Εξώφυλλο

Αριάδνη

Μορφές και Θέματα της Αρχαίας Ελληνικής Μυθολογίας

της Δήμητρας Μήττα

ΑΙΓΙΣΘΟΣ

    Πατέρας του Αίγισθου ήταν ο Θυέστης.

     

     

    Μητέρα του ήταν η κόρη του Θυέστη Πελοπία· το όνομα της μητέρας της δε μαρτυρείται. Μετά την απομάκρυνση της οικογένειας του Θυέστη από την Αργολίδα, όταν ο Ατρέας κέρδισε τον θρόνο, η κόρη βρήκε προστασία στον βασιλιά Θεσπρωτό της Σικυώνας. Εκεί κατέφυγε και ο Θυέστης μετά τη δολοφονία των αγοριών του από τον Ατρέα, τον διαμελισμό τους και το συμπόσιο που του πρόσφερε ο Ατρέας με τα κρέατα των σφαγμένων παιδιών του. (Εικ. 3, 4, 5, 6, 7) Εκεί, στη Σικυώνα, ο Θυέστης ενώθηκε με την ίδια του την κόρη Πελοπία. Λεγόταν ότι αυτή η ένωση ήταν αποτέλεσμα βιασμού, και μάλιστα στον βωμό της Αθηνάς την ώρα που η Πελοπία τελούσε θυσία, καθώς ο Θυέστης είχε πάρει χρησμό ότι η εκδίκηση θα ερχόταν από γιο που θα αποκτούσε με αιμομικτική ένωση. Την ώρα του βιασμού έπεσε το σπαθί του, ή του το απέσπασε η Πελοπία. Και στις δύο εκδοχές η Πελοπία φύλαξε το ξίφος και το παρέδωσε στον γιο της ως κάτι που θα μπορούσε να συντελέσει στην αναγνώριση πατέρα και γιου αργότερα, όπως και έγινε. Άλλοτε εκδοχή του μύθου θέλει η ένωση πατέρα και κόρης να έγινε χωρίς να γνωρίζει ο ένας την ταυτότητα του άλλου.

    Όσο ακόμη ήταν έγκυος η Πελοπία, την παντρεύτηκε ο Ατρέας χωρίς να γνωρίζει την ταυτότητά της. Στην εκδοχή που θέλει την ένωση αποτέλεσμα βιασμού, η μητέρα εγκατέλειψε το βρέφος αμέσως μόλις γεννήθηκε στο βουνό, όπου το έθρεψε με το γάλα της μια αίγα, γι' αυτό και οι βοσκοί ονόμασαν το παιδί Αίγισθο. Σύμφωνα με άλλη εκδοχή η ένωση έγινε, ανεπίγνωστα για την ταυτότητα των δύο εραστών, στο παλάτι του βασιλιά Θεσπρωτού. Σε άλλη εκδοχή το παιδί μεγάλωσε μέσα στο παλάτι σαν θετός γιος του βασιλιά. (Εικ. 8, 9, 10, 11, 12)

    Ο Ατρέας ζήτησε από τους γιους του, ή από τον Αίγισθο, να του βρουν τον Θυέστη και να τον φέρουν στις Μυκήνες. Εκεί τον φυλάκισε και έβαλε τον Αίγισθο να τον σκοτώσει· όμως Θυέστης και Αίγισθος αναγνωρίστηκαν έγκαιρα ως πατέρας και γιος από το σπαθί με το οποίο ήταν έτοιμος να σκοτώσει ο γιος τον πατέρα και το οποίο ήταν το σπαθί που έπεσε από τον Θυέστη, ή του το άρπαξε η Πελοπία, την ώρα του βιασμού. Μάλιστα, κάλεσαν και την Πελοπία, και τότε ο Θυέστης αποκάλυψε σε εκείνην και τον Αίγισθο την πραγματική τους ταυτότητα και τους δεσμούς συγγένειας που τους ένωναν. Η Πελοπία άρπαξε το σπαθί και αυτοκτόνησε. Με αυτό το γεμάτο αίμα σπαθί ο Αίγισθος αναζήτησε τον Ατρέα που τον βρήκε να τελεί ευχαριστήριες θυσίες στους θεούς για τον θάνατο του αδελφού του, που νόμιζε ότι είχε εκτελεστεί. Τον σκότωσε, εξόρισε τους δύο νεαρούς Ατρείδες Αγαμέμνονα και Μενέλαο και βασίλευσε μαζί με τον πατέρα του στις Μυκήνες.

    Όσο μαινόταν ο Τρωικός πόλεμος, ο Αίγισθος βάλθηκε να γοητεύσει την Κλυταιμνήστρα. Για αρκετό καιρό μετά την αποχώρηση του Αγαμέμνονα, η Κλυταιμνήστρα του έμεινε πιστή. Εξάλλου, ο σύζυγος είχε προνοήσει να αφήσει δίπλα της, σύμβουλό της και πληροφοριοδότη του, τον αοιδό Δημόδοκο. Εκείνη, όμως, γρήγορα υπέκυψε στην πολιορκία του Αίγισθου, ίσως γιατί είχε πληροφορηθεί τη σχέση του άνδρα της με τη Χρυσηίδα, ίσως από εκδίκηση για τη θυσία της Ιφιγένειας, ίσως από προτροπή του Ναύπλιου που είχε βάλει σκοπό της ζωής του να διαφθείρει τις γυναίκες των Ελλήνων στρατηγών, προκειμένου να εκδικηθεί τον θάνατο του γιου του Παλαμήδη. Κλυταιμνήστρα και Αίγισθος έμειναν μαζί μέχρι την επιστροφή του Αγαμέμνονα, οπότε και, σύμφωνα με μια εκδοχή του μύθου, εκδικήθηκε τον θάνατο των αδελφών του από τον Ατρέα εξυφαίνοντας τη δολοφονία του Αγαμέμνονα, γιου του Ατρέα

    Πράγματι, στο ταξίδι της επιστροφής μετά την άλωση της Τροίας, ο Αγαμέμνονας ταλαιπωρήθηκε πολύ. Καθυστέρησε να ξεκινήσει από την Τροία, προκειμένου να εξιλεώσει, μάταια, τη θεά Αθηνά για τις καταστροφές που επέφεραν οι Αχαιοί στα ιερά των θεών. Με καιρό ευνοϊκό αναχώρησε από την Τρωάδα, έφτασε στην Τένεδο και από εκεί έβαλε πλώρη για την Εύβοια. Στον Καφηρέα πολλά πλοία βούλιαξαν και πολλοί Αχαιοί πνίγηκαν από αναπάντεχη θύελλα. Χάρη στην εύνοια της Ήρας ο Αγαμέμνονας και τα πλοία του διασώθηκαν. Αλλά τρικυμία τον έσπρωξε στα Κύθηρα, όπου παλιά βασίλευε ο Θυέστης και τώρα ο γιος του και εραστής της Κλυταιμνήστρας Αίγισθος, ο οποίος εκείνη την εποχή βρισκόταν στις Μυκήνες και ενημερώθηκε για την επιστροφή του Αγαμέμνονα από φρουρό που ήταν στημένος σε ύψωμα. Έτσι, προτού ο Αγαμέμνων προλάβει να πληροφορηθεί οτιδήποτε σχετικό με το βασίλειό του, ο Αίγισθος τον υποδέχτηκε και τον κάλεσε στο σπίτι του για συμπόσιο. Εκεί τον δολοφόνησε, μαζί με τους είκοσι ακολούθους του, ενώ η κρυμμένη την ώρα του φονικού Κλυταιμνήστρα εμφανίστηκε και με σπαθί σκότωσε την Κασσάνδρα, το σώμα της οποίας παρέμεινε άταφο και γυμνό σε χείμαρρο δίπλα στον τάφο του Αγαμέμνονα. (Εικ. 13, 14, 15, 16, 17, 18, 19, 20, 21, 22, 23, 24, 25, 26, 27, 28, 29)

    Σύμφωνα με τον Αισχύλο (Αγαμέμνων, 458 π.Χ.), ο οποίος μάλλον ακολουθεί τον Πίνδαρο (Πυθ. 11.17 κ.ε.) και τον παλαιότερο Στησίχορο (7ος-6ος αι. π.Χ.), τη δολοφονία οργάνωσε και εκτέλεσε η Κλυταιμνήστρα, ενώ ο Αίγισθος, άβουλος και δειλός, καυχιέται ότι κατέστρωσε το σχέδιο έχοντας ως κίνητρο την ύβρι που είχε διαπράξει ο πατέρας (ή παππούς) του Αγαμέμνονα, ο Ατρέας, σκοτώνοντας τα παιδιά του αδελφού του Θυέστη και παραθέτοντάς τα ως δείπνο στον πατέρα τους. Για επτά χρόνια βασίλευσε μαζί με την Κλυταιμνήστρα. Σύμφωνα με την τραγωδία Ηλέκτρα του Ευριπίδη, ο Αίγισθος, προκειμένου η γενιά του Ατρέα να μην έχει απογόνους, προσπάθησε να σκοτώσει τον Ορέστη και κράτησε την Ηλέκτρα κοντά του χωρίς να την δίνει σε κανέναν. Τον σκότωσε τελικά ο Ορέστης, την ώρα που τελούσε θυσία στους θεούς -σε παρόμοια στιγμή είχε σκοτώσει ο Αίγισθος τον Ατρέα. Η Ηλέκτρα του Ευριπίδη θα χαρεί με το γεγονός. (Εικ. 30, 31, 32, 33, 34, 35, 36, 37, 38, 39, 40, 41, 42, 43, 44, 45, 46, 47)