[12.1] Τα εσωτερικά της πόλης της Αθήνας αναστάτωνε το Κυλώνειο άγος εδώ και πολύν καιρό, από τότε που ο άρχοντας Μεγακλής είχε πείσει τους συνωμότες του Κύλωνα να κατεβούν από την Ακρόπολη, όπου είχαν καταφύγει ως ικέτες της θεάς, για να δικαστούν τάχα κανονικά. Καθώς αυτοί κατέβαιναν κρατώντας ένα σκοινί που το είχαν δέσει στο άγαλμα της θεάς, το σκοινί έσπασε από μόνο του. Τότε ο Μεγακλής και οι συνάρχοντές του όρμησαν κατεπάνω τους, γιατί τάχα η θεά αρνιόταν να δεχτεί την ικεσία τους· έτσι, όσοι πρόλαβαν να καταφύγουν στους βωμούς, τους έσφαξαν· οι μόνοι που γλίτωσαν ήταν εκείνοι που έπεσαν ικέτες στα πόδια των γυναικών των αρχόντων. [12.2] Εξαιτίας αυτού του γεγονότος ο Μεγακλής και οι συνάρχοντές του ονομάστηκαν «εναγείς» και ήταν μισητοί· όσοι από τους οπαδούς του Κύλωνα είχαν γλιτώσει, έγιναν πάλι ισχυροί, και συνεχώς βρίσκονταν σε διαμάχη με τους απογόνους του Μεγακλή. [12.3] Εκείνο τον καιρό η αναταραχή αυτή είχε πάρει πολύ μεγάλες διαστάσεις και ο λαός ήταν διχασμένος. Τότε μπήκε στη μέση ο Σόλων, που με το όνομα που ήδη είχε αποκτήσει και με τη μεσολάβηση των πρώτων Αθηναίων, κατόρθωσε με παρακάλια και με νουθεσίες να πείσει τους λεγόμενους «εναγείς» να προσέλθουν σε δίκη με δικαστές τριακόσιους διακεκριμένους πολίτες. [12.4] Ύστερα από την ανάπτυξη του κατηγορητηρίου από τον Μύρωνα, τον γιο του Φλυέα, οι «εναγείς» κρίθηκαν ένοχοι· έτσι, όσοι ζούσαν, εξορίστηκαν, ενώ τα οστά των νεκρών, που είχαν ξεθάψει, τα πέταξαν έξω από τα σύνορα της Αττικής. [12.5] Επωφελούμενοι από αυτές τις ταραχές οι Μεγαρείς τους επιτέθηκαν· έτσι έχασαν οι Αθηναίοι τη Νίκαια και διώχτηκαν ξανά από τη Σαλαμίνα. [12.6] Συνάμα κάποιοι φόβοι από δεισιδαιμονία και κακοί οιωνοί κρατούσαν όμηρους τους πολίτες· από την άλλη οι μάντεις διεκήρυτταν δημοσίως ότι οι θυσίες έδειχναν άγη και μιάσματα, που χρειάζονταν καθαρμούς. [12.7] Έτσι λοιπόν κλήθηκε από τους Αθηναίους και ήρθε από τη Φαιστό της Κρήτης ο Επιμενίδης, που ορισμένοι τον κατατάσσουν έβδομο μεταξύ των σοφών, βγάζοντας από τη λίστα τον Περίανδρο. Είχε τη φήμη ανθρώπου αγαπητού στους θεούς και σοφού περί τα θεία με μαντικές ικανότητες και γνώσεις στις τελετουργικές πράξεις. Γι᾽ αυτό και οι σύγχρονοί του τον αποκαλούσαν γιο της νύμφης Βλάστης και νέο Κούρητα. [12.8] Όταν ο Επιμενίδης ήρθε στην Αθήνα, συνδέθηκε με φιλία με τον Σόλωνα, συνεργάστηκε μαζί του και τον βοήθησε στην προεργασία για τη νομοθεσία. Πράγματι, απλοποίησε τους νόμους τους σχετικούς με τις τελετουργίες και έκανε πιο ήπιους εκείνους που αφορούσαν στο πένθος, εισάγοντας στην ταφή των νεκρών και κάποιες θυσίες, καταργώντας τα σκληρά και βαρβαρικά έθιμα που ακολουθούσαν προηγουμένως οι περισσότερες γυναίκες. [12.9] Αλλά το πιο σπουδαίο, με το να μυήσει στα μυστήρια με κάποιες τελετουργίες, καθαρμούς και ίδρυση ναών και να εξαγνίσει την πόλη, την έκανε να υπηρετεί το δίκαιο και τους πολίτες της να ρέπουν πιο εύκολα προς την ομόνοια. [12.10] Λένε ακόμη ότι, όταν είδε τη Μουνιχία και την περιεργάστηκε πολλήν ώρα, είπε σε όσους ήταν εκεί παρόντες ότι ο άνθρωπος είναι τυφλός μπροστά στο μέλλον· γιατί, αν οι Αθηναίοι ήξεραν από πριν πόση θλίψη θα προκαλέσει το μέρος αυτό, θα το είχαν φάει με τα δόντια τους. [12.11] Κάτι παρόμοιο λένε ότι είχε προβλέψει ο Θαλής· είχε δώσει δηλαδή εντολή, όταν πεθάνει, να τον θάψουν σε ένα ασήμαντο και παραμελημένο μέρος της περιοχής της Μιλήτου, γιατί το μέρος αυτό θα γινόταν κάποτε, όπως τους είπε, αγορά των Μιλησίων. [12.12] Ο Επιμενίδης λοιπόν, αφού θαυμάστηκε πάρα πολύ, ενώ οι Αθηναίοι του πρόσφεραν χρήματα πολλά και τιμές μεγάλες, δεν ζήτησε και δεν πήρε τίποτε εκτός από ένα κλαδί της ιερής ελιάς, και γύρισε στην πατρίδα του.
|