Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΣΟΦΟΚΛΗΣ

Ἀντιγόνη (278-314)


ΧΟ. ἄναξ, ἐμοί τοι μή τι καὶ θεήλατον
τοὔργον τόδ᾽ ἡ ξύννοια βουλεύει πάλαι.
280ΚΡ. παῦσαι, πρὶν ὀργῆς κἀμὲ μεστῶσαι λέγων,
μὴ ᾽φευρεθῇς ἄνους τε καὶ γέρων ἅμα.
λέγεις γὰρ οὐκ ἀνεκτά, δαίμονας λέγων
πρόνοιαν ἴσχειν τοῦδε τοῦ νεκροῦ πέρι.
πότερον ὑπερτιμῶντες ὡς εὐεργέτην
285ἔκρυπτον αὐτόν, ὅστις ἀμφικίονας
ναοὺς πυρώσων ἦλθε κἀναθήματα
καὶ γῆν ἐκείνων καὶ νόμους διασκεδῶν;
ἢ τοὺς κακοὺς τιμῶντας εἰσορᾷς θεούς;
οὐκ ἔστιν. ἀλλὰ ταῦτα καὶ πάλαι πόλεως
290ἄνδρες μόλις φέροντες ἐρρόθουν ἐμοὶ
κρυφῇ, κάρα σείοντες, οὐδ᾽ ὑπὸ ζυγῷ
λόφον δικαίως εἶχον, ὡς στέργειν ἐμέ.
ἐκ τῶνδε τούτους ἐξεπίσταμαι καλῶς
παρηγμένους μισθοῖσιν εἰργάσθαι τάδε.
295οὐδὲν γὰρ ἀνθρώποισιν οἷον ἄργυρος
κακὸν νόμισμ᾽ ἔβλαστε. τοῦτο καὶ πόλεις
πορθεῖ, τόδ᾽ ἄνδρας ἐξανίστησιν δόμων·
τόδ᾽ ἐκδιδάσκει καὶ παραλλάσσει φρένας
χρηστὰς πρὸς αἰσχρὰ πράγμαθ᾽ ἵστασθαι βροτῶν·
300πανουργίας δ᾽ ἔδειξεν ἀνθρώποις ἔχειν
καὶ παντὸς ἔργου δυσσέβειαν εἰδέναι.
ὅσοι δὲ μισθαρνοῦντες ἤνυσαν τάδε,
χρόνῳ ποτ᾽ ἐξέπραξαν ὡς δοῦναι δίκην.
ἀλλ᾽ εἴπερ ἴσχει Ζεὺς ἔτ᾽ ἐξ ἐμοῦ σέβας,
305εὖ τοῦτ᾽ ἐπίστασ᾽, ὅρκιος δέ σοι λέγω,
εἰ μὴ τὸν αὐτόχειρα τοῦδε τοῦ τάφου
εὑρόντες ἐκφανεῖτ᾽ ἐς ὀφθαλμοὺς ἐμούς,
οὐχ ὑμὶν Ἅιδης μοῦνος ἀρκέσει, πρὶν ἂν
ζῶντες κρεμαστοὶ τήνδε δηλώσηθ᾽ ὕβριν,
310ἵν᾽ εἰδότες τὸ κέρδος ἔνθεν οἰστέον
τὸ λοιπὸν ἁρπάζητε, καὶ μάθηθ᾽ ὅτι
οὐκ ἐξ ἅπαντος δεῖ τὸ κερδαίνειν φιλεῖν.
ἐκ τῶν γὰρ αἰσχρῶν λημμάτων τοὺς πλείονας
ἀτωμένους ἴδοις ἂν ἢ σεσωσμένους.


ΧΟΡ. Εμένα, ω βασιλιά, μέσα στο νου μου
μια συλλογή πολυώρα τριγυρίζει,
μην ίσως κι είναι από θεού το πράμα.
280ΚΡΕ. Πάψε, πριν με τα λόγια αυτά σου ανάψεις
μέσα μου το θυμό, μήπως βρεθείς
πως είσαι ανόητος μαζί και γέρος·
γιατί δεν είναι υποφερτό ν᾽ ακούω
αυτά που λες, πως οι θεοί φροντίζουν
για τούτο το νεκρό· και για ποιό λόγο,
τάχα να τον τιμήσουν; για ευεργέτη
τον έθαφταν; αυτόν που ήρθε να βάλει
φωτιά στους γυροστηλωτούς ναούς των
και στ᾽ αφιερώματά τους και τη γη τους
ν᾽ αναποδογυρίσει και τους νόμους;
ή βλέπεις να τιμούν οι θεοί κακούργους;
Όχι, δεν είν᾽ αυτό· μα κι από πριν
290κάποιοι μέσ᾽ απ᾽ εδώ, που μετά βίας
μ᾽ ανέχονταν, τα κρυφομουρμουρίζαν
κουνώντας μουλωχτά την κεφαλή τους·
κι ούτε εννοούσαν στο ζυγό να σκύψουν
τον τράχηλο, όπως απαιτεί το δίκιο,
και να με στρέγουν· απ᾽ αυτούς —το ξέρω
πολύ καλά— πως παρακινημένοι
και τούτοι εδώ με πλερωμή, έχουν κάμει
ό,τι έκαμαν· γιατί μες στους ανθρώπους
εύρεμα πιο κακό δε βλάστησε άλλο
απ᾽ το χρυσάφι· αυτό τις πολιτείες
φέρνει άνω κάτω· αυτό και ξεβγατίζει
τους άντρες απ᾽ τα σπίτια των· αυτό
και των δικαίων τις γνώμες ξεπλανεύει
300κι αλλάζοντάς τις στρέφει σ᾽ αισχρές πράξεις
και κάθε ανόσιο έργο τούς μαθαίνει.
Μα αυτοί που πουλημένοι έβγαλαν πέρα
μια τέτοια δουλειά, πολύ δε θ᾽ αργήσουν
να εισπράξουν το μιστό που τους αξίζει·
μα αν μου είναι σεβαστός ο Δίας ακόμα,
καλά να ξέρεις και στο λέω μ᾽ όρκο,
πως αν δε βρείτε εκείνον πὄχει κάμει
την ταφή αυτή και δω στα μάτια εμπρός μου
δεν τον παρουσιάσετε, δε θα ᾽ναι
μόνο ο Άδης αρκετός για σας, πριν πρώτα
ζωντανοί στην κρεμάλα φανερώσετε
ποιός είχε αυτό το θράσος· κι έτσι τότε
άλλη φορά θα ξέρετε από πού
310αξίζει να ζητά κανείς το κέρδος
και πως δεν πρέπει από παντού να θέλει
να ωφελιέται, γιατί τ᾽ άτιμα κέρδη
χαλούνε πιο πολλούς παρά που σώζουν.


ΧΟΡ. Εμένα, βασιλιά μου, απ᾽ την αρχή το λέει ο νους μου
μήπως κι απ᾽ τον θεό μάς έρχεται ετούτο το σημάδι.
280ΚΡΕ. Πάψε, προτού απ᾽ τα λόγια σου μου ξεχειλίσει ο θυμός·
κοίτα να μη δειχτείς άμυαλος όπως είσαι και γέρος.
Δεν υποφέρνεσαι μ᾽ αυτά που λες, πως τάχα οι θεοί πήγαν να φροντίσουν για τον νεκρό·
μήπως τον έκρυψαν από μεγάλη εκτίμηση, σαν ευεργέτης που ήταν,
αυτός που ήρθε να τους κάψει τους στυλογύριστους ναούς και τ᾽ αφιερώματά τους
και τους νόμους να χαλάσει;
ή μήπως είδες ποτέ σου τους κακούργους να τους τιμούνε οι θεοί;
Όχι, δεν είν᾽ έτσι. Αλλά γι᾽ αυτά από καιρό μερικοί στην πόλη
290μουρμούριζαν εναντίο μου, γιατί μόλις τα υπόφεραν,
κρυφά κουνιώντας το κεφάλι, κι ούτ᾽ έσκυβαν κάτου απ᾽ τον ζυγό όπως είναι δίκιο,
για να με υπακούν.
Από κείνους, το ξέρω καλά, είναι βαλμένοι κι ετούτοι δω με πλερωμή
να κάνουν αυτό που ᾽καναν.
Γιατί τίποτ᾽ από όσα σοφίστηκαν οι άνθρωποι πιο χειρότερο
δεν γένηκε απ᾽ το χρήμα· αυτό και πολιτείες γκρεμίζει
κι ανθρώπους ξεσηκώνει απ᾽ τα σπίτια τους,
και των φρονίμων τούς γυρίζει τα μυαλά, και τους μαθαίνει ν᾽ αγαπούν τα αισχρά,
300και έδειξε στον άνθρωπο πώς να κάνει πανουργίες
και κάθε είδους ασέβεια να την ξέρει.
Όσοι όμως για πλερωμή τα έκαναν αυτά,
ένα εκατάφεραν, τέλος πάντων, πώς να τιμωρηθούν.
Μα όσο λαβαίνει ο Δίας ακόμα σέβας από μένα και τιμή,
ξέρε το καλά, γιατί σ᾽ το λέω με όρκο,
αν δεν βρείτε και μου φέρετε μπροστά στα μάτια μου
αυτόνα που το χέρι του έκανε τον τάφο,
ο Άδης δεν θα σας φθάσει μοναχά, προτού,
κρεμασμένοι, ζωντανοί μου φανερώσετε το κρίμα,
310για να ξέρετε άλλη φορά πούθε βρίσκεται το κέρδος ναν τ᾽ αρπάξετε,
και να μάθετε ότι δεν πρέπει πρώτ᾽ απ᾽ όλα να κοιτάει κανείς το πώς θα καζαντίσει.
Γιατ᾽ από τέτοιες άτιμες απολαβές τούς περισσότερους θα δεις να καταστραφούνε
παρά που θα σωθούνε.


ΚΟΡ. (κουνώντας το κεφάλι)
Ω βασιλιά, όσο σκέφτομαι κι όσο το συλλογιούμαι,
αυτό σαν έργο θεϊκό μου φαίνεται πως είναι.
ΚΡΕ. (ξεσπάει)
280Πάψε, και με τα λόγια αυτά μη με παραφουσκώνεις,
μήπως σε πούνε κι άμυαλο, κι όχι μονάχα γέρο!
Γιατί δεν υποφέρνονται αυτά που τώρα λέγεις,
πως οι θεοί φροντίζουνε γι᾽ αυτόν τον πεθαμένο.
Μήπως λοιπόν τιμώντας τον βέβαια σαν ευεργέτη,
τον έκρυψαν, τον ίδιο αυτόν, οπού ᾽ρθε για να κάψει
και τους πολύστυλους ναούς και τ᾽ αφιερώματά τους,
να καταστρέψει αυτήν τη γη, να ρίξει αυτούς τους νόμους;
Ή μήπως βλέπεις τους κακούς οι θεοί να τους τιμούνε;
Αυτό δεν γίνηκε ποτέ. Μα μερικοί πολίτες
290από καιρό μουρμούριζαν κρυφά κρυφά για μένα,
κουνώντας και την κεφαλή· τον τράχηλο δεν είχαν
σωστά από κάτω απ᾽ τον ζυγό, κι εμέ δεν μ᾽ αγαπούσαν.
Αυτοί λοιπόν επλήρωσαν αυτούς, για να το κάμουν.
Γιατί κανένα νόμιμο κακό για τους ανθρώπους
δεν βγήκε σαν τα χρήματα. Αυτά και πολιτείες
χαλνούν, αυτά απ᾽ τα σπίτια τους διώχνουνε τους πολίτες.
Αυτά τις τίμιες ψυχές μαθαίνουν και γελούνε
στ᾽ αχρεία για να στρέφονται, και δείχνουν στους ανθρώπους
300να ᾽χουνε χίλιες πονηριές, κάθε λογής ασέβεια.
Αλλ᾽ όσοι το ᾽καμαν αυτό, εκείνοι οι πουλημένοι,
πρέπει σκληρά να παιδευτούν σαν έρθει κι ο καιρός τους.
(Στον Φύλακα)
Αλλ᾽ αν το Δία σέβουμαι, κι αυτό καλά το ξέρεις
και μ᾽ όρκο σού το λέω εδώ, μπρος στα δικά μου μάτια
αν δεν τον φανερώσετε του τάφου τον εργάτη,
δεν θα σας φτάσει ο θάνατος μόνος για παιδεμό σας·
θα σας κρεμάσω ζωντανούς να σας ξομολογήσω.
310Κι έτσι λοιπόν θα μάθετε σαν από πού συφέρει
ν᾽ αρπάζετε το κέρδος σας, και να μην αγαπάτε
διάφορο να γυρεύετε μέσ᾽ από κάθε πράμα.
Γιατί όσοι πάντα κυνηγούν αχρεία να κερδίζουν,
λίγοι γλιτώνουν, στους πολλούς δεν βγαίνει σε καλό τους.