[4.14.1] Τώρα, από πού καταγόταν ο Αριστέας, ο ποιητής αυτού του έπους, έχει ειπωθεί· θα πω όμως την ιστορία που άκουσα γι᾽ αυτόν στην Προκόννησο και στην Κύζικο. Λένε δηλαδή πως ο Αριστέας, από οικογένεια της πρώτης σειράς μέσα στην πόλη τους, μόλις μπήκε μέσα σε υφαντήριο στην Προκόννησο, πέθανε, και πως ο υφαντής έκλεισε καλά το εργαστήρι του κι έσπευσε να ειδοποιήσει τους συγγενείς του νεκρού. [4.14.2] Και πως το νέο πια είχε κάνει το γύρο της πόλης, ότι ο Αριστέας πέθανε και πάει, όταν ήρθε από την πόλη Αρτάκη ένας Κυζικηνός και αμφισβητούσε την είδηση, επιμένοντας πως συναπαντήθηκε με τον Αριστέα που πορευόταν για την Κύζικο και πως πιάσανε κουβέντα. Κι αυτός με πείσμα ν᾽ αμφισβητεί, όμως οι συγγενείς του νεκρού έφτασαν στο υφαντήριο μ᾽ όλα τα χρειαζούμενα για να σηκώσουν το νεκρό για ταφή. [4.14.3] Όμως, λένε πως, όταν άνοιξαν την πόρτα της οικοδομής, δε φαινόταν ούτε πεθαμένος ούτε ζωντανός ο Αριστέας. Και πως ύστερα από έξι χρόνια παρουσιάστηκε αυτός στην Προκόννησο κι έγραψε αυτό το επικό ποίημα, που σήμερα οι Έλληνες το ονομάζουν Τα Αριμάσπεια, και πως μόλις το έγραψε έγινε άφαντος για δεύτερη φορά. [4.15.1] Λοιπόν αυτά λένε αυτές οι πολιτείες, εγώ όμως έμαθα τα παρακάτω περιστατικά που έγιναν στο Μεταπόντιο της Ιταλίας διακόσια σαράντα χρόνια ύστερ᾽ από τη δεύτερη φορά που έγινε άφαντος ο Αριστέας· τόσα τα έβγαζα συνδυάζοντας τα όσα λέγονται στην Προκόννησο και το Μεταπόντιο. [4.15.2] Οι Μεταποντίνοι λένε πως εμφανίστηκε στη χώρα τους ο ίδιος ο Αριστέας και τους παράγγειλε να ιδρύσουν βωμό για τον Απόλλωνα και δίπλα του να στήσουν ανδριάντα με επιγραφή «Αριστέας ο Προκοννήσιος», γιατί, τους είπε, η χώρα τους είναι η μοναδική από τις Ιταλιωτικές που την επισκέφτηκε ο Απόλλων, κι ότι ακόλουθός του ήταν ο ίδιος — αυτός που τώρα είναι Αριστέας. Αλλά πως τότε, όταν ήταν στην ακολουθία του θεού, ήταν κοράκι. [4.15.3] Και, λένε οι Μεταποντίνοι πως, αφού είπε αυτό, έγινε άφαντος· ακόμα, πως έστειλαν ανθρώπους τους στους Δελφούς και ρωτούσαν το θεό τί ήταν αυτός ο άνθρωπος–φάντασμα. Και πως η Πυθία τούς παράγγειλε ν᾽ ακούσουν το φάντασμα, κι αν το ακούσουν, θα ᾽χουν μεγαλύτερο διάφορο. Και πως αυτοί τα δέχτηκαν αυτά και τα εκτέλεσαν κατά γράμμα. [4.15.4] Και σήμερα είναι στημένος ανδριάντας με την επιγραφή «Αριστέας» ακριβώς δίπλα από το βωμό του Απόλλωνα, περιτριγυρισμένος από δαφνόδεντρα — κι ο βωμός βρίσκεται στην αγορά. Λοιπόν, σα να ᾽ναι αρκετά τα όσα είπαμε για τον Αριστέα. [4.16.1] Τώρα, τί υπάρχει πέρα απ᾽ τη χώρα που έχω πρόθεση να περιγράψω σ᾽ αυτό το μέρος της ιστορίας μου, κανένας δεν το ξέρει με βεβαιότητα· γιατί οπωσδήποτε δεν μπορώ να έχω πληροφορίες από κανέναν που να υποστηρίζει ότι τη γνώρισε ως αυτόπτης. Γιατί ακόμα κι ο Αριστέας, για τον οποίο έκανα λόγο λίγο παραπάνω, ούτε κι ως ποιητής ετούτος σ᾽ αυτό του το έπος είπε ότι έφτασε πιο πέρα από τους Ισσηδόνες, αλλά περιέγραψε τα πιο πέρα απ᾽ όσα είχε ακούσει, δηλώνοντας πως οι Ισσηδόνες είναι που τα λένε αυτά. [4.16.2] Αλλά όσες εξακριβωμένες πληροφορίες μπορέσαμε να εξασφαλίσουμε από διηγήσεις άλλων για τις πιο απομακρυσμένες περιοχές, θα τις εκθέσουμε όλες. [4.17.1] Από το εμπορικό κέντρο των Βορυσθενιτών (επειδή αυτό βρίσκεται ακριβώς στο μέσο της παραθαλάσσιας περιοχής [ολόκληρης] της Σκυθίας), από αυτό ξεκινώντας πρώτους συναντάς τους Καλλιπίδες, που είναι Ελληνοσκύθες, και πιο πάνω απ᾽ αυτούς άλλο έθνος, που ονομάζονται Αλιζώνες. Λοιπόν, κι ετούτοι και οι Καλλιπίδες στις άλλες τους ασχολίες δε διαφέρουν από τους Σκύθες, όμως σιτάρι και σπέρνουν και τρώνε, όπως και κρεμμύδια και σκόρδα και φακές και κεχρί. [4.17.2] Και πιο πάνω από τους Αλιζώνες κατοικούν οι Σκύθες γεωργοί, που σπέρνουν σιτάρι όχι για να το τρώνε, αλλά για να το πουλούν. Και πιο πάνω απ᾽ αυτούς κατοικούν οι Νευροί, αλλά η περιοχή που βρίσκεται βορειότερα απ᾽ τους Νευρούς, όσο ξέρουμε, είναι έρημη από ανθρώπους. Λοιπόν, αυτά τα έθνη βρίσκονται στην περιοχή του ποταμού Ύπανη, στα δυτικά του Βορυσθένη. [4.18.1] Τώρα, όταν περάσεις στην άλλη όχθη του Βορυσθένη, ξεκινώντας από τη θάλασσα πρώτα συναντάς την Υλαία· και πέρ᾽ απ᾽ αυτήν ζουν Σκύθες γεωργοί, αυτούς που οι Έλληνες που ζουν στις όχθες του ποταμού Ύπανη τους ονομάζουν Βορυσθενίτες, κρατώντας για τον εαυτό τους το όνομα Ολβιοπολίτες. [4.18.2] Λοιπόν αυτοί οι Σκύθες γεωργοί κατέχουν μια περιοχή που θέλει πορεία τριών ημερών προς τ᾽ ανατολικά και φτάνουν στον ποταμό που έχει τ᾽ όνομα Παντικάπης, ενώ προς τον άνεμο του βοριά θέλει ταξίδι με πλοίο έντεκα ημερών προς τις πηγές του Βορυσθένη· η χώρα όμως που βρίσκεται πιο πέρα απ᾽ αυτούς είναι ερημιά σε μεγάλη έκταση· [4.18.3] και πέρα απ᾽ την ερημιά ζουν οι Ανδροφάγοι, ένα έθνος διαφορετικό απ᾽ τ᾽ άλλα, εντελώς άσχετο με τους Σκύθες. Λοιπόν, η χώρα που βρίσκεται πιο πάνω απ᾽ αυτούς είναι πια κυριολεκτικά ερημιά και, όσο ξέρουμε, δε ζει εκεί κανένα ανθρώπινο έθνος. [4.19.1] Αλλά τη γη που βρίσκεται ανατολικά από τούτους τους Σκύθες γεωργούς, αφού περάσεις στην άλλη όχθη του ποταμού Παντικάπη, την κατοικούν πια οι νομάδες Σκύθες, που ούτε σπέρνουν τίποτε ούτε οργώνουν· όλη αυτή η γη είναι άδεντρη, εκτός από την Υλαία. Λοιπόν αυτοί οι νομάδες κατέχουν χώρα που προς τ᾽ ανατολικά θέλει πορεία δεκατεσσάρων ημερών και φτάνει ίσαμε τον ποταμό Γέρρο. [4.20.1] Και πέρα από τον ποταμό Γέρρο βρισκόμαστε πια στην περιοχή που την ονομάζουν βασιλική, και στους Σκύθες τους άριστους και τους περισσότερους, που θεωρούν δούλους τους τούς υπόλοιπους Σκύθες· κι η χώρα τους απλώνεται στα νότια ώς τη χώρα των Ταύρων, στ᾽ ανατολικά ώς την τάφρο, αυτήν δα που έσκαψαν τα παιδιά των τυφλών, κι ώς το εμπορικό κέντρο της λίμνης Μαιήτιδας, που ονομάζεται Κρημνοί, κι από την άλλη μεριά φτάνει ώς τον ποταμό Τάναη. [4.20.2] Και στα μέρη που βρίσκονται πιο πάνω απ᾽ τους βασιλικούς Σκύθες, προς τον άνεμο του βοριά, ζουν οι Μελάγχλαινοι, έθνος διαφορετικό από τους Σκύθες. Και στα μέρη τα πιο πέρα απ᾽ τους Μελαγχλαίνους βρίσκονται λίμνες και περιοχές ακατοίκητες από ανθρώπους, ώς εκεί που φτάνει η γνώση μας. [4.21.1] Όταν όμως περάσεις στην άλλη όχθη του ποταμού Τάναη, δε βρίσκεσαι πια στη χώρα των Σκυθών, αλλά εκεί την πρώτη μοίρα γης έχουν οι Σαυρομάτες, που αρχίζοντας από τον μυχό της λίμνης Μαιήτιδας κατέχουν τη γη που βρίσκεται προς τον άνεμο του βορρά και θέλει δρόμο δεκαπέντε ημερών να τη διανύσεις, και που σ᾽ όλη την έκτασή της είναι γυμνή κι από άγρια κι από ήμερα δέντρα· πέρα απ᾽ αυτούς ζουν οι Βουδίνοι έχοντας τη δεύτερη μοίρα γης, που ορίζουν περιοχή δασωμένη πυκνά απ᾽ άκρη σ᾽ άκρη με κάθε λογής δέντρα. [4.22.1] Τώρα, πιο πάνω από τους Βουδίνους προς το βοριά, πρώτα πρώτα συναντάς μια έρημο που θέλει δρόμο εφτά ημερών να τη διανύσεις και, μετά την έρημο, αν στρίψεις και πάρεις το δρόμο που φέρνει ανατολικότερα, βρίσκεσαι στη χώρα των Θυσσαγετών, ένα έθνος πολυάριθμο και ξεκομμένο από τα άλλα. [4.22.2] Στη συνέχεια και στην ίδια περιοχή είναι εγκατεστημένοι αυτοί που ονομάζονται Ιύρκες, που κι αυτοί ζουν από το κυνήγι· νά πώς κάνουν: ο κυνηγός παραμονεύει ανεβασμένος σε δέντρο (κι η χώρα τους σ᾽ όλη την έκτασή της είναι γεμάτη δέντρα), και του καθενός το άλογο, γυμνασμένο, μένει πλαγιασμένο πάνω στην κοιλιά του, έτσι που να μη χτυπά στο μάτι, έτοιμο να ξεκινήσει, όπως κι ο σκύλος του· όταν λοιπόν από το δέντρο του δει το αγρίμι, του ρίχνει βέλη, καβαλικεύει τ᾽ άλογό του κι αρχίζει την καταδίωξη, κι ο σκύλος από κοντά. [4.22.3] Και πιο πάνω απ᾽ αυτούς, αν στρίψεις και πάρεις το δρόμο προς τ᾽ ανατολικότερα, βρίσκεσαι στη χώρα άλλων Σκυθών, που αποστάτησαν από τους βασιλικούς Σκύθες κι έτσι ήρθαν σ᾽ αυτά τα μέρη. [4.23.1] Λοιπόν όλες οι χώρες που καταγράψαμε ώς και την περιοχή αυτών των Σκυθών είναι πεδινές και με παχύ χώμα, όμως αποκεί και πέρα η γη είναι όλο πέτρες και τραχιά. [4.23.2] Κι αφού διανύσεις μεγάλη έκταση της τραχιάς γης, συναντάς ανθρώπους που ζουν στους πρόποδες ψηλών βουνών, που καταπώς λέγεται, είναι όλοι τους φαλακροί εκ γενετής, τόσο οι άντρες όσο κι οι γυναίκες, με πλατσουκωτή μύτη και μακρουλό πιγούνι, και μιλούν γλώσσα δική τους, ντύνονται όμως όπως οι Σκύθες και ζουν από δέντρα· [4.23.3] ποντικό λένε το δέντρο, από το οποίο ζουν, μεγάλο όσο περίπου κι η συκιά· ο καρπός που δίνει είναι όσο ένα κουκί, κι έχει και το κουκούτσι του· όταν ωριμάσει, τον στραγγίζουν μέσα σε σακούλες από ύφασμα και βγάζουν απόσταγμα πηχτό και μαύρο, και τ᾽ όνομα του αποστάγματος είναι άσχυ· τούτο το γλείφουν ή το πίνουν ανακατεύοντάς το με γάλα και, καθώς το κατακάθι του είναι πηχτό, πλάθουν απ᾽ αυτό πολτό και τον τρώνε· [4.23.4] γιατί δεν έχουν πολλά πρόβατα, αφού εκεί δεν υπάρχουν βοσκοτόπια της προκοπής. Στέγη τους έχουν ο καθένας ένα δέντρο, που το χειμώνα γύρω απ᾽ αυτό απλώνουν κετσέδες, το καλοκαίρι όμως βγάζουν τους κετσέδες. [4.23.5] Κανένας άνθρωπος δεν τους πειράζει αυτούς· γιατί τους θεωρούν ανθρώπους του θεού. Κι ούτε κρατούν κανένα πολεμικό όπλο. Κι είναι αυτοί που τους βάζουν κριτές στις διαφορές τους οι γειτονικοί λαοί, κι ακόμα όποιος, αποδιωγμένος απ᾽ την πατρίδα του, καταφύγει σ᾽ αυτούς, δεν έχει να φοβηθεί τίποτε από κανένα· κι ονομάζονται Αγριππαίοι. [4.24.1] Λοιπόν, ώς αυτούς τους φαλακρούς η χώρα είναι πολλή γνωστή, η δική τους και των εθνών που συναντάμε πριν απ᾽ αυτούς· γιατί και μερικοί Σκύθες πηγαίνουν στη χώρα τους, κι εύκολα μπορείς να πάρεις πληροφορίες απ᾽ αυτούς, αλλά και Έλληνες που ξεκινούν από το εμπορικό κέντρο των Βορυσθενιτών κι από τ᾽ άλλα εμπορικά κέντρα του Πόντου. Κι οι Σκύθες που πηγαίνουν στη χώρα αυτή χρησιμοποιούν εφτά διερμηνείς κι εφτά γλώσσες για να τελειώσουν τις δουλειές τους. [4.25.1] Λοιπόν, ώς αυτούς η χώρα είναι γνωστή, κανείς όμως δεν ξέρει να πει τί ακριβώς υπάρχει πέρ᾽ από τους φαλακρούς· γιατί βουνά ψηλά, απάτητα κόβουν το δρόμο και κανείς δεν τα διαβαίνει· και λένε τούτοι οι φαλακροί (εγώ όμως δε δίνω πίστη στα λόγια τους) ότι στα βουνά κατοικούν άνθρωποι τραγοπόδαροι κι ότι, όταν διαβείς κι αυτών τη χώρα, άλλοι άνθρωποι, που κοιμούνται ύπνο έξι μηνών· εγώ αυτά τα απορρίπτω χωρίς συζήτηση. [4.25.2] Βέβαια, τη χώρα που βρίσκεται ανατολικά από τους φαλακρούς ξέρουμε πως πραγματικά την κατοικούν οι Ισσηδόνες, όμως για τα πιο πάνω μέρη, προς τον άνεμο του βοριά, είτε απ᾽ τη μεριά των φαλακρών είτε από τη μεριά των Ισσηδόνων, δεν ξέρουμε τίποτα, εκτός απ᾽ ό,τι λένε τούτοι οι ίδιοι. [4.26.1] Νά τώρα τί λογής έθιμα ακούμε πως έχουν οι Ισσηδόνες· όταν πεθάνει κάποιου ο πατέρας, όλοι οι συγγενείς φέρνουν ζώα της βοσκής και κατόπι, αφού τα θυσιάσουν και λιανίσουν τα κρέατά τους, λιανίζουν και τον πεθαμένο γονιό του νοικοκύρη, και, αφού ανακατέψουν όλα τα κρέατα, στρώνουν τραπέζι. [4.26.2] Και το κεφάλι του νεκρού, αφού το ξυρίσουν και το παστρέψουν, το επιχρυσώνουν, κι έπειτα το κρατούν σαν κειμήλιο, προσφέροντάς του κάθε χρόνο μεγάλες θυσίες. Το κάθε παιδί αυτό κάνει για τον πατέρα του, όπως οι Έλληνες τα μνημόσυνα. Εξάλλου, κι αυτοί έχουν τη φήμη ότι είναι δίκαιοι, κι ότι γυναίκες και άντρες έχουν τα ίδια δικαιώματα. [4.27.1] Λοιπόν και γι᾽ αυτούς έχουμε πληροφορίες, αλλά για το τί υπάρχει πιο πέρα απ᾽ αυτούς, οι Ισσηδόνες είναι που λένε πως εκεί βρίσκονται οι μονόφθαλμοι άνθρωποι και οι γρύπες οι χρυσοφύλακες· κι απ᾽ αυτούς τα πήραν και τα λένε οι Σκύθες κι από τους Σκύθες έφτασαν σε μας τους άλλους, και τους αποκαλούμε με τη σκυθική λέξη Αριμασπούς· γιατί στα σκυθικά άριμα σημαίνει ένα, και σπου, μάτι. [4.28.1] Και σ᾽ όλ᾽ αυτά τα μέρη που καταγράφτηκαν κάνει μια τέτοια βαρυχειμωνιά, καθώς στους οχτώ μήνες το κρύο είναι ανυπόφορο, έτσι που χύνοντας στο χώμα νερό δε θα κάνεις λάσπη· μόνο ανάβοντας φωτιά θα κάνεις λάσπη. Κι η θάλασσα κρουσταλλιάζει κι όλος ο Κιμμέριος Βόσπορος, και οι Σκύθες που ζουν στην περιοχή που κλείνει η τάφρος κάνουν εκστρατεία περνώντας πάνω απ᾽ τον πάγο και σέρνουν τ᾽ αμάξια τους στην αντικρινή ακτή, στη χώρα των Σίνδων. [4.28.2] Έτσι λοιπόν τους οχτώ μήνες έχουν συνέχεια χειμώνα, αλλά και τους άλλους τέσσερες κάνει κρύο σ᾽ αυτά τα μέρη. Κι ο χειμώνας αυτός παρουσιάζει φαινόμενα που δεν τα συναντάς στους χειμώνες όλων των άλλων χωρών, αφού εδώ την εποχή των βροχών δεν πέφτει καμιά βροχή αξιόλογη, όμως το καλοκαίρι βρέχει ασταμάτητα. [4.28.3] Επίσης, την εποχή που στ᾽ άλλα μέρη βροντά ο ουρανός τότε εδώ δε βροντά, όμως το καλοκαίρι χαλά ο κόσμος απ᾽ τις βροντές· κι αν βροντήσει το χειμώνα, σαστίζουν οι άνθρωποι —θεϊκό σημάδι!—, το ίδιο κι αν γίνει σεισμός, είτε χειμώνα είτε καλοκαίρι, στη χώρα των Σκυθών, το έχουν για θεϊκό σημάδι. [4.28.4] Και τ᾽ άλογά τους δείχνουν αντοχή σ᾽ ετούτον το χειμώνα, ενώ τα μουλάρια και τα γαϊδούρια δεν μπορούν να τον υποφέρουν με κανένα τρόπο· όμως στ᾽ άλλα μέρη τ᾽ άλογα, αν τ᾽ αφήσεις στην παγωνιά, τουρτουρίζουν και ψοφάν, ενώ τα γαϊδούρια και τα μουλάρια αντέχουν. [4.29.1] Και νομίζω πως αυτός είναι ο λόγος που σ᾽ αυτά τα μέρη τα βόδια δε βγάζουν κέρατα κι έχουν τη ράτσα των βοδιών με τα μικρά κέρατα· κι έρχεται να στηρίξει αυτή την άποψή μου κι ένας στίχος του Ομήρου, στην Οδύσσεια, που λέει τα εξής: Κι εκεί που κέρατα στ᾽ αρνιά μεμιάς φυτρώνουν, στη Λιβύη, που ορθά ειπώθηκε, δηλαδή ότι στα θερμά κλίματα τα κέρατα φυτρώνουν νωρίς. Αντίθετα, στα δυνατά κρύα τα ζώα είτε δε βγάζουν καθόλου κέρατα είτε, αν βγάλουν, χαρά στο πράμα! [4.30.1] Αυτά λοιπόν συμβαίνουν εκεί εξαιτίας του κρύου, μου φαίνεται όμως παράξενο (πώς να γίνει; απ᾽ την αρχή της η ιστορία μου τις θέλει τις παρεκβάσεις), για ποιό λόγο σ᾽ ολόκληρη την περιοχή της Ηλείας δεν μπορούν να γεννηθούν μουλάρια — ούτε να πεις πως το μέρος είναι ψυχρό ούτε άλλη αιτία φανερή υπάρχει. Λένε λοιπόν οι ντόπιοι κάτοικοι της Ηλείας πως από κάποια κατάρα είναι που δε γεννιούνται στη χώρα τους μουλάρια. [4.30.2] Αλλά, όταν κοντεύει η εποχή που βατεύονται οι φοράδες, τις πηγαίνουν στους γείτονές τους, κι έπειτα στα μέρη των γειτόνων αμολάν τους γαϊδάρους να τις καβαλήσουν, ώσπου οι φοράδες να πιάσουν· ύστερα τις φέρνουν πίσω στον τόπο τους. [4.31.1] Κι όσο για τα φτερά, που κατά τα λεγόμενα των Σκυθών γεμίζουν τον αέρα, κι εξαιτίας τους δεν μπορεί κανείς ούτε να δει τα μέρη της μεγάλης στεριάς που βρίσκονται πιο πέρα ούτε να τα διαβεί, νά η γνώμη που σχημάτισα γι᾽ αυτά: στα μέρη που βρίσκονται πιο πάνω απ᾽ αυτή τη χώρα το χιόνι δε σταματά να πέφτει, λιγότερο βέβαια το καλοκαίρι απ᾽ ό,τι το χειμώνα, όπως είναι φυσικό· [4.31.2] λοιπόν, όποιος είδε από κοντά να πέφτει χιόνι πυκνό, ξέρει αυτό που λέω· δηλαδή, οι νιφάδες του χιονιού μοιάζουν με φτερά. Και καθώς ο χειμώνας εκεί είναι τόσο βαρύς, τα μέρη της χώρας που βρίσκονται προς το βοριά είναι ακατοίκητα. Τα φτερά λοιπόν, για τα οποία κάνουν λόγο οι Σκύθες κι οι γειτονικοί τους λαοί, είναι κατά τη γνώμη μου, μια μεταφορική έκφραση για το χιόνι. Λοιπόν έχουμε περιγράψει τα μέρη που λένε πως είναι στην άκρη του κόσμου. |