ΠΟΛΕΜΟΣ
Ε σεις θνητοί, θνητοί βασανισμένοι,
πόσο θα σας πονέσουν οι μασέλες!
ΤΡΥ. Βρε τί πλατιά καυκιά, ω Απόλλωνά μου!
Τί φρίκη! Μα κι ο Πόλεμος τί βλέμμα!
240Αυτός είναι που μπρος του φεύγουν όλοι,
ο άγριος, ο τρομερός, που από τα σκέλια;…
ΠΟΛ. Τρισάθλιες και πεντάθλιες και μυριάθλιες
Πρασιές, τώρα ήρθε η μέρα να χαθείτε.
Ρίχνει πράσα στο γουδί.
ΤΡΥ., στους θεατές.
Εμάς αυτό δε μας πειράζει ακόμα,
φίλοι μου· η συμφορά είναι των Λακώνων.
ΠΟΛ., ρίχνοντας στο γουδί σκόρδα.
Μέγαρα, Μέγαρα, α, θα στουμπιστείτε,
θα γίνετε σε λίγο σκορδοστούμπι.
ΤΡΥ. Πωπώ, τί αψιά και καυτερά τα δάκρυα
που για τους Μεγαρίτες ρίχνει μέσα!
ΠΟΛ., ρίχνοντας τυρί.
250Ήρθε κι εσέ ο χαμός σου, Σικελία.
ΤΡΥ. Τί πόλη, και θα γίνει τρίμμα η δόλια!
ΠΟΛ. Μέλι αττικό από πάνω ας ρίξω τώρα.
ΤΡΥ. Τέσσερις οβολούς στοιχίζει τούτο·
πάρε άλλο μέλι· τ᾽ αττικό άφησέ το.
ΠΟΛ., φωνάζει.
Τάραχε, δούλε!
ΤΑΡΑΧΟΣ
Τί με κράζεις; ΠΟΛ. Δάκρυα
θα χύσεις· έτσι στέκεσαι; Άρπα μία,
Τον χαστουκίζει.
ΤΡΥ. Τί τσουχτερή! ΤΑΡ. Οχ, αφέντη, αλίμονό μου.
ΤΡΥ. Μην έβαλε και σκόρδα στη σφαλιάρα;
ΠΟΛ. Φέρε ένα γουδοχέρι. ΤΑΡ. Πού να τό ᾽βρω;
260χτες μόλις κουβαλήσαμε, καημένε.
ΠΟΛ. Τρέξε στους Αθηναίους και ζήτησε ένα.
ΤΑΡ. Καλά, πηγαίνω· (Μέσα του.) αλλιώς, θα μου τις βρέξει.
ΤΡΥΓ., στους θεατές.
Τί θα κάμουμε, ανθρώποι φουκαράδες;
Το βλέπετε τί κίνδυνος μας ζώνει·
αν φέρει το γουδόχερο, τις πόλεις
θα κάθεται μ᾽ αυτό να τις στουμπίζει.
Ω Διόνυσε, ας χαθεί κι ας μη γυρίσει.
|