Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΠΛΑΤΩΝ

Λύσις (220b-221d)


Τοῦτο μὲν δὴ ἀπήλλακται, μὴ φίλου τινὸς ἕνεκα τὸ φίλον φίλον εἶναι· ἀλλ᾽ ἆρα τὸ ἀγαθόν ἐστιν φίλον; ―Ἔμοιγε δοκεῖ. ―Ἆρ᾽ οὖν διὰ τὸ κακὸν τὸ ἀγαθὸν φιλεῖται, [220c] καὶ ἔχει ὧδε· εἰ τριῶν ὄντων ὧν νυνδὴ ἐλέγομεν, ἀγαθοῦ καὶ κακοῦ καὶ μήτε ἀγαθοῦ μήτε κακοῦ, τὰ δύο λειφθείη, τὸ δὲ κακὸν ἐκποδὼν ἀπέλθοι καὶ μηδενὸς ἐφάπτοιτο μήτε σώματος μήτε ψυχῆς μήτε τῶν ἄλλων, ἃ δή φαμεν αὐτὰ καθ᾽ αὑτὰ οὔτε κακὰ εἶναι οὔτε ἀγαθά, ἆρα τότε οὐδὲν ἂν ἡμῖν χρήσιμον εἴη τὸ ἀγαθόν, ἀλλ᾽ ἄχρηστον ἂν γεγονὸς εἴη; εἰ γὰρ μηδὲν ἡμᾶς ἔτι βλάπτοι, οὐδὲν ἂν οὐδεμιᾶς [220d] ὠφελίας δεοίμεθα, καὶ οὕτω δὴ ἂν τότε γένοιτο κατάδηλον ὅτι διὰ τὸ κακὸν τἀγαθὸν ἠγαπῶμεν καὶ ἐφιλοῦμεν, ὡς φάρμακον ὂν τοῦ κακοῦ τὸ ἀγαθόν, τὸ δὲ κακὸν νόσημα· νοσήματος δὲ μὴ ὄντος οὐδὲν δεῖ φαρμάκου. ἆρ᾽ οὕτω πέφυκέ τε καὶ φιλεῖται τἀγαθὸν διὰ τὸ κακὸν ὑφ᾽ ἡμῶν, τῶν μεταξὺ ὄντων τοῦ κακοῦ τε καὶ τἀγαθοῦ, αὐτὸ δ᾽ ἑαυτοῦ ἕνεκα οὐδεμίαν χρείαν ἔχει; ―Ἔοικεν, ἦ δ᾽ ὅς, οὕτως ἔχειν. ―Τὸ ἄρα φίλον ἡμῖν ἐκεῖνο, εἰς ὃ ἐτελεύτα πάντα τὰ ἄλλα [220e] —ἕνεκα ἑτέρου φίλου φίλα ἔφαμεν εἶναι ἐκεῖνα— οὐδὲν [δὲ] τούτοις ἔοικεν. ταῦτα μὲν γὰρ φίλου ἕνεκα φίλα κέκληται, τὸ δὲ τῷ ὄντι φίλον πᾶν τοὐναντίον τούτου φαίνεται πεφυκός· φίλον γὰρ ἡμῖν ἀνεφάνη ὂν ἐχθροῦ ἕνεκα, εἰ δὲ τὸ ἐχθρὸν ἀπέλθοι, οὐκέτι, ὡς ἔοικ᾽, ἔσθ᾽ ἡμῖν φίλον. ―Οὔ μοι δοκεῖ, ἔφη, ὥς γε νῦν λέγεται. ―Πότερον, ἦν δ᾽ ἐγώ, πρὸς Διός, ἐὰν τὸ κακὸν ἀπόληται, οὐδὲ πεινῆν ἔτι ἔσται οὐδὲ [221a] διψῆν οὐδὲ ἄλλο οὐδὲν τῶν τοιούτων; ἢ πείνη μὲν ἔσται, ἐάνπερ ἄνθρωποί τε καὶ τἆλλα ζῷα ᾖ, οὐ μέντοι βλαβερά γε; καὶ δίψα δὴ καὶ αἱ ἄλλαι ἐπιθυμίαι, ἀλλ᾽ οὐ κακαί, ἅτε τοῦ κακοῦ ἀπολωλότος; ἢ γελοῖον τὸ ἐρώτημα, ὅτι ποτ᾽ ἔσται τότε ἢ μὴ ἔσται; τίς γὰρ οἶδεν; ἀλλ᾽ οὖν τόδε γ᾽ ἴσμεν, ὅτι καὶ νῦν ἔστιν πεινῶντα βλάπτεσθαι, ἔστιν δὲ καὶ ὠφελεῖσθαι. ἦ γάρ; ―Πάνυ γε. ―Οὐκοῦν καὶ διψῶντα καὶ [221b] τῶν ἄλλων τῶν τοιούτων πάντων ἐπιθυμοῦντα ἔστιν ἐνίοτε μὲν ὠφελίμως ἐπιθυμεῖν, ἐνίοτε δὲ βλαβερῶς, ἐνίοτε δὲ μηδέτερα; ―Σφόδρα γε. ―Οὐκοῦν ἐὰν ἀπολλύηται τὰ κακά, ἅ γε μὴ τυγχάνει ὄντα κακά, τί προσήκει τοῖς κακοῖς συναπόλλυσθαι; ―Οὐδέν. ―Ἔσονται ἄρα αἱ μήτε ἀγαθαὶ μήτε κακαὶ ἐπιθυμίαι καὶ ἐὰν ἀπόληται τὰ κακά. ―Φαίνεται. ―Οἷόν τε οὖν ἐστιν ἐπιθυμοῦντα καὶ ἐρῶντα τούτου οὗ ἐπιθυμεῖ καὶ ἐρᾷ μὴ φιλεῖν; ―Οὐκ ἔμοιγε δοκεῖ. ―Ἔσται ἄρα [221c] καὶ τῶν κακῶν ἀπολομένων, ὡς ἔοικεν, φίλ᾽ ἄττα. ―Ναί. ―Οὐκ ἄν, εἴ γε τὸ κακὸν αἴτιον ἦν τοῦ φίλον τι εἶναι, οὐκ ἂν ἦν τούτου ἀπολομένου φίλον ἕτερον ἑτέρῳ. αἰτίας γὰρ ἀπολομένης ἀδύνατόν που ἦν ἔτ᾽ ἐκεῖνο εἶναι, οὗ ἦν αὕτη ἡ αἰτία. ―Ὀρθῶς λέγεις. ―Οὐκοῦν ὡμολόγηται ἡμῖν τὸ φίλον φιλεῖν τι καὶ διά τι· καὶ ᾠήθημεν τότε γε διὰ τὸ κακὸν τὸ μήτε ἀγαθὸν μήτε κακὸν τὸ ἀγαθὸν φιλεῖν; ―Ἀληθῆ. [221d] ―Νῦν δέ γε, ὡς ἔοικε, φαίνεται ἄλλη τις αἰτία τοῦ φιλεῖν τε καὶ φιλεῖσθαι. ―Ἔοικεν.


Επομένως δεν υπάρχει κανένας λόγος να επανερχόμαστε σε τούτο: Είναι πια φανερό ότι το αγαπητό πράγμα δεν είναι αγαπητό για χάρη κάποιου άλλου επίσης αγαπητού και φιλικού πράγματος. Το αγαθό όμως είναι αγαπητό και φιλικό; ―Κατά τη γνώμη μου είναι. ―Μήπως το αγαθό είναι αγαπητό εξαιτίας του κακού; [220c] Μήπως άραγε το πράγμα έχει ως εξής: Αν από τις τρεις κατηγορίες που λέγαμε, δηλαδή το αγαθό, το κακό και αυτό που δεν είναι ούτε αγαθό ούτε κακό, απομείνουν οι δύο και βγει το κακό από τη μέση παύοντας να έρχεται σε οποιαδήποτε επαφή με το σώμα, με την ψυχή και με οτιδήποτε άλλο από όσα είπαμε ότι δεν είναι ούτε κακά ούτε αγαθά, μήπως τότε το αγαθό δεν θα μας είναι πια χρήσιμο; Μήπως θα έχει γίνει πια άχρηστο; Γιατί καθώς δεν θα υπάρχει τίποτε που να μας βλάπτει, δεν θα έχουμε πια [220d] καμία ανάγκη για βοήθεια. Έτσι, θα γίνει ολοφάνερο ότι εξαιτίας του κακού αγαπούσαμε το αγαθό και είμαστε φίλοι του, επειδή το θεωρούσαμε θεραπευτικό μέσο κατά του κακού, που είναι κάτι σαν αρρώστια· κι όταν δεν υπάρχει αρρώστια, δεν υπάρχει και ανάγκη για γιατρικό. Ώστε, λοιπόν, εξαιτίας του κακού αγαπάμε το αγαθό εμείς που είμαστε ανάμεσα στο κακό και στο αγαθό: Το αγαθό καθαυτό δεν είναι σε τίποτε ωφέλιμο; ―Φαίνεται, είπε, ότι έτσι είναι. ―Επομένως, εκείνο το αγαπητό πράγμα, στο οποίο κατέληγαν όλα τα άλλα [220e] (είπαμε τότε ότι ήταν φιλικά και αγαπητά για χάρη κάποιου άλλου αγαπητού πράγματος) δεν μοιάζει καθόλου με αυτά εδώ. Γιατί αυτά χαρακτηρίστηκαν φιλικά εξαιτίας κάποιου άλλου φιλικού και αγαπητού πράγματος, ενώ το αληθινά φιλικό και αγαπητό φαίνεται πως έχει εντελώς αντίθετο χαρακτήρα: στη συζήτησή μας φάνηκε καθαρά ότι είναι αγαπητό εξαιτίας κάποιου εχθρικού πράγματος· κι αν το εχθρικό φύγει από τη μέση, θα πάψει, καθώς φαίνεται, να μας είναι και αυτό αγαπητό. ―Δεν νομίζω, είπε, αν κρίνω τουλάχιστον απ᾽ όσα λέμε τώρα. ―Πες μου, είπα, μά την αλήθεια σε παρακαλώ: Αν το κακό χαθεί εντελώς, τί από τα δύο πρόκειται να συμβεί; Δεν θα υπάρχει πια ούτε πείνα ούτε [221a] δίψα ούτε καμία άλλη παρόμοια κατάσταση ή θαρρείς πως θα υπάρχει πείνα, αφού θα υπάρχουν οι άνθρωποι και τα άλλα ζώα, αλλά δεν θα είναι βλαβερή; και το ίδιο θα γίνεται με τη δίψα και τις άλλες επιθυμίες, που όμως δεν θα είναι κακές, αφού το κακό θα έχει χαθεί εντελώς; Ή μήπως το ερώτημα αυτό, δηλαδή τί θα υπάρχει τότε και τί δεν θα υπάρχει, είναι γελοίο; Γιατί ποιός, αλήθεια, μπορεί να ξέρει; Εκείνο όμως που ακόμη και τώρα μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα είναι ότι υπάρχουν περιπτώσεις που η πείνα είναι βλαβερή, και άλλες που είναι ωφέλιμη. Δεν είναι έτσι; ―Βέβαια. ―Κατά τον ίδιο τρόπο και η δίψα και όλες [221b] οι παρόμοιες επιθυμίες είναι δυνατό άλλοτε να είναι ωφέλιμες γι᾽ αυτόν που τις αισθάνεται, άλλοτε επιζήμιες και άλλοτε να μην είναι ούτε το ένα ούτε το άλλο. ―Ακριβώς έτσι. ―Λοιπόν, αν χαθούν εντελώς όλα τα κακά, υπάρχει κάποιος λόγος που επιβάλλει ότι μαζί τους θα χαθούν και όσα δεν είναι κακά; ―Όχι. ―Επομένως, οι επιθυμίες που δεν είναι ούτε αγαθές ούτε κακές θα εξακολουθούν να υπάρχουν και όταν τα κακά θα έχουν χαθεί. ―Έτσι φαίνεται. ―Κι όταν κάποιος επιθυμεί και έχει έρωτα για κάτι, είναι ποτέ δυνατό να μην αισθάνεται φιλία για τούτο το πράγμα που το επιθυμεί και το αγαπά; ―Δεν νομίζω. ―Φαίνεται, λοιπόν, [221c] ότι και όταν θα έχουν χαθεί τα κακά, θα εξακολουθούν να υπάρχουν ορισμένα αγαπητά πράγματα. ―Ναι. ―Αν όμως το κακό ήταν πραγματικά η αιτία που ορισμένα πράγματα είναι φιλικά και αγαπητά, έπρεπε να μην υπάρχει πια κανένα φιλικό πράγμα από τη στιγμή που το κακό θα έχει χαθεί. Γιατί, αφού δεν θα υπάρχει πια η αιτία, δεν είναι δυνατό να εξακολουθεί να υπάρχει αυτό που οφειλόταν σ᾽ εκείνη την αιτία. ―Αυτό είναι σωστό. ―Εμείς έχουμε δεχτεί ότι το φιλικό αισθάνεται φιλία για κάτι εξαιτίας κάτινος άλλου· και μας φάνηκε, τότε τουλάχιστον, ότι εκείνο που δεν είναι ούτε αγαθό ούτε κακό αισθάνεται φιλία για το αγαθό εξαιτίας του κακού. Έτσι δεν είναι; ―Ναι. [221d] ―Καθώς όμως φαίνεται τώρα, άλλη είναι η αιτία για την οποία αγαπά κανείς και αγαπιέται. ―Έτσι φαίνεται.