Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΗΡΟΔΟΤΟΣ

Ἱστορίαι (3.54.1-3.59.4)

[3.54.1] Λακεδαιμόνιοι δὲ στόλῳ μεγάλῳ ὡς ἀπίκοντο, ἐπολιόρκεον Σάμον· προσβαλόντες δὲ πρὸς τὸ τεῖχος τοῦ μὲν πρὸς θαλάσσῃ ἑστεῶτος πύργου κατὰ τὸ προάστιον τῆς πόλιος ἐπέβησαν, μετὰ δὲ αὐτοῦ βοηθήσαντος Πολυκράτεος χειρὶ πολλῇ ἀπηλάσθησαν. [3.54.2] κατὰ δὲ τὸν ἐπάνω πύργον τὸν ἐπὶ τῆς ῥάχιος τοῦ ὄρεος ἐπεόντα ἐπεξῆλθον οἵ τε ἐπίκουροι καὶ αὐτῶν Σαμίων συχνοί, δεξάμενοι δὲ τοὺς Λακεδαιμονίους ἐπ᾽ ὀλίγον χρόνον ἔφευγον ὀπίσω· οἱ δὲ ἐπισπόμενοι ἔκτεινον. [3.55.1] εἰ μέν νυν οἱ παρεόντες Λακεδαιμονίων ὅμοιοι ἐγίνοντο ταύτην τὴν ἡμέρην Ἀρχίῃ τε καὶ Λυκώπῃ, αἱρέθη ἂν Σάμος. Ἀρχίης γὰρ καὶ Λυκώπης μοῦνοι συνεσπεσόντες φεύγουσι ἐς τὸ τεῖχος τοῖσι Σαμίοισι καὶ ἀποκληισθέντες τῆς ὀπίσω ὁδοῦ ἀπέθανον ἐν τῇ πόλι τῇ Σαμίων. [3.55.2] τρίτῳ δὲ ἀπ᾽ Ἀρχίεω τούτου γεγονότι ἄλλῳ Ἀρχίῃ τῷ Σαμίου τοῦ Ἀρχίεω αὐτὸς ἐν Πιτάνῃ συνεγενόμην (δήμου γὰρ τούτου ἦν), ὃς ξείνων πάντων μάλιστα ἐτίμα τε Σαμίους καί οἱ τῷ πατρὶ ἔφη Σάμιον τοὔνομα τεθῆναι, ὅτι οἱ ὁ πατὴρ Ἀρχίης ἐν Σάμῳ ἀριστεύσας ἐτελεύτησε. τιμᾶν δὲ Σαμίους ἔφη, διότι ταφῆναί οἱ τὸν πάππον δημοσίῃ ὑπὸ Σαμίων. [3.56.1] Λακεδαιμόνιοι δέ, ὥς σφι τεσσεράκοντα ἐγεγόνεσαν ἡμέραι πολιορκέουσι Σάμον ἐς τὸ πρόσω τε οὐδὲν προεκόπτετο τῶν πρηγμάτων, ἀπαλλάσσοντο ἐς Πελοπόννησον. [3.56.2] ὡς δὲ ὁ ματαιότερος λόγος ὅρμηται λέγεσθαι, Πολυκράτεα ἐπιχώριον νόμισμα κόψαντα πολλὸν μολύβδου καταχρυσώσαντα δοῦναί σφι, τοὺς δὲ δεξαμένους οὕτω δὴ ἀπαλλάσσεσθαι. ταύτην πρώτην στρατιὴν ἐς τὴν Ἀσίην Λακεδαιμόνιοι Δωριέες ἐποιήσαντο. [3.57.1] οἱ δ᾽ ἐπὶ τὸν Πολυκράτεα στρατευσάμενοι Σαμίων, ἐπεὶ οἱ Λακεδαιμόνιοι αὐτοὺς ἀπολείπειν ἔμελλον, καὶ αὐτοὶ ἀπέπλεον ἐς Σίφνον· [3.57.2] χρημάτων γὰρ ἐδέοντο, τὰ δὲ τῶν Σιφνίων πρήγματα ἤκμαζε τοῦτον τὸν χρόνον, καὶ νησιωτέων μάλιστα ἐπλούτεον, ἅτε ἐόντων αὐτοῖσι ἐν τῇ νήσῳ χρυσέων καὶ ἀργυρέων μετάλλων, οὕτω ὥστε ἀπὸ τῆς δεκάτης τῶν γινομένων αὐτόθεν χρημάτων θησαυρὸς ἐν Δελφοῖσι ἀνάκειται ὅμοια τοῖσι πλουσιωτάτοισι· αὐτοὶ δὲ τὰ γινόμενα [ἐν] τῷ ἐνιαυτῷ ἑκάστῳ χρήματα διενέμοντο. [3.57.3] ὅτε ὦν ἐποιεῦντο τὸν θησαυρόν, ἐχρέωντο τῷ χρηστηρίῳ εἰ αὐτοῖσι τὰ παρεόντα ἀγαθὰ οἷά τέ ἐστι πολλὸν χρόνον παραμένειν· ἡ δὲ Πυθίη ἔχρησέ σφι τάδε·
[3.57.4] Ἀλλ᾽ ὅταν ἐν Σίφνῳ πρυτανήια λευκὰ γένηται
λεύκοφρύς τ᾽ ἀγορή, τότε δὴ δεῖ φράδμονος ἀνδρὸς
φράσσασθαι ξύλινόν τε λόχον κήρυκά τ᾽ ἐρυθρόν.
τοῖσι δὲ Σιφνίοισι ἦν τότε ἡ ἀγορὴ καὶ τὸ πρυτανήιον Παρίῳ λίθῳ ἠσκημένα. [3.58.1] τοῦτον τὸν χρησμὸν οὐκ οἷοί τε ἦσαν γνῶναι οὔτε τότε ἰθὺς οὔτε τῶν Σαμίων ἀπιγμένων. ἐπείτε γὰρ τάχιστα πρὸς τὴν Σίφνον προσῖσχον οἱ Σάμιοι, ἔπεμπον τῶν νεῶν μίαν πρέσβεας ἄγουσαν ἐς τὴν πόλιν. [3.58.2] τὸ δὲ παλαιὸν ἅπασαι αἱ νέες ἦσαν μιλτηλιφέες· καὶ ἦν τοῦτο τὸ ἡ Πυθίη προηγόρευε τοῖσι Σιφνίοισι φυλάξασθαι τὸν ξύλινον λόχον κελεύουσα καὶ κήρυκα ἐρυθρόν. [3.58.3] ἀπικόμενοι ὦν οἱ ἄγγελοι ἐδέοντο τῶν Σιφνίων δέκα τάλαντά σφι χρῆσαι· οὐ φασκόντων δὲ χρήσειν τῶν Σιφνίων αὐτοῖσι οἱ Σάμιοι τοὺς χώρους αὐτῶν ἐπόρθεον. [3.58.4] πυθόμενοι δ᾽ ἰθὺς ἧκον οἱ Σίφνιοι βοηθέοντες καὶ συμβαλόντες αὐτοῖσι ἑσσώθησαν, καὶ αὐτῶν πολλοὶ ἀπεκληίσθησαν τοῦ ἄστεος ὑπὸ τῶν Σαμίων· καὶ αὐτοὺς μετὰ ταῦτα ἑκατὸν τάλαντα ἔπρηξαν. [3.59.1] παρὰ δὲ Ἑρμιονέων νῆσον ἀντὶ χρημάτων παρέλαβον, Ὑδρέαν τὴν ἐπὶ Πελοποννήσῳ, καὶ αὐτὴν Τροιζηνίοισι παρακατέθεντο· αὐτοὶ δὲ Κυδωνίην τὴν ἐν Κρήτῃ ἔκτισαν οὐκ ἐπὶ τοῦτο πλέοντες ἀλλὰ Ζακυνθίους ἐξελῶντες ἐκ τῆς νήσου. [3.59.2] ἔμειναν δ᾽ ἐν ταύτῃ καὶ εὐδαιμόνησαν ἐπ᾽ ἔτεα πέντε, ὥστε τὰ ἱρὰ τὰ ἐν Κυδωνίῃ ἐόντα νῦν οὗτοί εἰσι οἱ ποιήσαντες καὶ τὸν τῆς Δικτύνης νηόν. [3.59.3] ἕκτῳ δὲ ἔτεϊ Αἰγινῆται αὐτοὺς ναυμαχίῃ νικήσαντες ἠνδραποδίσαντο μετὰ Κρητῶν, καὶ τῶν νεῶν καπρίους ἐχουσέων τὰς πρῴρας ἠκρωτηρίασαν καὶ ἀνέθεσαν ἐς τὸ ἱρὸν τῆς Ἀθηναίης ἐν Αἰγίνῃ. [3.59.4] ταῦτα δὲ ἐποίησαν ἔγκοτον ἔχοντες Σαμίοισι Αἰγινῆται. πρότεροι γὰρ Σάμιοι ἐπ᾽ Ἀμφικράτεος βασιλεύοντος ἐν Σάμῳ στρατευσάμενοι ἐπ᾽ Αἴγιναν μεγάλα κακὰ ἐποίησαν Αἰγινήτας καὶ ἔπαθον ὑπ᾽ ἐκείνων. ἡ μὲν αἰτίη αὕτη.

[3.54.1] Έφτασαν ωστόσο οι Λακεδαιμόνιοι με μεγάλο στόλο και πολιόρκησαν τη Σάμο, έκαναν έφοδο στο τείχος, και πάτησαν τον πύργο που ήταν προς τη θάλασσα, στην έξω μεριά της πόλης· μετά όμως ήρθε σε ενίσχυση ο ίδιος ο Πολυκράτης με μεγάλη δύναμη, και απωθήθηκαν. [3.54.2] Αλλά στον επάνω πύργο, αυτόν που είναι στην πλαγιά του βουνού, οι ξένοι και πολλοί Σάμιοι έκαναν έφοδο, και για λίγη ώρα αναχαίτισαν τους Λακεδαιμονίους, ύστερα όμως υποχώρησαν, και οι Λακεδαιμόνιοι τους πήραν το κατόπι σκοτώνοντάς τους.
[3.55.1] Λοιπόν, αν οι Λακεδαιμόνιοι που βρίσκονταν εκεί, αναδεικνύονταν εκείνη την ημέρα όμοιοι με τον Αρχία και τον Λυκώπη, η Σάμος θα είχε κυριευθεί. Γιατί ο Αρχίας και ο Λυκώπης, μόνοι οι δυο τους, όρμησαν μέσα στο τείχος μαζί με τους Σαμίους που έφευγαν, και καθώς ο δρόμος της υποχώρησης είχε κοπεί γι᾽ αυτούς, σκοτώθηκαν μέσα στην πόλη των Σαμίων. [3.55.2] Γνώρισα μάλιστα και ο ίδιος στην Πιτάνη (ήταν απ᾽ αυτόν τον δήμο) έναν άλλο Αρχία, τρίτη γενιά από εκείνον τον Αρχία, και τούτος ήταν γιος του Σάμιου, γιου εκείνου του Αρχία, και απ᾽ όλους τους ξένους τιμούσε περισσότερο τους Σαμίους, και μου είπε ότι στον πατέρα του είχαν δώσει το όνομα Σάμιος επειδή ο πατέρας του πατέρα του Αρχίας, είχε ανδραγαθήσει και σκοτωθεί στη Σάμο. Και τιμούσε, μου είπε, τους Σαμίους επειδή οι Σάμιοι είχαν κηδέψει τον παππού του δημοσία δαπάνη.
[3.56.1] Οι Λακεδαιμόνιοι ωστόσο, αφού πέρασαν σαράντα ημέρες όπου πολιορκούσαν τη Σάμο και το πράγμα δεν προχωρούσε καθόλου, έφυγαν και γύρισαν στην Πελοπόννησο. [3.56.2] Κυκλοφόρησε όμως και μια άλλη ιστορία, εντελώς ασύστατη, που λέει ότι ο Πολυκράτης έκοψε άφθονο εγχώριο νόμισμα από μολύβι που το επιχρύσωσε και τους το πρόσφερε κι αυτοί το δέχτηκαν και έτσι έφυγαν. Αυτή ήταν η πρώτη εκστρατεία που έκαναν στην Ασία οι Δωριείς Λακεδαίμονες.
[3.57.1] Όσο για τους Σαμίους που είχαν εκστρατεύσει κι αυτοί κατά του Πολυκράτη, όταν οι Λακεδαιμόνιοι επρόκειτο να τους εγκαταλείψουν, σαλπάρισαν και οι ίδιοι για τη Σίφνο· [3.57.2] γιατί είχαν ανάγκη από χρήματα, και οι Σίφνιοι την εποχή εκείνη ευημερούσαν και ήταν οι πλουσιότεροι από τους νησιώτες, δεδομένου ότι στο νησί τους υπήρχαν μεταλλεία χρυσού και ασημιού έτσι ώστε από το ένα δέκατο των χρημάτων που έβγαιναν εκεί, βρίσκεται στους Δελφούς αφιερωμένος θησαυρός τους από τους πολυτελέστερους· όσο για τα χρήματα που έβγαιναν κάθε χρόνο, οι Σίφνιοι τα μοιράζονταν μεταξύ τους. [3.57.3] Όταν λοιπόν έφτιαχναν το θησαυρό, οι Σίφνιοι ρώτησαν το μαντείο αν τα αγαθά που είχαν τότε ήταν δυνατό να τους μείνουν για πολύν καιρό· και η Πυθία τούς έδωσε τον ακόλουθο χρησμό:
[3.57.4] Όταν στη Σίφνο θα γενεί άσπρο το πρυτανείο
και ασπροφρύδα η αγορά, άνθρωπος μυαλωμένος
θα χρειαστεί να βγει μπροστά και να τους διαφεντέψει
από καρτέρι ξύλινο και κόκκινον τελάλη.
Την εποχή εκείνη λοιπόν η αγορά και το πρυτανείο των Σιφνίων ήταν στολισμένα με παριανό μάρμαρο.
[3.58.1] Τον χρησμό αυτόν οι Σίφνιοι ούτε τότε μπόρεσαν να τον καταλάβουν αμέσως ούτε όταν έφτασαν οι Σάμιοι. Ωστόσο οι Σάμιοι, μόλις προσορμίστηκαν στη Σίφνο, έστειλαν αμέσως ένα από τα πλοία τους να πάει απεσταλμένος τους στην πόλη. [3.58.2] Τον παλιό καιρό όλα τα πλοία ήταν βαμμένα κόκκινα, και αυτό εννοούσε η Πυθία όταν προειδοποιούσε τους Σιφνίους και τους συμβούλευε να φυλαχτούν από ξύλινη παγίδα και κόκκινο κήρυκα. [3.58.3] Έφτασαν λοιπόν οι απεσταλμένοι και ζήτησαν από τους Σιφνίους δάνειο δέκα τάλαντα· αλλά οι Σίφνιοι τους απάντησαν ότι δεν τους δίνουν δάνειο, και οι Σάμιοι βάλθηκαν να τους ρημάξουν τα χωράφια. [3.58.4] Το έμαθαν αυτό οι Σίφνιοι και πήγαν αμέσως να σώσουν την κατάσταση, αλλά έδωσαν μάχη και νικήθηκαν, και οι Σάμιοι έκοψαν τον δρόμο για την πόλη σε πολλούς από δαύτους, που ύστερα απ᾽ αυτό τους πήραν εκατό τάλαντα.
[3.59.1] Οι Σάμιοι έδωσαν χρήματα και πήραν από τους Ερμιονείς το νησί Ύδρα, κοντά στην Πελοπόννησο, και το άφησαν παρακαταθήκη στους Τροιζηνίους· όσο για τους ίδιους, ίδρυσαν στην Κρήτη την Κυδωνία, όπου ωστόσο πήγαν με τα πλοία τους όχι γι᾽ αυτόν τον σκοπό, αλλά για να διώξουν τους Ζακυνθίους από το νησί· [3.59.2] και έμειναν εκεί και πέρασαν καλά πέντε χρόνια, τόσο ώστε τα ιερά που υπάρχουν σήμερα στην Κυδωνία αυτοί τα κατασκεύασαν, καθώς και τον ναό της Δίκτυνας. [3.59.3] Αλλά τον έκτο χρόνο οι Αιγινήτες μαζί με τους Κρήτες τούς νίκησαν σε ναυμαχία, τους πήραν δούλους, και τις πρώρες των πλοίων τους που έμοιαζαν με κάπρους, τις έκοψαν και τις αφιέρωσαν στο ιερό της Αθηνάς στην Αίγινα. [3.59.4] Και τα έκαναν αυτά οι Αιγινήτες από το μίσος που είχαν για τους Σαμίους, επειδή παλαιότερα οι Σάμιοι, όταν βασιλιάς στη Σάμο ήταν ο Αμφικράτης, είχαν εκστρατεύσει κατά της Αίγινας και είχαν φέρει μεγάλες συμφορές στους Αιγινήτες, αλλά και είχαν πάθει από εκείνους. Αυτή ήταν η αιτία.