ΜΑΓ. Μήπως είναι εδώ μπροστά στην πόρτα;
Ε, Παρμένων. Μου το ᾽σκασε ο άνθρωπος
και χωρίς ούτε λίγο να με βοηθήσει ΔΗΜ. Κάνε πέρα.
360από μπροστά μου. ΜΑΓ. Ηρακλή μου, τί είναι τούτο;
Ένας γέρος τρελός όρμησε μέσα, Ή τί κακό
συμβαίνει; Και τί με νοιάζει αυτό; Πω, πω,
μα τον Ποσειδώνα, μου φαίνεται, είναι τρελός·
έτσι που ξεφωνίζει. Πολύ αστείο, αν κάνει
τις πιατέλες μου κομμάτια, όπως τις έχω
365απλωμένες. Βγαίνει έξω. Κακό χρόνο να ᾽χεις
Παρμένων, που μ᾽ έφερες εδώ. Λίγο θα παραμερίσω.
ΔΗΜ. Δεν ακούς; Φύγε. ΧΡΥ. Πού να πάω η δύστυχη;
ΔΗΜ. Άντε να χαθείς από δω. ΧΡΥ. Κακότυχη που είμαι.
370ΔΗΜ. Ναι κακότυχη. Συγκινητικά βέβαια τα δάκρυά σου.
Εγώ, πιστεύω, θα σε πάψω να— ΧΡΥ. Να κάνω τί;
ΔΗΜ. Τίποτε. Έχεις το παιδί, τη γριά· Χάσου επί τέλους.
ΧΡΥ. Επειδή κράτησα το παιδί; ΔΗΜ. Για αυτό και— ΧΡΥ. Τί και; ΔΗΜ. Για αυτό.
375ΜΑΓ. Καταλαβαίνω τώρα τί συμβαίνει. ΔΗΜ. Γιατί δεν ήξερες να ζεις
πλούσια ζωή. ΧΡΥ. Δεν ήξερα; Τί ᾽ναι αυτά που λες;
ΔΗΜ. Κι όμως ήρθες εδώ σε μένα, Χρυσί, ντυμένη—
θυμάσαι— φτωχικά. ΧΡΥ. Ε, και λοιπόν; ΔΗΜ. Τότε εγώ ήμουν
το παν για σένα, στις μαύρες σου τις φτώχειες.
380ΧΡΥ. Και τώρα ποιός είναι; ΔΗΜ. Μη μου μιλάς. Πήρες
όλα τα πράγματά σου, εγώ σου δίνω ακόμη
χρυσαφικά και δούλες. Φύγε από το σπίτι μου.
ΜΑΓ. Αυτός για κάτι έχει θυμώσει· πρέπει να πλησιάσω.
Κύριε, άκουσέ με— ΔΗΜ. Τί μου μιλάς; ΜΑΓ. Σιγά, μη με δαγκώσεις.
385ΔΗΜ. Άλλη θα εκτιμήσει τώρα το σπίτι μου, Χρυσί
και θα προσφέρει στους θεούς θυσίες. ΜΑΓ. Ποιά είναι;
ΔΗΜ. Αλλά συ απόκτησες γιο· τα έχεις όλα. ΜΑΓ. Ακόμη δεν δαγκώνει.
Όμως— ΔΗΜ. Θα σου σπάσω το κεφάλι, άνθρωπέ μου,
αν συνεχίσεις. ΜΑΓ. Και με το δίκιο σου. Αλλά νά, μπαίνω αμέσως.
390ΔΗΜ. Το σπουδαίο πρόσωπο! Τώρα θα ιδείς στην πόλη
ακριβώς ποιά είσαι. Οι γυναίκες σαν και σένα
οι άλλες, για δέκα μόνο δραχμές, Χρυσί,
τρέχουν στις διασκεδάσεις και πίνουν ανέρωτο
395κρασί ώσπου να πεθάνουν, ή πεινάνε αν δεν
το κάνουν γρήγορα και με προθυμία.
Θα νιώσεις, είμαι βέβαιος, κι εσύ το ίδιο
και θα καταλάβεις ποιά είσαι και το σφάλμα σου.
Κάνε πέρα! ΧΡΥ. Δυστυχία μου, της άμοιρης!
|