ΒΙΒΛΙΟ Δ: ΜΕΛΠΟΜΕΝΗ [4.1.1] Την άλωση της Βαβυλώνας ακολούθησε η εκστρατεία που έκανε εναντίον των Σκυθών ο Δαρείος, ο ίδιος του. Γιατί, καθώς η Ασία έδινε καλές σοδειές αντρών και συγκεντρωνόταν χρήμα πολύ, ο Δαρείος ένιωσε την επιθυμία να πάρει εκδίκηση από τους Σκύθες, επειδή εκείνοι, με το να κάνουν πρωτύτερα εισβολή στη Μηδία και να νικήσουν σε πόλεμο το στρατό που βγήκε να τους αντισταθεί, έκαναν την αρχή της αδικίας. [4.1.2] Γιατί, όπως και παραπάνω έχω πει, οι Σκύθες εξουσίασαν την Άνω Ασία είκοσι οχτώ χρόνια. Δηλαδή, καταδιώκοντας τους Κιμμερίους, έκαναν εισβολή στην Ασία και κατέλυσαν το κράτος των Μήδων· γιατί αυτοί εξουσίαζαν την Ασία, πριν φτάσουν οι Σκύθες. [4.1.3] Λοιπόν, τους Σκύθες που έλειψαν από τη χώρα τους είκοσι οχτώ χρόνια και γύρισαν ύστερ᾽ από τόσο καιρό στα μέρη τους, τους περίμενε αγώνας καθόλου μικρότερος από τον αγώνα με τους Μήδους· γιατί συνάντησαν αντίσταση από στράτευμα πολυάριθμο, καθώς οι γυναίκες των Σκυθών, επειδή οι άντρες τους ήταν φευγάτοι για πολύ καιρό, έσμιγαν συχνά με τους δούλους τους. [4.2.1] Τους δούλους τους οι Σκύθες τούς τυφλώνουν όλους, κι αιτία είναι το γάλα που πίνουν· και νά πώς κάνουν: παίρνουν για φυσερά κούφια κόκαλα, ολόιδια με φλογέρα, κι αφού τα χώσουν στο αιδοίο της φοράδας, φυσούν με το στόμα τους· και την ώρα που ο ένας φυσά, ο άλλος αρμέγει. Και λένε πως ο λόγος του κάνουν αυτό είναι ο εξής· με το φύσημα και οι φλέβες της φοράδας φουσκώνουν και τα μαστάρια κατεβαίνουν. [4.2.2] Κι αφού αρμέξουν το γάλα, το χύνουν σε βαθουλωτά ξύλινα αγγειά, στήνουν τους τυφλούς γύρω γύρω απ᾽ τ᾽ αγγειά και τους βάζουν να χτυπούν το γάλα· κι απ᾽ αυτό, όσο στέκεται πάνω πάνω, το μαζεύουν και το ᾽χουν για ανώτερο, κι όσο μένει στον πάτο το ᾽χουν για κατώτερο από τ᾽ άλλο. Γι᾽ αυτούς λοιπόν τους λόγους οι Σκύθες καθέναν που θα πέσει στα χέρια τους τον τυφλώνουν, γιατί δεν αποζούν από τ᾽ αλέτρι, αλλά απ᾽ τα κοπάδια. [4.3.1] Λοιπόν από τούτους τους δούλους και τις γυναίκες τους τούς ξεπρόβαλε μια νέα γενιά, που, αφού έμαθαν το πώς γεννήθηκαν, τους πρόβαλαν αντίσταση, όταν αυτοί γυρνούσαν στην πατρίδα τους από τη Μηδία. [4.3.2] Και πρώτα πρώτα έκοψαν τους δρόμους που έφερναν στη χώρα τους σκάβοντας μια πλατιά τάφρο, που τραβούσε από τα βουνά της χώρας των Ταύρων ίσαμε τη λίμνη τη Μαιήτιδα, εκεί που αυτή έχει το μεγαλύτερο πλάτος· και κατόπι, καθώς οι Σκύθες προσπαθούσαν να μπουν στη χώρα τους, αυτοί στρατοπέδευσαν απέναντι και τους πολεμούσαν. [4.3.3] Κι ύστερ᾽ από πολλές μάχες οι Σκύθες δε βλέπανε κανένα όφελος από τη μάχη, οπότε ένας τους είπε τα εξής: «Τί ᾽ναι αυτά που κάνουμε, Σκύθες; Με το να δίνουμε μάχη με τους δούλους μας, από τη μια εμείς οι ίδιοι σκοτωνόμαστε και λιγοστεύουμε, κι από την άλλη σκοτώνοντας εκείνους αποδώ και πέρα θα ᾽χουμε λιγότερους υποταχτικούς. [4.3.4] Λοιπόν προτείνω ν᾽ αφήσουμε τώρα τις λόγχες και τα τόξα κι ο καθένας μας να πάρει το καμτσίκι που έχει για το άλογο και να προχωρήσουμε προς το μέρος τους. Γιατί, όσο μας έβλεπαν να κρατάμε όπλα, ετούτοι νόμιζαν πως είναι της ίδιας σειράς με μας κι από πατεράδες της ίδια σειράς· όμως, όταν μας δουν να κρατάμε καμτσίκια, κι όχι όπλα, θ᾽ αντιληφτούν ότι είναι δούλοι μας και θα το νιώσουν καλά και δε θα προβάλουν αντίσταση». [4.4.1] Τ᾽ άκουσαν αυτά οι Σκύθες και τα ᾽καναν πράξη· κι οι άλλοι σάστισαν μ᾽ αυτό που έβλεπαν, άφησαν κάθε σκέψη για μάχη και το ᾽βαλαν στα πόδια. Έτσι οι Σκύθες εξουσίασαν την Ασία και, όταν κατόπιν τους απόδιωξαν οι Μήδοι, μ᾽ αυτό τον τρόπο γύρισαν στον τόπο τους. Γι᾽ αυτό το λόγο λοιπόν ο Δαρείος, θέλοντας να πάρει εκδίκηση, έκανε επιστράτευση για να εκστρατεύσει εναντίον τους.
|