[12] Ποια μέρη πρέπει να θεωρούνται σε κάθε τραγωδία μορφολογικά συστατικά της στοιχεία το είπαμε πρωτύτερα· από την άποψη όμως του αριθμού των χωριστών μερών από τα οποία αποτελείται μια τραγωδία, τα μέρη αυτά είναι τα ακόλουθα: πρόλογος, επεισόδιο, έξοδος, χορικό (που διακρίνεται σε πάροδο και στάσιμο). Τα μέρη αυτά είναι κοινά σε όλες τις τραγωδίες, σε μερικές όμως βρίσκουμε, ως ιδιαίτερα μέρη, τα τραγούδια που τραγουδιούνται πάνω στη σκηνή και τους κομμούς. Πρόλογος είναι ολόκληρο το κομμάτι της τραγωδίας πριν από την είσοδο του Χορού. Επεισόδιο είναι ένα ολοκληρωμένο κομμάτι της τραγωδίας που βρίσκεται ανάμεσα σε δύο ολοκληρωμένα χορικά τραγούδια. Έξοδος είναι το ολοκληρωμένο κομμάτι της τραγωδίας ύστερα από το οποίο δεν υπάρχει πια άλλο χορικό τραγούδι. Πάροδος είναι το πρώτο χορικό που λέει ολόκληρος ο Χορός. Το στάσιμο είναι τραγούδι του Χορού δίχως ανάπαιστους και τροχαίους. Ο κομμός είναι κοινό θρηνητικό τραγούδι Χορού και ηθοποιού/ηθοποιών. Για τα μέρη που σε κάθε τραγωδία πρέπει να θεωρούνται μορφολογικά συστατικά της στοιχεία μιλήσαμε στα προηγούμενα. Από την άποψη όμως του αριθμού των χωριστών μερών από τα οποία αποτελείται μια τραγωδία, τα μέρη αυτά είναι αυτά που μόλις τώρα είπαμε. [13] Στη συνέχεια αυτών που έχουμε πει ως τώρα είναι ανάγκη να μιλήσουμε γι᾽ αυτά που πρέπει να επιδιώκουν και γι᾽ αυτά που πρέπει να αποφεύγουν οι ποιητές κατά τη σύνθεση των μύθων τους, καθώς και για το από πού εξαρτάται η επίτευξη του σκοπού της τραγωδίας. Με δεδομένο λοιπόν ότι η πλοκή, αν πρόκειται η τραγωδία να είναι η ωραιότερη, δεν πρέπει να είναι απλή, αλλά περίπλοκη· με δεδομένο, επίσης, ότι πρέπει να μιμείται πράγματα που προκαλούν φόβο και συμπόνια (γιατί αυτό είναι το διακριτικό γνώρισμα αυτού του είδους μίμησης), είναι πριν από όλα φανερό ότι ούτε οι καλοί άνθρωποι πρέπει να παρουσιάζονται να περνούν από την ευτυχία στη δυστυχία (γιατί αυτό δεν προκαλεί φόβο ούτε συμπόνια, αλλά αποτροπιασμό), ούτε οι κακοί από τη δυστυχία στην ευτυχία (γιατί αυτό είναι από όλα το πιο αταίριαστο με την τραγωδία, αφού δεν έχει τίποτε από αυτά που χρειάζεται η τραγωδία: ούτε φιλάνθρωπα αισθήματα κινεί [1453a] ούτε συμπόνια και φόβο προκαλεί), ούτε ο υπερβολικά κακός να περνάει από την ευτυχία στη δυστυχία: μια τέτοια πλοκή μπορεί να κινεί τα φιλάνθρωπα αισθήματά μας, ούτε όμως συμπόνια ούτε φόβο προκαλεί, αφού η συμπόνια είναι κάτι που γεννιέται γι᾽ αυτόν που δυστυχεί δίχως να το αξίζει, και ο φόβος για τον όμοιό μας που δυστυχεί — στην περίπτωση, άρα, αυτή δεν θα υπάρξει τίποτε που να προκαλέσει συμπόνια και φόβο. Μένει λοιπόν το ενδιάμεσο άτομο, που δεν είναι ούτε αυτός που ξεχωρίζει από την άποψη της αρετής και της δικαιοσύνης ούτε αυτός που περνάει στη δυστυχία εξαιτίας της κακίας ή της αχρειότητάς του, αλλά αυτός που παθαίνει το πράγμα αυτό εξαιτίας κάποιου σφάλματός του — ένας, ας πούμε, από αυτούς που είχαν μεγάλη φήμη και ευτυχία, ο Οιδίποδας ή ο Θυέστης, ή άλλοι περίφημοι άντρες γόνοι τέτοιων οικογενειών. Ο τέλεια λοιπόν δομημένος μύθος πρέπει να είναι μάλλον απλός και όχι (όπως λένε μερικοί) διπλός· πρέπει, επίσης, να οδηγεί σε μεταβολή όχι από τη δυστυχία στην ευτυχία αλλά, αντίθετα, από την ευτυχία στη δυστυχία, και μάλιστα όχι λόγω κακίας, αλλά λόγω κάποιου μεγάλου σφάλματος ενός ανθρώπου σαν αυτόν που περιγράψαμε ή, έστω, καλύτερου, όχι πάντως χειρότερου. Απόδειξη είναι αυτό που συμβαίνει σήμερα στην πράξη. Ενώ, δηλαδή, στην αρχή οι ποιητές έπαιρναν και δούλευαν αδιακρίτως οποιονδήποτε μύθο, σήμερα οι ωραιότερες τραγωδίες πλέκονται γύρω από λίγες οικογένειες, όπως π.χ. γύρω από τον Αλκμέωνα, τον Οιδίποδα, τον Ορέστη, τον Μελέαγρο, τον Θυέστη, τον Τήλεφο και όλους τους άλλους στους οποίους συνέβη να πάθουν ή να πράξουν φοβερά πράγματα. Η ωραιότερη λοιπόν από αισθητική/καλλιτεχνική άποψη τραγωδία έχει αυτού του είδους πλοκή. Γι᾽ αυτό και κάνουν το ίδιο σφάλμα όλοι αυτοί που κατηγορούν τον Ευριπίδη ότι συνθέτει με αυτόν τον τρόπο τις τραγωδίες του και ότι πολλές τραγωδίες του καταλήγουν σε δυστυχία. Γιατί αυτό, όπως το έχουμε ήδη πει, είναι σωστό. Ιδού και η πιο μεγάλη απόδειξη: στους δραματικούς αγώνες αυτές οι τραγωδίες αποδεικνύονται οι πιο τραγικές, φτάνει, φυσικά, να εκτελούνται σωστά — και ο Ευριπίδης, παρόλο που οι χειρισμοί του δεν είναι γενικά σωστοί, όμως αποδεικνύεται στα μάτια των θεατών ως ο τραγικότερος των ποιητών. Δεύτερη στη σειρά έρχεται αυτή που μερικοί τη λένε πρώτη, αυτή δηλαδή που έχει, όπως η Οδύσσεια, διπλή την πλοκή και καταλήγει στην αντίθετη τύχη και για τους καλούς και για τους κακούς. Θεωρείται πρώτη εξαιτίας της αδυναμίας του θεατρικού κοινού· οι ποιητές γράφουν, πράγματι, τα ποιήματά τους παρακολουθώντας τις επιθυμίες των θεατών. Όμως η τραγωδία δεν προσφέρει τέτοιου είδους ευχαρίστηση· αυτού του είδους η ευχαρίστηση προσιδιάζει πιο πολύ στην κωμωδία. Εκεί, πράγματι, άτομα που στον μύθο είναι οι πιο με γάλοι εχθροί (ο Ορέστης, ας πούμε, και ο Αίγισθος) φεύγουν στο τέλος έχοντας γίνει φίλοι, και κανείς δεν σκοτώνει κανέναν. |