[11.1] Όταν η διαμάχη Νικία και Αλκιβιάδη βρισκόταν στο αποκορύφωμά της και ήταν να γίνει ψηφοφορία για οστρακισμό, που συνήθιζε να κάνει ο λαός κατά καιρούς, για να απομακρύνει για δέκα χρόνια κάποιον από τους υπόπτους ή από τους άνδρες που είχαν κινήσει γενικά τον φθόνο για τη δόξα ή τα πλούτη τους, μεγάλη ταραχή και κίνδυνος περιέζωσε και τους δυο, καθώς ένας από αυτούς θα είχε να αντιμετωπίσει τον οστρακισμό. [11.2] Οι Αθηναίοι από τη μια σιχαίνονταν τον τρόπο ζωής του Αλκιβιάδη και φοβούνταν το θράσος του, όπως δηλώνεται με περισσότερες λεπτομέρειες στη βιογραφία εκείνου· από την άλλη, τα πλούτη του Νικία τον καθιστούσαν αντικείμενο φθόνου· πάνω από όλα όμως η συμπεριφορά του, καθόσον ούτε ο ίδιος αγαπούσε τους ανθρώπους ούτε αυτοί τον αγαπούσαν, αλλά ήταν ακοινώνητος και ολιγαρχικός, τον έκανε να φαίνεται αλλόκοτος· πολλές φορές αντιτασσόταν στις επιθυμίες του λαού και, καθώς τους καταπίεζε, προς το συμφέρον τους βέβαια αν και δεν το καταλάβαιναν, γινόταν ενοχλητικός. [11.3] Με δυο λόγια, υπήρξε γενικά ένας ανταγωνισμός ανάμεσα σε νέους και φιλοπόλεμους από τη μια και σε ηλικιωμένους και ειρηνόφιλους από την άλλη· οι πρώτοι να ρίξουν το όστρακο εναντίον του Νικία, οι άλλοι εναντίον του Αλκιβιάδη στη διχόνοια παίρνει και ο χειρότερος τιμές. Έτσι και ο λαός τότε χωρισμένος στα δυο άφησε ελεύθερο πεδίο στους πιο αναίσχυντους και πανούργους, ένας από τους οποίους ήταν και ο Υπέρβολος ο Περιθοΐδης. Ήταν ένας άνθρωπος του οποίου η τόλμη δεν πήγαζε από καμιά δύναμη· αντίθετα, η δύναμή του ξεκινούσε από την τόλμη του· αυτή όμως η τόλμη, που προσέδωσε σ᾽ αυτόν δόξα, ήταν δυσφήμιση για την πόλη. [11.4] Ο Υπέρβολος, καθώς νόμιζε ότι εκείνο τον καιρό ήταν μακριά από τον κίνδυνο του οστρακισμού, γιατί στην πραγματικότητα του ταίριαζε ο κύφων, και έλπιζε ότι, αν εξοριζόταν ένας από τους δυο, θα γινόταν αυτός αντίπαλος εκείνου που θα απέμενε, ήταν ολοφάνερο πως ευχαριστιόταν με τη διαμάχη και παρότρυνε τον λαό εναντίον και των δυο. [11.5] Όταν οι άνθρωποι του Νικία και του Αλκιβιάδη είδαν την πονηριά του, συνεννοηθέντες κρυφά μεταξύ τους, συνένωσαν σε ένα τις δυο παρατάξεις, τις ανάμειξαν και κατάφεραν να μην οστρακιστεί κανένας από τους δυο αλλά ο Υπέρβολος. [11.6] Αυτό προκάλεσε προς στιγμή ευχαρίστηση και γέλια στον λαό· αργότερα όμως άρχισαν να αγανακτούν, καθόσον θεωρούσαν ότι είχε εξευτελιστεί ο θεσμός αυτός, μια και είχε γίνει για άνθρωπο τιποτένιο, αφού και οι τιμωρίες έχουν και αυτές κάποιαν αξία. Για τον Θουκυδίδη, τον Αριστείδη και τους όμοιούς τους θεωρούσαν τον οστρακισμό τιμωρία μάλλον, ενώ για τον Υπέρβολο τιμή και αφορμή για αλαζονεία, αφού εξαιτίας της παλιανθρωπιάς του έπαθε τα ίδια με τους άριστους άνδρες, όπως είχε πει γι᾽ αυτόν κάπου ο κωμικός Πλάτων. [11.7] Αλήθεια, έχει πάθει αντάξια της συμπεριφοράς του, ανάξια όμως προς τον ίδιο και τις παλιανθρωπιές του· γιατί το όστρακο δεν επινοήθηκε για τέτοιους άνδρες. [11.8] Τελικά, κανένας πια εντελώς δεν οστρακίστηκε μετά τον Υπέρβολο. Εκείνος ήταν ο τελευταίος· πρώτος ήταν ο Ίππαρχος από τον Χολαργό κάποιος συγγενής του συνώνυμου τυράννου. [11.9] Η τύχη όμως είναι κάτι το συγκεχυμένο και ασύλληπτο με τη σκέψη. Εάν δηλαδή ο Νικίας διακινδύνευε τον οστρακισμό με τον Αλκιβιάδη, ή θα κέρδιζε και θα ζούσε με ασφάλεια στην πόλη, εξορίζοντας εκείνον, ή θα έχανε και θα έφευγε ο ίδιος πριν τις τελευταίες ατυχίες του, διατηρώντας την εντύπωση πως είναι άριστος στρατηγός. [11.10] Δεν αγνοώ, ωστόσο, ότι ο Θεόφραστος υποστηρίζει ότι ο Υπέρβολος οστρακίστηκε, επειδή διαφώνησε ο Φαίαξ και όχι ο Νικίας με τον Αλκιβιάδη· ωστόσο, οι περισσότεροι έχουν δεχτεί την πρώτη άποψη.
|