Επομένως δεν υπάρχει κανένας λόγος να επανερχόμαστε σε τούτο: Είναι πια φανερό ότι το αγαπητό πράγμα δεν είναι αγαπητό για χάρη κάποιου άλλου επίσης αγαπητού και φιλικού πράγματος. Το αγαθό όμως είναι αγαπητό και φιλικό; ―Κατά τη γνώμη μου είναι. ―Μήπως το αγαθό είναι αγαπητό εξαιτίας του κακού; [220c] Μήπως άραγε το πράγμα έχει ως εξής: Αν από τις τρεις κατηγορίες που λέγαμε, δηλαδή το αγαθό, το κακό και αυτό που δεν είναι ούτε αγαθό ούτε κακό, απομείνουν οι δύο και βγει το κακό από τη μέση παύοντας να έρχεται σε οποιαδήποτε επαφή με το σώμα, με την ψυχή και με οτιδήποτε άλλο από όσα είπαμε ότι δεν είναι ούτε κακά ούτε αγαθά, μήπως τότε το αγαθό δεν θα μας είναι πια χρήσιμο; Μήπως θα έχει γίνει πια άχρηστο; Γιατί καθώς δεν θα υπάρχει τίποτε που να μας βλάπτει, δεν θα έχουμε πια [220d] καμία ανάγκη για βοήθεια. Έτσι, θα γίνει ολοφάνερο ότι εξαιτίας του κακού αγαπούσαμε το αγαθό και είμαστε φίλοι του, επειδή το θεωρούσαμε θεραπευτικό μέσο κατά του κακού, που είναι κάτι σαν αρρώστια· κι όταν δεν υπάρχει αρρώστια, δεν υπάρχει και ανάγκη για γιατρικό. Ώστε, λοιπόν, εξαιτίας του κακού αγαπάμε το αγαθό εμείς που είμαστε ανάμεσα στο κακό και στο αγαθό: Το αγαθό καθαυτό δεν είναι σε τίποτε ωφέλιμο; ―Φαίνεται, είπε, ότι έτσι είναι. ―Επομένως, εκείνο το αγαπητό πράγμα, στο οποίο κατέληγαν όλα τα άλλα [220e] (είπαμε τότε ότι ήταν φιλικά και αγαπητά για χάρη κάποιου άλλου αγαπητού πράγματος) δεν μοιάζει καθόλου με αυτά εδώ. Γιατί αυτά χαρακτηρίστηκαν φιλικά εξαιτίας κάποιου άλλου φιλικού και αγαπητού πράγματος, ενώ το αληθινά φιλικό και αγαπητό φαίνεται πως έχει εντελώς αντίθετο χαρακτήρα: στη συζήτησή μας φάνηκε καθαρά ότι είναι αγαπητό εξαιτίας κάποιου εχθρικού πράγματος· κι αν το εχθρικό φύγει από τη μέση, θα πάψει, καθώς φαίνεται, να μας είναι και αυτό αγαπητό. ―Δεν νομίζω, είπε, αν κρίνω τουλάχιστον απ᾽ όσα λέμε τώρα. ―Πες μου, είπα, μά την αλήθεια σε παρακαλώ: Αν το κακό χαθεί εντελώς, τί από τα δύο πρόκειται να συμβεί; Δεν θα υπάρχει πια ούτε πείνα ούτε [221a] δίψα ούτε καμία άλλη παρόμοια κατάσταση ή θαρρείς πως θα υπάρχει πείνα, αφού θα υπάρχουν οι άνθρωποι και τα άλλα ζώα, αλλά δεν θα είναι βλαβερή; και το ίδιο θα γίνεται με τη δίψα και τις άλλες επιθυμίες, που όμως δεν θα είναι κακές, αφού το κακό θα έχει χαθεί εντελώς; Ή μήπως το ερώτημα αυτό, δηλαδή τί θα υπάρχει τότε και τί δεν θα υπάρχει, είναι γελοίο; Γιατί ποιός, αλήθεια, μπορεί να ξέρει; Εκείνο όμως που ακόμη και τώρα μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα είναι ότι υπάρχουν περιπτώσεις που η πείνα είναι βλαβερή, και άλλες που είναι ωφέλιμη. Δεν είναι έτσι; ―Βέβαια. ―Κατά τον ίδιο τρόπο και η δίψα και όλες [221b] οι παρόμοιες επιθυμίες είναι δυνατό άλλοτε να είναι ωφέλιμες γι᾽ αυτόν που τις αισθάνεται, άλλοτε επιζήμιες και άλλοτε να μην είναι ούτε το ένα ούτε το άλλο. ―Ακριβώς έτσι. ―Λοιπόν, αν χαθούν εντελώς όλα τα κακά, υπάρχει κάποιος λόγος που επιβάλλει ότι μαζί τους θα χαθούν και όσα δεν είναι κακά; ―Όχι. ―Επομένως, οι επιθυμίες που δεν είναι ούτε αγαθές ούτε κακές θα εξακολουθούν να υπάρχουν και όταν τα κακά θα έχουν χαθεί. ―Έτσι φαίνεται. ―Κι όταν κάποιος επιθυμεί και έχει έρωτα για κάτι, είναι ποτέ δυνατό να μην αισθάνεται φιλία για τούτο το πράγμα που το επιθυμεί και το αγαπά; ―Δεν νομίζω. ―Φαίνεται, λοιπόν, [221c] ότι και όταν θα έχουν χαθεί τα κακά, θα εξακολουθούν να υπάρχουν ορισμένα αγαπητά πράγματα. ―Ναι. ―Αν όμως το κακό ήταν πραγματικά η αιτία που ορισμένα πράγματα είναι φιλικά και αγαπητά, έπρεπε να μην υπάρχει πια κανένα φιλικό πράγμα από τη στιγμή που το κακό θα έχει χαθεί. Γιατί, αφού δεν θα υπάρχει πια η αιτία, δεν είναι δυνατό να εξακολουθεί να υπάρχει αυτό που οφειλόταν σ᾽ εκείνη την αιτία. ―Αυτό είναι σωστό. ―Εμείς έχουμε δεχτεί ότι το φιλικό αισθάνεται φιλία για κάτι εξαιτίας κάτινος άλλου· και μας φάνηκε, τότε τουλάχιστον, ότι εκείνο που δεν είναι ούτε αγαθό ούτε κακό αισθάνεται φιλία για το αγαθό εξαιτίας του κακού. Έτσι δεν είναι; ―Ναι. [221d] ―Καθώς όμως φαίνεται τώρα, άλλη είναι η αιτία για την οποία αγαπά κανείς και αγαπιέται. ―Έτσι φαίνεται.
|