Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ

Πλοῦτος (93-132)


ΧΡ. καὶ μὴν διὰ τοὺς χρηστούς γε τιμᾶται μόνους
καὶ τοὺς δικαίους. ΠΛ. ὁμολογῶ σοι. ΧΡ. φέρε, τί οὖν;
95εἰ πάλιν ἀναβλέψειας, ὥσπερ καὶ πρὸ τοῦ,
φεύγοις ἂν ἤδη τοὺς πονηρούς; ΠΛ. φήμ᾽ ἐγώ.
ΧΡ. ὡς τοὺς δικαίους δ᾽ ἂν βαδίζοις; ΠΛ. πάνυ μὲν οὖν·
πολλοῦ γὰρ αὐτοὺς οὐχ ἑόρακά πω χρόνου.
ΚΑ. καὶ θαῦμά γ᾽ οὐδέν· οὐδ᾽ ἐγὼ γὰρ ὁ βλέπων.
100ΠΛ. ἄφετόν με νῦν· ἴστον γὰρ ἤδη τἀπ᾽ ἐμοῦ.
ΧΡ. μὰ Δί᾽, ἀλλὰ πολλῷ μᾶλλον ἑξόμεσθά σου.
ΠΛ. οὐκ ἠγόρευον ὅτι παρέξειν πράγματα
ἐμέλλετόν μοι; ΧΡ. καὶ σύ γ᾽, ἀντιβολῶ, πιθοῦ,
καὶ μή μ᾽ ἀπολίπῃς· οὐ γὰρ εὑρήσεις ἐμοῦ
105ζητῶν ἔτ᾽ ἄνδρα τοὺς τρόπους βελτίονα.
ΚΑ. μὰ τὸν Δί᾽, οὐ γὰρ ἔστιν ἄλλος πλὴν ἐγώ.
ΠΛ. ταυτὶ λέγουσι πάντες· ἡνίκ᾽ ἂν δέ μου
τύχωσ᾽ ἀληθῶς καὶ γένωνται πλούσιοι,
ἀτεχνῶς ὑπερβάλλουσι τῇ μοχθηρίᾳ.
110ΧΡ. ἔχει μὲν οὕτως, εἰσὶ δ᾽ οὐ πάντες κακοί.
ΠΛ. μὰ Δί᾽, ἀλλ᾽ ἁπαξάπαντες.
ΚΑ. οἰμώξει μακρά.
ΧΡ. σοὶ δ᾽ ὡς ἂν εἰδῇς ὅσα, παρ᾽ ἡμῖν ἢν μένῃς,
γενήσετ᾽ ἀγαθά, πρόσεχε τὸν νοῦν ἵνα πύθῃ.
οἶμαι γάρ, οἶμαι —ξὺν θεῷ δ᾽ εἰρήσεται—
115ταύτης ἀπαλλάξειν σε τῆς ὀφθαλμίας
βλέψαι ποήσας. ΠΛ. μηδαμῶς τοῦτ᾽ ἐργάσῃ·
οὐ βούλομαι γὰρ πάλιν ἀναβλέψαι. ΧΡ. τί φῄς;
ΚΑ. ἅνθρωπος οὗτός ἐστιν ἄθλιος φύσει.
ΠΛ. ὁ Ζεὺς μὲν οὖν οἶδ᾽ ὡς, τὰ τούτων μῶρ᾽ ἔμ᾽ εἰ
120πύθοιτ᾽, ἂν ἐπιτρίψειε. ΧΡ. νῦν δ᾽ οὐ τοῦτο δρᾷ,
ὅστις σε προσπταίοντα περινοστεῖν ἐᾷ;
ΠΛ. οὐκ οἶδ᾽· ἐγὼ δ᾽ ἐκεῖνον ὀρρωδῶ πάνυ.
ΧΡ. ἄληθες, ὦ δειλότατε πάντων δαιμόνων;
οἴει γὰρ εἶναι τὴν Διὸς τυραννίδα
125καὶ τοὺς κεραυνοὺς ἀξίους τριωβόλου,
ἐὰν ἀναβλέψῃς σὺ κἂν σμικρὸν χρόνον;
ΠΛ., μὴ λέγ᾽, ὦ πόνηρε, ταῦτ᾽. ΧΡ. ἔχ᾽ ἥσυχος.
ἐγὼ γὰρ ἀποδείξω σε τοῦ Διὸς πολὺ
μεῖζον δυνάμενον. ΠΛ. ἐμὲ σύ; ΧΡ. νὴ τὸν οὐρανόν.
130αὐτίκα γὰρ — ἄρχει διὰ τί ὁ Ζεὺς τῶν θεῶν;
ΚΑ. διὰ τἀργύριον· πλεῖστον γάρ ἐστ᾽ αὐτῷ. ΧΡ. φέρε,
τίς οὖν ὁ παρέχων ἐστὶν αὐτῷ τοῦθ᾽; ΚΑ. ὁδί.


ΧΡΕ. Κι όμως τιμιέται μόνο απ᾽ τους καλούς
κι από τους δίκιους. ΠΛΟ. Φυσικά! ΧΡΕ. Και τώρα
γιά ξήγησέ μου· αν άξαφν᾽ αποχτούσες
το πρωτινό σου φως, εδώ και πέρα
θ᾽ αλάργευες απ᾽ τους κακούς; ΠΛΟ. Και βέβαια.
ΧΡΕ. Και στους δίκιους θα πηαίνεις; ΠΛΟ. Ούτε λόγος.
Κι έχω πολύν καιρό να ιδώ κανέναν!
ΧΡΕ. Φυσικά. Μήτ᾽ εγώ, που βλέπω ακόμα!
ΠΛΟ. Μάθατε τα δικά μου. Τώρ᾽ αφήστε με.100
ΧΡΕ. Όχι, μά το θεό. Τώρα ίσα ίσα
θα σε κρατάμε πιο σφιχτά. ΠΛΟ. Δεν το ᾽λεγα
πως δύσκολα θα ξέμπλεκα από σας;
ΧΡΕ. Παρακαλώ και συ μην επιμένεις
να μου φύγεις, γιατ᾽ όσο και να ψάχνεις,
δε θά ᾽βρεις άλλον άνθρωπο από μένα
πιο καλόβολον. Άλλος δεν υπάρχει!
ΠΛΟ. Όλοι έτσι λένε. Κι όντας μ᾽ αποχτήσουν
αληθινά και γίνουν πλούσιοι, τότες
ξεπερνούνε τα όρια της κακίας!
ΧΡΕ. Σωστά. Μα και δεν είναι όλοι κακοί.110
ΠΛΟ. Όλοι αράδα. ΚΑΡ. Θα τον καταχερίσω!
ΧΡΕ. (στον Πλούτο)
Για να μάθεις πόσο καλό θα βρεις
από μας, αν μαζί μας έρθεις, βάλε
αυτί ν᾽ ακούσεις· έχω και παράχω
ελπίδα με το θέλημα του θεού
να σ᾽ απαλλάξω από τη στραβομάρα.
ΠΛΟ. Αυτό δε θα το κάνεις! Δεν το θέλω
να ξαναβρώ το φως μου! ΧΡΕ. Μωρ᾽ τί λες!
ΚΑΡ. Μωρ᾽ είναι κακομοίρης από κούνια!
ΠΛΟ. Αν άκουγεν ο Δίας τις κουταμάρες
αυτουνώνε, πολύ κακό θα μου ᾽κανε!
ΧΡΕ. Μήπως τώρα λιγότερο σου κάνει,120
που σ᾽ αφήνει να σκουντουφλάς στους δρόμους
δώθε κείθε; ΠΛΟ. Δεν ξέρω. Τον φοβάμαι.
ΧΡΕ. Αλήθεια, κι είσαι ο πιο κιοτής απ᾽ όλους
τους ημίθεους. Φαντάζεσαι πως όλο
το βασιλίκι και τ᾽ αστροπελέκια
του Δία αξίζουν τάχα μια πεντάρα,
αν ξαναβρείς το φως σου και για λίγες
μονάχα μέρες; ΠΛΟ. Α! Μην ξεστομίζεις
τέτοια λόγια, πανάθλιε! ΧΡΕ. Μα για στάσου
κι εγώ θα σου αποδείξω ευτύς πως είσαι
πολύ πιο δυνατός από το Δία.
ΠΛΟ. Εμένα, εσύ; ΧΡΕ. Ναι, μά τον ουρανό!
Ορίστε! Πώς ο Δίας εξουσιάζει130
τους θεούς; ΚΑΡ. Με το χρήμα. Έχει αλογάριαστο.
ΧΡΕ. (στον Πλούτο)
Πε μου τώρα, ποιός του το δίνει;
ΚΑΡ. (δείχνοντας τον Πλούτο)
Τούτος.