ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Έφθασα εδώ
στη γη των Θηβαίων.
Είμαι ο Διόνυσος,
ο υιός του Διός.
Μ᾽ έφερε στον κόσμο η κόρη του Κάδμου η Σεμέλη,
τότε που την ξεγέννησε το λαμπερό πυρ της αστραπής.
Τη θεϊκή μορφή μου με μορφή θνητού την άλλαξα
5και στέκω εδώ στα νάματα της Δίρκης και το νερό του Ισμηνού.
Βλέπω μπροστά μου, πλάι στο παλάτι, το μνήμα της μητρός μου,
που την επήρε ο κεραυνός.
Τα ερείπια του οίκου της καπνίζουν.
Η φλόγα του ιερού πυρός ζει ακόμη
—αθάνατη ύβρις της Ήρας προς τη μητέρα μου.
10Επαινώ τον Κάδμο
που εκήρυξε άβατο αυτό το χώρο,
ιερό περίβολο της θυγατρός του.
Εγώ τον σκέπασα με χλωρό κλήμα πολυστάφυλο.
Άφησα τους πολύχρυσους κάμπους της Λυδίας και της Φρυγίας,
πέρασα τα ηλιοδαρμένα υψίπεδα των Περσών
και τα Βάκτρια τείχη
15και την άγρια χώρα των Μήδων
και την ευλογημένη Αραβία
και τη Μικρά Ασία ολόκληρη,
που απλώνεται πλάι στο αλμυρό κύμα
με τους ωραίους πύργους της να στεφανώνουν πόλεις πολυάνθρωπες,
όπου Έλληνες και βάρβαροι ζουν αξεχώριστοι,
20και ήρθα σ᾽ αυτή την πόλη των Ελλήνων,
αφού πρώτα εκεί τους έριξα στους χορούς και καθιέρωσα τις τελετές μου,
για να είμαι θεός φανερωμένος στους θνητούς.
Σε γη ελληνική, πρώτη την πόλη της Θήβας
την έντυσα με το δέρμα του ελαφιού,
25της έβαλα στο χέρι τον θύρσο, το κισσοστόλιστο βέλος,
και την ανάγκασα να υψώσει τον ιερό αλαλαγμό,
επειδή οι αδελφές της μητρός μου,
οι τελευταίες που θα ᾽πρεπε,
δεν αναγνώριζαν ότι ο Διόνυσος είναι γιος του Διός·
η Σεμέλη, έλεγαν, κοιμήθηκε με κάποιο θνητό
και ύστερα φόρτωσε στον Δία το αμαρτωλό κρεβάτι της
30—τεχνάσματα του Κάδμου.
Και διατυμπάνιζαν ότι αυτός ήταν ο λόγος που την σκότωσε ο Ζευς,
το ψέμα ότι πλάγιασε μαζί της.
Εγώ λοιπόν αυτές τις ίδιες τις κέντρισα με τη μανία.
Άφησαν τα σπίτια τους και αλλοπαρμένες κατοικούν στα όρη.
Τις ανάγκασα να φορέσουν τη στολή των οργίων μου.
35Και όλο το γυναικείο γένος των Καδμείων,
όσες γυναίκες υπήρχαν,
από τα σπίτια τους τις σήκωσα με τη μανία.
Μαζί με τις κόρες του Κάδμου, όλες τους ένα,
κάθονται κάτω από χλωρά έλατα πάνω σε γυμνούς βράχους.
Η πόλη αυτή πρέπει κάποτε να μάθει, ακόμη και αν δεν θέλει,
40τί θα πει να μένει αμύητη στις τελετές μου·
και πρέπει να υπερασπιστώ τη μητέρα μου τη Σεμέλη,
να φανερώσω στους θνητούς ότι είμαι θεός
που με γέννησε με τον Δία.
Ο Κάδμος, τώρα, παρέδωσε τιμή και βασιλεία στον γιο της θυγατρός του τον Πενθέα.
45Εκείνος με πολεμά και γίνεται θεομάχος.
Από τις σπονδές με αποκλείει
και στις προσευχές του ποτέ δεν με θυμάται.
Σ᾽ αυτόν λοιπόν και σ᾽ όλους τους Θηβαίους
θα δείξω ότι είμαι θεός.
Και όταν εδώ βάλω τα πράγματα σε τάξη,
θα κατευθύνω σε άλλη γη τα βήματά μου,
φανερώνοντας ποιός είμαι.
50Αν η πόλη των Θηβαίων ζητήσει οργισμένη
να διώξει από τα όρη τις βάκχες με τα όπλα,
θα οδηγήσω τον στρατό των μαινάδων και θα δώσω μάχη.
Γι᾽ αυτό έχω πάρει όψη θνητού και μεταμορφώθηκα σε άνδρα.
55Θίασέ μου,
γυναίκες που αφήσατε τον Τμώλο, την ασπίδα της Λυδίας,
που σας φέρνω από χώρες βαρβάρων,
αχώριστες συντρόφισσές μου όπου σταθώ και όπου βρεθώ,
υψώστε τα φρυγικά τύμπανα,
εύρημα της μητέρας Ρέας και δικό μου,
60ελάτε γύρω από τα βασιλικά δώματα του Πενθέα
και χτυπάτε, για να βλέπει η πόλη του Κάδμου.
Εγώ θα πάω στα φαράγγια του Κιθαιρώνα,
όπου βρίσκονται οι βάκχες,
και μαζί τους θα μοιραστώ τους χορούς.
|