Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΞΕΝΟΦΩΝ

Κύρου Ἀνάβασις (2.6.1-2.6.15)

[2.6.1] Οἱ μὲν δὴ στρατηγοὶ οὕτω ληφθέντες ἀνήχθησαν ὡς βασιλέα καὶ ἀποτμηθέντες τὰς κεφαλὰς ἐτελεύτησαν, εἷς μὲν αὐτῶν Κλέαρχος ὁμολογουμένως ἐκ πάντων τῶν ἐμπείρως αὐτοῦ ἐχόντων δόξας γενέσθαι ἀνὴρ καὶ πολεμικὸς καὶ φιλοπόλεμος ἐσχάτως. [2.6.2] καὶ γὰρ δὴ ἕως μὲν πόλεμος ἦν τοῖς Λακεδαιμονίοις πρὸς τοὺς Ἀθηναίους παρέμενεν, ἐπειδὴ δὲ εἰρήνη ἐγένετο, πείσας τὴν αὑτοῦ πόλιν ὡς οἱ Θρᾷκες ἀδικοῦσι τοὺς Ἕλληνας καὶ διαπραξάμενος ὡς ἐδύνατο παρὰ τῶν ἐφόρων ἐξέπλει ὡς πολεμήσων τοῖς ὑπὲρ Χερρονήσου καὶ Περίνθου Θρᾳξίν. [2.6.3] ἐπεὶ δὲ μεταγνόντες πως οἱ ἔφοροι ἤδη ἔξω ὄντος ἀποστρέφειν αὐτὸν ἐπειρῶντο ἐξ Ἰσθμοῦ, ἐνταῦθα οὐκέτι πείθεται, ἀλλ᾽ ᾤχετο πλέων εἰς Ἑλλήσποντον. [2.6.4] ἐκ τούτου καὶ ἐθανατώθη ὑπὸ τῶν ἐν Σπάρτῃ τελῶν ὡς ἀπειθῶν. ἤδη δὲ φυγὰς ὢν ἔρχεται πρὸς Κῦρον, καὶ ὁποίοις μὲν λόγοις ἔπεισε Κῦρον ἄλλῃ γέγραπται, δίδωσι δὲ αὐτῷ Κῦρος μυρίους δαρεικούς· [2.6.5] ὁ δὲ λαβὼν οὐκ ἐπὶ ῥᾳθυμίαν ἐτράπετο, ἀλλ᾽ ἀπὸ τούτων τῶν χρημάτων συλλέξας στράτευμα ἐπολέμει τοῖς Θρᾳξί, καὶ μάχῃ τε ἐνίκησε καὶ ἀπὸ τούτου δὴ ἔφερε καὶ ἦγε τούτους καὶ πολεμῶν διεγένετο μέχρι Κῦρος ἐδεήθη τοῦ στρατεύματος· τότε δὲ ἀπῆλθεν ὡς ξὺν ἐκείνῳ αὖ πολεμήσων. [2.6.6] ταῦτα οὖν φιλοπολέμου μοι δοκεῖ ἀνδρὸς ἔργα εἶναι, ὅστις ἐξὸν μὲν εἰρήνην ἄγειν ἄνευ αἰσχύνης καὶ βλάβης αἱρεῖται πολεμεῖν, ἐξὸν δὲ ῥᾳθυμεῖν βούλεται πονεῖν ὥστε πολεμεῖν, ἐξὸν δὲ χρήματα ἔχειν ἀκινδύνως αἱρεῖται πολεμῶν μείονα ταῦτα ποιεῖν· ἐκεῖνος δὲ ὥσπερ εἰς παιδικὰ ἢ εἰς ἄλλην τινὰ ἡδονὴν ἤθελε δαπανᾶν εἰς πόλεμον. [2.6.7] οὕτω μὲν φιλοπόλεμος ἦν· πολεμικὸς δὲ αὖ ταύτῃ ἐδόκει εἶναι ὅτι φιλοκίνδυνός τε ἦν καὶ ἡμέρας καὶ νυκτὸς ἄγων ἐπὶ τοὺς πολεμίους καὶ ἐν τοῖς δεινοῖς φρόνιμος, ὡς οἱ παρόντες πανταχοῦ πάντες ὡμολόγουν. [2.6.8] καὶ ἀρχικὸς δ᾽ ἐλέγετο εἶναι ὡς δυνατὸν ἐκ τοῦ τοιούτου τρόπου οἷον κἀκεῖνος εἶχεν. ἱκανὸς μὲν γὰρ ὥς τις καὶ ἄλλος φροντίζειν ἦν ὅπως ἔχοι ἡ στρατιὰ αὐτῷ τὰ ἐπιτήδεια καὶ παρασκευάζειν ταῦτα, ἱκανὸς δὲ καὶ ἐμποιῆσαι τοῖς παροῦσιν ὡς πειστέον εἴη Κλεάρχῳ. [2.6.9] τοῦτο δ᾽ ἐποίει ἐκ τοῦ χαλεπὸς εἶναι· καὶ γὰρ ὁρᾶν στυγνὸς ἦν καὶ τῇ φωνῇ τραχύς, ἐκόλαζέ τε ἰσχυρῶς, καὶ ὀργῇ ἐνίοτε, ὡς καὶ αὐτῷ μεταμέλειν ἔσθ᾽ ὅτε. [2.6.10] καὶ γνώμῃ δ᾽ ἐκόλαζεν· ἀκολάστου γὰρ στρατεύματος οὐδὲν ἡγεῖτο ὄφελος εἶναι, ἀλλὰ καὶ λέγειν αὐτὸν ἔφασαν ὡς δέοι τὸν στρατιώτην φοβεῖσθαι μᾶλλον τὸν ἄρχοντα ἢ τοὺς πολεμίους, εἰ μέλλοι ἢ φυλακὰς φυλάξειν ἢ φίλων ἀφέξεσθαι ἢ ἀπροφασίστως ἰέναι πρὸς τοὺς πολεμίους. [2.6.11] ἐν μὲν οὖν τοῖς δεινοῖς ἤθελον αὐτοῦ ἀκούειν σφόδρα καὶ οὐκ ἄλλον ᾑροῦντο οἱ στρατιῶται· καὶ γὰρ τὸ στυγνὸν τότε φαιδρὸν αὐτοῦ † ἐν τοῖς ἄλλοις προσώποις † ἔφασαν φαίνεσθαι καὶ τὸ χαλεπὸν ἐρρωμένον πρὸς τοὺς πολεμίους ἐδόκει εἶναι, ὥστε σωτήριον, οὐκέτι χαλεπὸν ἐφαίνετο· [2.6.12] ὅτε δ᾽ ἔξω τοῦ δεινοῦ γένοιντο καὶ ἐξείη πρὸς ἄλλον ἀρξομένους ἀπιέναι, πολλοὶ αὐτὸν ἀπέλειπον· τὸ γὰρ ἐπίχαρι οὐκ εἶχεν, ἀλλ᾽ ἀεὶ χαλεπὸς ἦν καὶ ὠμός· ὥστε διέκειντο πρὸς αὐτὸν οἱ στρατιῶται ὥσπερ παῖδες πρὸς διδάσκαλον. [2.6.13] καὶ γὰρ οὖν φιλίᾳ μὲν καὶ εὐνοίᾳ ἑπομένους οὐδέποτε εἶχεν· οἵτινες δὲ ἢ ὑπὸ πόλεως τεταγμένοι ἢ ὑπὸ τοῦ δεῖσθαι ἢ ἄλλῃ τινὶ ἀνάγκῃ κατεχόμενοι παρείησαν αὐτῷ, σφόδρα πειθομένοις ἐχρῆτο. [2.6.14] ἐπεὶ δὲ ἄρξαιντο νικᾶν ξὺν αὐτῷ τοὺς πολεμίους, ἤδη μεγάλα ἦν τὰ χρησίμους ποιοῦντα εἶναι τοὺς ξὺν αὐτῷ στρατιώτας· τό τε γὰρ πρὸς τοὺς πολεμίους θαρραλέως ἔχειν παρῆν καὶ τὸ τὴν παρ᾽ ἐκείνου τιμωρίαν φοβεῖσθαι εὐτάκτους ἐποίει. [2.6.15] τοιοῦτος μὲν δὴ ἄρχων ἦν· ἄρχεσθαι δὲ ὑπὸ ἄλλων οὐ μάλα ἐθέλειν ἐλέγετο. ἦν δὲ ὅτε ἐτελεύτα ἀμφὶ τὰ πεντήκοντα ἔτη.

[2.6.1] Οι στρατηγοί πιάστηκαν, όπως είπαμε, κι ύστερα οδηγήθηκαν στο βασιλιά και θανατώθηκαν με αποκεφαλισμό. Ένας απ᾽ αυτούς ήταν ο Κλέαρχος που, όπως παραδέχονται όλοι όσοι τον γνώριζαν καλά, φάνηκε άντρας με γνώση της πολεμικής τέχνης και με απέραντη αγάπη στον πόλεμο. [2.6.2] Γι᾽ αυτό, όσο κρατούσε ο πόλεμος ανάμεσα στους Σπαρτιάτες και στους Αθηναίους, αυτός έμενε εκεί. Όταν όμως έγινε ειρήνη, τότε έπεισε τους συμπατριώτες του πως οι Θράκες έβλαφταν τους Έλληνες, κατάφερε όπως μπορούσε να πάρει την έγκριση των εφόρων και μπήκε στο καράβι κι έφυγε για να πάει να πολεμήσει τους Θράκες, που κατοικούσαν πάνω από τη Χερσόνησο και την Πέρινθο. [2.6.3] Μα οι έφοροι μετάνιωσαν, όταν πια αυτός είχε φύγει, και προσπάθησαν να τον γυρίσουν πίσω από τον Ισθμό. Τότε όμως δεν πειθάρχησε, παρά τράβηξε, αρμενίζοντας γρήγορα, για τον Ελλήσποντο. [2.6.4] Κι έτσι καταδικάστηκε σε θάνατο από τους άρχοντες της Σπάρτης, γιατί αρνήθηκε να υπακούσει. Εξόριστος πια, έρχεται στον Κύρο. Με ποιούς λόγους τον κατάφερε, σε άλλο έργο έχει γραφτεί, πάντως ο Κύρος του έδωσε δέκα χιλιάδες δαρεικούς. [2.6.5] Όταν πήρε τα χρήματα δεν αδράνησε, αλλά με αυτά συγκέντρωσε στρατό και πολεμούσε τους Θράκες και μάλιστα τους νίκησε σε μια μάχη. Από τότε λεηλατούσε τη χώρα τους και τους πολεμούσε αδιάκοπα, ώσπου ο Κύρος χρειάστηκε το στρατό του. Τότε έφυγε, για να πάει να πολεμήσει πάλι μαζί με κείνον. [2.6.6] Αυτά λοιπόν μου φαίνονται πως είναι πράξεις ανθρώπου που έχει απέραντη αγάπη στον πόλεμο· ανθρώπου που μπορεί να ζει ειρηνικά, χωρίς ντροπή ή ζημιά, κι αυτός προτιμάει να πολεμά· που του είναι δυνατό να ζει άνετα, κι αυτός θέλει να κοπιάζει, φτάνει να βρίσκεται σε μάχες· που είναι στο χέρι του να έχει χρήματα χωρίς να κινδυνεύει, κι εκείνος προτιμά να τα κάνει λιγότερα πολεμώντας. {Ο Κλέαρχος προτιμούσε να ξοδεύει χρήματα σε πολέμους, όπως ακριβώς άλλοι τα ξοδεύουν σε έρωτες και άλλες απολαύσεις.} [2.6.7] Τόση μεγάλη αγάπη είχε στον πόλεμο. Νομιζόταν όμως πως είχε και γνώση της πολεμικής τέχνης γι᾽ αυτόν το λόγο, επειδή δηλαδή αγαπούσε τους κινδύνους βαδίζοντας μέρα και νύχτα καταπάνω στους εχθρούς κι επειδή στις κρίσιμες στιγμές είχε φρόνηση, όπως βεβαίωναν όλοι όσοι βρίσκονταν παντού μαζί του. [2.6.8] Έλεγαν πως είχε και ικανότητες να κυβερνά, όσο είναι δυνατό να υπάρχουν διοικητικές ικανότητες με τη μέθοδο που εφάρμοζε κι εκείνος. Ήταν ικανός δηλαδή, περισσότερο από κάθε άλλον, να νοιάζεται να βρίσκει για το στρατό του τα τρόφιμα και να του τα έχει έτοιμα την ώρα που έπρεπε. Ήταν ακόμα ικανός να κάνει τους γύρω του να πιστεύουν ότι πρέπει να πειθαρχούν στον Κλέαρχο. [2.6.9] Αυτό το πετύχαινε με την αυστηρότητα. Είχε πρόσωπο σκυθρωπό και βραχνή φωνή και πάντα τιμωρούσε αυστηρά, καμιά φορά μάλιστα τόσο οργισμένα, που κι ο ίδιος κάποτε μετάνιωνε. [2.6.10] Τιμωρούσε όμως και σκόπιμα. Γιατί είχε τη γνώμη, πως δεν υπάρχει καμιά ωφέλεια από στρατιώτες που δεν τιμωρούνται. Βεβαιώνουν ακόμα πως έλεγε ότι ο στρατιώτης πρέπει να φοβάται περισσότερο τον αρχηγό του παρά τους εχθρούς, αν πρόκειται να φυλάξει φρουρά ή να αποφύγει να βλάψει φίλους ή να βαδίσει ενάντια στους εχθρούς χωρίς αντίρρηση. [2.6.11] Στις κρίσιμες στιγμές οι στρατιώτες με προθυμία πειθαρχούσαν σε κείνον, δεν ήθελαν άλλο στρατηγό. Γιατί έλεγαν, πως τότε η σκυθρωπότητά του φαινόταν ανάμεσα στα άλλα πρόσωπα μια αισιόδοξη διάθεση και η αυστηρότητα έμοιαζε πως ήταν παλικαριά απέναντι στους εχθρούς. Έτσι φαινόταν όχι πια πως προκαλούσε το φόβο αλλά πως έφερνε τη σωτηρία. [2.6.12] Όταν όμως οι στρατιώτες βρίσκονταν έξω από τον κίνδυνο και μπορούσαν να πάνε να τους κυβερνήσει άλλος στρατηγός, τότε πολλοί τον άφηναν κι έφευγαν. Γιατί δεν είχε τρόπους χαριτωμένους, αλλά πάντα ήταν άγριος και σκληρός. Γι᾽ αυτό και οι στρατιώτες είχαν απέναντί του τα ίδια αισθήματα που έχουν τα παιδιά στο δάσκαλο. [2.6.13] Ποτέ δεν είχε ανθρώπους, που να τον ακολουθούν από φιλία και αγάπη. Όποιοι όμως ήταν κοντά του ύστερ᾽ από διαταγή της πατρίδας τους ή επειδή χρειάζονταν κάτι ή γιατί πιέζονταν από κάποιαν ανάγκη, τους κρατούσε σε απόλυτη πειθαρχία. [2.6.14] Μα όταν άρχιζαν να νικούν μαζί του τους εχθρούς, από τότε υπήρχαν σοβαροί λόγοι που έκαναν να είναι χρήσιμοι οι στρατιώτες του. Γιατί, και την τόλμη είχαν να αντιμετωπίζουν τους εχθρούς, και ο φόβος μήπως τιμωρηθούν από κείνον τους έκανε πειθαρχικούς. [2.6.15] Τέτοιος αρχηγός ήταν. Έλεγαν ακόμα πως δεν είχε πολλή διάθεση να παίρνει διαταγές από άλλους. Όταν πέθανε ήταν, πάνω κάτω, πενήντα χρονών.