Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ

Ἁλιεὺς ἢ Ἀναβιοῦντες (35-37)


[35] Τὸ δὲ πάντων αἴσχιστον, ὅτι μηδενὸς δεῖσθαι λέγων ἕκαστος αὐτῶν, ἀλλὰ μόνον πλούσιον εἶναι τὸν σοφὸν κεκραγὼς μικρὸν ὕστερον προσελθὼν αἰτεῖ καὶ ἀγανακτεῖ μὴ λαβών, ὅμοιον ὡς εἴ τις ἐν βασιλικῷ σχήματι ὀρθὴν τιάραν ἔχων καὶ διάδημα καὶ τὰ ἄλλα ὅσα βασιλείας γνωρίσματα προσαιτοίη τῶν ὑποδεεστέρων δεόμενος.
Ὅταν μὲν οὖν λαβεῖν αὐτοὺς δέῃ, πολὺς ὁ περὶ τοῦ κοινωνικὸν εἶναι δεῖν λόγος καὶ ὡς ἀδιάφορον ὁ πλοῦτος καί, «Τί γὰρ τὸ χρυσίον ἢ τἀργύριον, οὐδὲν τῶν ἐν τοῖς αἰγιαλοῖς ψήφων διαφέρον;» ὅταν δέ τις ἐπικουρίας δεόμενος ἑταῖρος ἐκ παλαιοῦ καὶ φίλος ἀπὸ πολλῶν ὀλίγα αἰτῇ προσελθών, σιωπὴ καὶ ἀπορία καὶ ἀμαθία καὶ παλινῳδία τῶν δογμάτων πρὸς τὸ ἐναντίον· οἱ δὲ πολλοὶ περὶ φιλίας ἐκεῖνοι λόγοι καὶ ἡ ἀρετὴ καὶ τὸ καλὸν οὐκ οἶδα ὅποι ποτὲ οἴχεται ταῦτα ἀποπτάμενα πάντα, πτερόεντα ὡς ἀληθῶς ἔπη, μάτην ὁσημέραι πρὸς αὐτῶν ἐν ταῖς διατριβαῖς σκιαμαχούμενα. [36] μέχρι γὰρ τούτου φίλος ἕκαστος αὐτῶν, εἰς ὅσον ἂν μὴ ἀργύριον ἢ χρυσίον ᾖ προκείμενον ἐν τῷ μέσῳ· ἢν δέ τις ὀβολὸν ἐπιδείξῃ μόνον, λέλυται μὲν ἡ εἰρήνη, ἄσπονδα δὲ κἀκήρυκτα πάντα, καὶ τὰ βιβλία ἐξαλήλιπται καὶ ἡ ἀρετὴ πέφευγεν. οἷόν τι καὶ οἱ κύνες πάσχουσιν ἐπειδάν τις ὀστοῦν εἰς μέσους αὐτοὺς ἐμβάλῃ· ἀναπηδήσαντες δάκνουσιν ἀλλήλους καὶ τὸν προαρπάσαντα τὸ ὀστοῦν ὑλακτοῦσιν.
Λέγεται δὲ καὶ βασιλεύς τις Αἰγύπτιος πιθήκους ποτὲ πυρριχίζειν διδάξαι καὶ τὰ θηρία —μιμηλότατα δέ ἐστι τῶν ἀνθρωπίνων— ἐκμαθεῖν τάχιστα καὶ ὀρχεῖσθαι ἁλουργίδας ἀμπεχόμενα καὶ προσωπεῖα περικείμενα, καὶ μέχρι γε πολλοῦ εὐδοκιμεῖν τὴν θέαν, ἄχρι δὴ θεατής τις ἀστεῖος κάρυα ὑπὸ κόλπου ἔχων ἀφῆκεν εἰς τὸ μέσον· οἱ δὲ πίθηκοι ἰδόντες καὶ ἐκλαθόμενοι τῆς ὀρχήσεως, τοῦθ᾽ ὅπερ ἦσαν, πίθηκοι ἐγένοντο ἀντὶ πυρριχιστῶν καὶ συνέτριβον τὰ προσωπεῖα καὶ τὴν ἐσθῆτα κατερρήγνυον καὶ ἐμάχοντο περὶ τῆς ὀπώρας πρὸς ἀλλήλους, τὸ δὲ σύνταγμα τῆς πυρρίχης διελέλυτο καὶ κατεγελᾶτο ὑπὸ τοῦ θεάτρου.
[37] Τοιαῦτα καὶ οὗτοι ποιοῦσιν, καὶ ἔγωγε τοὺς τοιούτους κακῶς ἠγόρευον καὶ οὔποτε παύσομαι διελέγχων καὶ κωμῳδῶν, περὶ ὑμῶν δὲ ἢ τῶν ὑμῖν παραπλησίων —εἰσὶ γάρ, εἰσί τινες ὡς ἀληθῶς φιλοσοφίαν ζηλοῦντες καὶ τοῖς ὑμετέροις νόμοις ἐμμένοντες— μὴ οὕτως μανείην ἔγωγε ὡς βλάσφημον εἰπεῖν τι ἢ σκαιόν. ἢ τί γὰρ ἂν εἰπεῖν ἔχοιμι; τί γὰρ ὑμῖν τοιοῦτον βεβίωται; τοὺς δὲ ἀλαζόνας ἐκείνους καὶ θεοῖς ἐχθροὺς ἄξιον οἶμαι μισεῖν. ἢ σὺ γάρ, ὦ Πυθαγόρα καὶ Πλάτων καὶ Χρύσιππε καὶ Ἀριστότελες, τί φατε; προσήκειν ὑμῖν τοὺς τοιούτους ἢ οἰκεῖόν τι καὶ συγγενὲς ἐπιδείκνυσθαι τῷ βίῳ; νὴ Δι᾽ Ἡρακλῆς, φασίν, καὶ πίθηκος. ἢ διότι πώγωνας ἔχουσι καὶ φιλοσοφεῖν φάσκουσι καὶ σκυθρωποί εἰσι, διὰ τοῦτο χρὴ ὑμῖν εἰκάζειν αὐτούς; ἀλλὰ ἤνεγκα ἄν, εἰ πιθανοὶ γοῦν ἦσαν καὶ ἐπὶ τῆς ὑποκρίσεως αὐτῆς· νῦν δὲ θᾶττον ἂν γὺψ ἀηδόνα μιμήσαιτο ἢ οὗτοι φιλοσόφους.
Εἴρηκα ὑπὲρ ἐμαυτοῦ ὁπόσα εἶχον. σὺ δέ, ὦ Ἀλήθεια, μαρτύρει πρὸς αὐτοὺς εἰ ἀληθῆ ἐστιν.


[35] Και το πιο αδιάντροπο απ᾽ όλα: ενώ ο καθένας τους λέει πως δεν χρειάζεται τίποτε, μια και ο σοφός είναι ο μόνος πλούσιος, έπειτα από λίγο έρχεται κραυγάζοντας και απαιτεί χρήματα, και εξοργίζεται, αν δεν τα πάρει. Μοιάζει με κάποιον που, ενώ έχει εμφάνιση βασιλική, με όρθια τιάρα και με διάδημα και με όλα τα άλλα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του βασιλικού αξιώματος, συμπεριφέρεται σαν ζητιάνος και παρακαλεί τους κατώτερούς του.
Όταν λοιπόν χρειάζεται να εισπράξουν, τότε γίνεται πολύς λόγος για το ότι πρέπει κανείς να είναι μεταδοτικός και ότι ο πλούτος ανήκει στα «αδιάφορα», κι ακόμη: «Και τί είναι το χρυσάφι ή το ασήμι, που δεν διαφέρει καθόλου από τα πετραδάκια στην ακρογιαλιά;». Όταν όμως εμφανιστεί κάποιος σύντροφος και φίλος από τα παλιά που χρειάζεται βοήθεια, και ζητάει λίγα από τα πολλά διαθέσιμα, τότε σιωπή και αμηχανία και άγνοια και ανάκληση των πεποιθήσεων προς την αντίθετη κατεύθυνση. Κι εκείνα τα πολλά λόγια για τη φιλία, καθώς και η αρετή και η εντιμότητα, όλα αυτά κάνουν φτερά και φεύγουν κι εγώ δεν ξέρω πού. Είναι στ᾽ αλήθεια «λόγια φτερωτά», σκιές με τις οποίες μάταια αυτοί πολεμούνε καθημερινά στις συζητήσεις τους. [36] Ο καθένας απ᾽ αυτούς είναι φίλος ως αυτό το σημείο, όσο δηλαδή δεν μπαίνει στη μέση ασήμι ή χρυσάφι. Αν όμως κάποιος κάνει και μόνο πως παρουσιάζει έναν οβολό, καταλύεται η ειρήνη, ακυρώνεται κάθε ανακωχή και διαπραγμάτευση, και τα βιβλία σβήνονται και η αρετή εξαφανίζεται. Κάτι παρόμοιο παθαίνουνε και τα σκυλιά, όταν κάποιος ρίξει ένα κόκαλο ανάμεσά τους· πετάγονται επάνω, δαγκώνουνε το ένα το άλλο, και γαβγίζουν εναντίον εκείνου που πρόλαβε να αρπάξει το κόκαλο.
Λένε μάλιστα πως κάποιος Αιγύπτιος βασιλιάς δίδαξε κάποτε σε πιθήκους τον πολεμικό χορό «πυρρίχη», και τα ζώα —είναι βέβαια εξαιρετικοί μιμητές της ανθρώπινης συμπεριφοράς— τον έμαθαν πολύ γρήγορα, και χόρευαν ντυμένα πορφυρούς μανδύες και φορώντας προσωπεία. Και για ένα μεγάλο διάστημα το θέαμα είχε επιτυχία, ώσπου κάποιος έξυπνος θεατής, που είχε καρύδια κρυμμένα κάτω από τις δίπλες του ρούχου του, τα έριξε στη μέση. Οι πίθηκοι τα είδαν και, ξεχνώντας τον χορό, έγιναν αυτό ακριβώς που ήταν, δηλαδή πίθηκοι αντί για χορευτές «πυρρίχης», και άρχισαν να κομματιάζουν τα προσωπεία και να ξεσχίζουν τα ρούχα και να μαλώνουν μεταξύ τους για τους καρπούς, με αποτέλεσμα να διαλυθεί η συγκροτημένη ομάδα της «πυρρίχης», και οι θεατές να την περιγελούν.
[37] Τέτοιου είδους πράγματα κάνουν κι αυτοί. Εγώ λοιπόν αυτού του είδους τους ανθρώπους κακολογούσα και δεν πρόκειται ποτέ να πάψω να φανερώνω το ποιόν τους και να τους διακωμωδώ. Για σας όμως και για όσους σας μοιάζουν —γιατί υπάρχουν, πραγματικά υπάρχουν κάποιοι που καλλιεργούν τη φιλοσοφία και παραμένουν πιστοί στους νόμους τους δικούς σας— ποτέ εγώ να μην παραφρονήσω τόσο, ώστε να πω κάτι προσβλητικό ή άπρεπο. Άλλωστε τί θα μπορούσα να πω; Τί παρόμοιο έχετε βιώσει εσείς; Εκείνους όμως τους φαντασμένους και θεομίσητους νομίζω πως τους αξίζει το μίσος. Κι εσύ, Πυθαγόρα και Πλάτωνα και Χρύσιππε και Αριστοτέλη, τί λέτε; Έχουν καμιά σχέση μαζί σας αυτού του είδους οι άνθρωποι; Δείχνουν στη ζωή τους καμιά ομοιότητα ή συγγένεια μ᾽ εσάς; Μά τον Δία, όσο ο Ηρακλής κι ένας πίθηκος, που λέει ο λόγος. Ή μήπως, επειδή έχουνε γενειάδες και ισχυρίζονται πως φιλοσοφούν και παρουσιάζονται σοβαροφανείς, θα έπρεπε τάχα γι᾽ αυτό να τους παρομοιάζουμε μ᾽ εσάς; Αλλά ακόμη κι αυτό θα το ανεχόμουν, αν τουλάχιστον ήταν πειστικοί έστω και σ᾽ αυτόν τον ρόλο. Τώρα όμως καλύτερα θα μπορούσε ένας γύπας να μιμηθεί αηδόνι, παρά αυτοί φιλοσόφους.
Ολοκλήρωσα αυτά που είχα να πω για την υπεράσπισή μου. Κι εσύ, Αλήθεια, επιβεβαίωσε ως μάρτυρας μπροστά τους αν αυτά είναι αληθινά.