Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ

Περικλῆς (14.1-15.3)


[14.1] Τῶν δὲ περὶ τὸν Θουκυδίδην ῥητόρων καταβοώντων τοῦ Περικλέους ὡς σπαθῶντος τὰ χρήματα καὶ τὰς προσόδους ἀπολλύντος, ἠρώτησεν ἐν ἐκκλησίᾳ τὸν δῆμον, εἰ πολλὰ δοκεῖ δεδαπανῆσθαι· φησάντων δὲ πάμπολλα, «μὴ τοίνυν» εἶπεν «ὑμῖν, ἀλλ᾽ ἐμοὶ δεδαπανήσθω, καὶ τῶν ἀναθημάτων ἰδίαν ἐμαυτοῦ ποιήσομαι τὴν ἐπιγραφήν». [14.2] εἰπόντος οὖν ταῦτα τοῦ Περικλέους, εἴτε τὴν μεγαλοφροσύνην αὐτοῦ θαυμάσαντες, εἴτε πρὸς τὴν δόξαν ἀντιφιλοτιμούμενοι τῶν ἔργων, ἀνέκραγον κελεύοντες ἐκ τῶν δημοσίων ἀναλίσκειν καὶ χορηγεῖν μηδενὸς φειδόμενον. [14.3] τέλος δὲ πρὸς τὸν Θουκυδίδην εἰς ἀγῶνα περὶ τοῦ ὀστράκου καταστὰς καὶ διακινδυνεύσας, ἐκεῖνον μὲν ἐξέβαλε, κατέλυσε δὲ τὴν ἀντιτεταγμένην ἑταιρείαν.
[15.1] Ὡς οὖν παντάπασι λυθείσης τῆς διαφορᾶς, καὶ τῆς πόλεως οἷον ὁμαλῆς καὶ μιᾶς γενομένης κομιδῇ, περιήνεγκεν εἰς ἑαυτὸν τὰς Ἀθήνας καὶ τὰ τῶν Ἀθηναίων ἐξηρτημένα πράγματα, φόρους καὶ στρατεύματα καὶ τριήρεις καὶ νήσους καὶ θάλασσαν καὶ πολλὴν μὲν δι᾽ Ἑλλήνων, πολλὴν δὲ καὶ διὰ βαρβάρων ἥκουσαν ἰσχὺν καὶ ἡγεμονίαν, ὑπηκόοις ἔθνεσι καὶ φιλίαις βασιλέων καὶ συμμαχίαις πεφραγμένην δυναστῶν, οὐκέθ᾽ ὁ αὐτὸς ἦν οὐδ᾽ ὁμοίως χειροήθης τῷ δήμῳ καὶ ῥᾴδιος ὑπείκειν καὶ συνενδιδόναι ταῖς ἐπιθυμίαις ὥσπερ πνοαῖς τῶν πολλῶν, ἀλλ᾽ ἐκ τῆς ἀνειμένης ἐκείνης καὶ ὑποθρυπτομένης ἔνια δημαγωγίας ὥσπερ ἀνθηρᾶς καὶ μαλακῆς ἁρμονίας ἀριστοκρατικὴν καὶ βασιλικὴν ἐντεινάμενος πολιτείαν, καὶ χρώμενος αὐτῇ πρὸς τὸ βέλτιστον ὀρθῇ καὶ ἀνεγκλίτῳ, τὰ μὲν πολλὰ βουλόμενον ἦγε πείθων καὶ διδάσκων τὸν δῆμον, ἦν δ᾽ ὅτε καὶ μάλα δυσχεραίνοντα κατατείνων καὶ προσβιβάζων ἐχειροῦτο τῷ συμφέροντι, μιμούμενος ἀτεχνῶς ἰατρὸν ποικίλῳ νοσήματι καὶ μακρῷ κατὰ καιρὸν μὲν ἡδονὰς ἀβλαβεῖς, κατὰ καιρὸν δὲ δηγμοὺς καὶ φάρμακα προσφέροντα σωτήρια. [15.2] παντοδαπῶν γὰρ ὡς εἰκὸς παθῶν ἐν ὄχλῳ τοσαύτην τὸ μέγεθος ἀρχὴν ἔχοντι φυομένων, μόνος ἐμμελῶς ἕκαστα διαχειρίσασθαι πεφυκώς, μάλιστα δ᾽ ἐλπίσι καὶ φόβοις ὥσπερ οἴαξι συστέλλων τὸ θρασυνόμενον αὐτῶν καὶ τὸ δύσθυμον ἀνιεὶς καὶ παραμυθούμενος, ἔδειξε τὴν ῥητορικὴν κατὰ Πλάτωνα ψυχαγωγίαν οὖσαν καὶ μέγιστον ἔργον αὐτῆς τὴν περὶ τὰ ἤθη καὶ πάθη μέθοδον, ὥσπερ τινὰς τόνους καὶ φθόγγους ψυχῆς μάλ᾽ ἐμμελοῦς ἁφῆς καὶ κρούσεως δεομένους. [15.3] αἰτία δ᾽ οὐχ ἡ τοῦ λόγου ψιλῶς δύναμις, ἀλλ᾽, ὡς Θουκυδίδης φησίν, ἡ περὶ τὸν βίον δόξα καὶ πίστις τοῦ ἀνδρός, ἀδωροτάτου περιφανῶς γενομένου καὶ χρημάτων κρείττονος· ὃς τὴν πόλιν ἐκ μεγάλης μεγίστην καὶ πλουσιωτάτην ποιήσας καὶ γενόμενος δυνάμει πολλῶν βασιλέων καὶ τυράννων ὑπέρτερος, ὧν ἔνιοι καὶ ἐπὶ τοῖς υἱέσι διέθεντο ‹τοῖς› ἐκείνου, μιᾷ δραχμῇ μείζονα τὴν οὐσίαν οὐκ ἐποίησεν ἧς ὁ πατὴρ αὐτῷ κατέλιπε.


Κατηγορίες των αριστοκρατικών. Εξοστρακισμός του Θουκυδίδη
[14.1] Επειδή οι πολιτικοί οπαδοί του Θουκυδίδη κατηγορούσαν τον Περικλή και φώναζαν πως σπαταλά τα χρήματα και εξανεμίζει τα εισοδήματα της πολιτείας, ο Περικλής στην εκκλησία του δήμου ρώτησε το λαό αν νομίζει πως έχουν δαπανηθεί πολλά και όταν φώναξαν «ναι, πάρα πολλά», αυτός είπε: «Λοιπόν τότε η δαπάνη ας βαρύνει εμένα και όχι εσάς. Αλλά πάνω στα μνημεία θα αναγράψω μόνο το δικό μου όνομα». [14.2] Όταν είπε αυτά ο Περικλής, οι Αθηναίοι, είτε γιατί θαύμασαν τη μεγαλοφροσύνη του είτε γιατί είχαν τη φιλοτιμία να πάρουν μέρος στη δόξα των έργων, με κραυγές τον παρακαλούσαν να ξοδεύει από τα δημόσια χρήματα και να τα διαθέτει χωρίς κανένα περιορισμό. [14.3] Τέλος άρχισε μεγάλος αγώνας ανάμεσα στον Περικλή και το Θουκυδίδη για τον εξοστρακισμό ενός από τους δύο. Ο Περικλής τότε κινδύνεψε να χάσει τον αγώνα, αλλά στο τέλος κατόρθωσε να εξοστρακίσει το Θουκυδίδη και να διαλύσει το αντίπαλό του πολιτικό κόμμα.

Η ΑΠΕΡΙΟΡΙΣΤΗ ΕΞΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΚΛΗ (Κεφ. 15 - 16)
Η συγκέντρωση της εξουσίας. Η αφιλοκέρδεια του Περικλή
[15.1] Αφού λοιπόν σταμάτησε ολότελα πια η πολιτική διαμάχη και η πόλη ησύχασε και ενώθηκε όλη σχεδόν σ᾽ ένα σύνολο, ο Περικλής κρατούσε στα χέρια του όλη την Αθήνα και μόνος του κανόνιζε όλα τα ζητήματα που διαχειρίζονταν οι Αθηναίοι: τους φόρους, τα στρατεύματα, τα πλοία, τα νησιά, τη θάλασσα, τη μεγάλη δύναμη που η πόλη είχε αποχτήσει ανάμεσα στους Έλληνες και ανάμεσα στους βαρβάρους, την ηγεμονία που είχε εξασφαλιστεί με την υπακοή των υποταγμένων λαών, καθώς και με τη φιλία των βασιλέων και τη συμμαχία των δυναστών. Από τότε όμως δεν ήταν πια ο ίδιος ούτε τόσο συγκαταβατικός στο λαό, όπως πριν. Δεν υποχωρούσε εύκολα και δεν άφηνε να τον παρασέρνουν οι άνεμοι των επιθυμιών του πλήθους. Τη δημοκρατία που ήταν πριν χαλαρή και συχνά υποχωρητική σα μια μουσική απαλή και άτονη, την ενίσχυσε και την έκαμε πολίτευμα αριστοκρατικό και βασιλικό, για να εφαρμόσει μια πολιτική ίση και δίκαιη προς όλους, που απόβλεπε στο αληθινό συμφέρον του λαού. Πολλές φορες ο λαός τον ακολουθούσε με τη θέλησή του, γιατί τον έπειθε με τις συμβουλές του. Κάποτε όμως, που ο λαός δεν έδειχνε προθυμία να τον ακολουθήσει, αυτός τέντωνε τα λουριά και τον οδηγούσε αναγκαστικά εκεί όπου ήταν το συμφέρον του. Έκανε δηλαδή ό,τι ακριβώς κάνει ο γιατρός, που σε μια μακρόχρονη αρρώστια με πολλά συμπτώματα, άλλοτε επιτρέπει μερικές ευχαριστήσεις που δε βλάφτουν και άλλοτε επιβάλλει θεραπεία οδυνηρή, αλλά σωτήρια.
[15.2] Τα κάθε είδους πάθη που ήταν φυσικό να αναφαίνονται σ᾽ ένα λαό που εξουσίαζε τόσο μεγάλο κράτος, μόνον αυτός είχε τη φυσική ικανότητα να τα κατευθύνει με τον κατάλληλο τρόπο. Χρησιμοποιούσε γι᾽ αυτό σαν πηδάλια κυρίως την ελπίδα και το φόβο, είτε για να περιορίσει τη θρασύτητα των πολιτών είτε για να μετριάσει την αποθάρρυνσή τους και να τους παρηγορήσει. Έδειξε έτσι ότι η ρητορική είναι, κατά τον Πλάτωνα, ένα μέσο για τη διαπαιδαγώγηση των ψυχών και έχει κυριότατο έργο της να κατευθύνει τα ήθη και τα πάθη, σα να είναι κάποιοι τόνοι και φθόγγοι της ψυχής που πρέπει να τους εγγίζει κανείς και να τους χειρίζεται με τον πιο κατάλληλο τρόπο. [15.3] Αιτία της επιτυχίας του δεν ήταν απλώς η δύναμη του λόγου του, παρά, όπως λέει ο ιστορικός Θουκυδίδης, η υπόληψη που απόχτησε από τον τρόπο της ζωής του και η εμπιστοσύνη που κέρδισε σαν άνθρωπος ολοφάνερα και ολότελα αφιλόκερδος και ανώτερος από χρήματα. Ενώ την πόλη που ήταν μεγάλη την έκαμε τρισμεγάλη και απεριόριστα πλούσια και ενώ ξεπέρασε στη δύναμη πολλούς βασιλείς και τυράννους, που μερικοί μάλιστα άφησαν μεγάλη κληρονομιά στα παιδιά τους, εκείνος δεν αύξησε ούτε κατά μία δραχμή την περιουσία που του είχε αφήσει ο πατέρας του.