Αν κάνει πως μ᾽ αγγίζει, μά την Άρτεμη,
θα τον στουμπώσω, ας είναι κι εξουσία!
(Ο τοξότης τραβιέται)
ΠΡΟ. Ρε, σκιάχτηκες; Δυο τότες, απ᾽ τη μέση
βουτάτε την και δέστε την στα γρήγορα.
ΚΛΕ. (Βγαίνει κι αυτή από το κάστρο)
Μά την Πάνδροσον, αν απλώσεις χέρι,
440θα σε τσαλαπατήσω να χεστείς!
(Ο τοξότης τραβιέται)
ΠΡΟ. Άκου την! Να χεστείς! Βρε πού ᾽ναι ο άλλος;
Αυτήνε πιάστε πρώτη. Έχει γλώσσα!
ΜΥΡ. (Βγαίνει κι αυτή)
Αν μόνο τ᾽ ακροδάχτυλο κουνήσεις,
βεντούζες θα ζητάς, μά τη Σελήνη.
ΠΡΟ. Άλλη τούτη! Πού χάθηκε ο τοξότης!
Πιάστε την!… Θα τις μάθω εγώ να βγαίνουν.
ΛΥΣ. Μά την Άρτεμη, αν κάνεις ένα βήμα,
σου μαδάω τρίχα-τρίχα τα μαλλιά.
(Ο τοξότης τραβιέται)
ΠΡΟ. Δυστυχιά μου! Πάει το ᾽σκασε ο τοξότης!
450Μα δε θα μας τουμπάρουν οι γυναίκες!
Εμπρός! Οι Σκύθες όλοι συνταγμένοι
πέστε απάνω τους! ΛΥΣ. Μάθε, πως κι εμείς
έχουμε λόχους τέσσερις στο κάστρο,
γυναίκες του πολέμου αρματωμένες.
ΠΡΟ. (Στους Σκύθες)
Μπαγλαρώστε τα χέρια τους πισώπλατα.
(Οι Σκύθες ετοιμάζονται για επίθεση)
ΛΥΣ. Χυθείτε από το κάστρο, αρματολόγες,
φασουλοραδικαβγοπαζαρίτισσες,
σκορδομαριδοταβερνοψωμούδες,
αρπάχτε τους, βαράτε τους, τσακίστε τους!
460Ουδέ ντροπή ουδέ λύπηση για τέτοιους!
(Οι γυναίκες χιμούνε. Οι τοξότες το βάζουνε στα πόδια)
Φτάνει! Γυρίστε πίσω. Κι όχι πλιάτσικο!
ΠΡΟ. Οϊμένα! Οι ταχτικοί μου με ρεζίλεψαν!
ΛΥΣ. Μα τί θαρρούσες; Και για ποιές μας πήρες;
Για σκλάβες ή για κρεβατογυναίκες,
που δεν έχουνε μέσα τους χολή;
ΠΡΟ. Με το καντάρι, μάλιστ᾽ αν περάσετε
κι από της γειτονιάς το καπηλειό.
ΚΟΡ. ΓΕΡ. Ω Πρόβουλε, τί μου ᾽στησες κουβεντολόι με τούτα
τ᾽ αγρίμια; Και το ξέχασες, πως λίγο πριν μας λούσανε
470ντυμένους και κατάκορφα και δίχως σαπουνάδα;
ΚΟΡ. ΓΥΝ. Καλέ μου, μη στον άλλονε, σηκώνεις χέρι αλόγιστα,
γιατί ᾽ν᾽ επόμενο κι αυτός τα μάτια να σου πρήξει.
Γω θέλω φρόνιμα να ζω, τι ᾽μαι καλό κορίτσι,
μα βάρδα, μην απλώσεις χέρι στη σφηκοφωλιά μου.
|