ΤΕ. Θα μάθεις όλο το κακό, αφού συμπαραστέκεσαι.
Νύχτα βαθιά, όταν απόβραδα τα φώτα είχαν
σβήσει, αυτός, με δίκοπο σπαθί στο χέρι, γύρευε έξω
να γλιστρήσει, δίχως λόγο. Οπότε εγώ έβαλα τις φωνές :
Τί πας να κάνεις, Αίαντα; έτσι απρόσκλητος, χωρίς κανένα
290μήνυμα, δίχως ν᾽ ακούσεις σάλπιγγα; για πού αλήθεια
το ᾽βαλες; Αυτήν την ώρα όλος ο στρατός κοιμάται.
Οπότε αυτός απότομα μου είπε εκείνο το γνωστό ρητό:
γυναίκα, στις γυναίκες στολίδι είναι η σιωπή.
Κατάλαβα εγώ και σώπασα, κι εκείνος μόνος
τράβηξε τον δρόμο του. Τί έγινε ωστόσο εκεί, τί έπαθε,
δεν ξέρω εγώ να σου το πω. Γύρισε πάντως μέσα
σέρνοντας σύνδετα βόδια, σκυλιά λαγωνικά
και μαλλιαρά αρνιά.
Άλλα απ᾽ αυτά τους κόβει τον λαιμό, άλλα
τ᾽ αναλαιμίζει και τα σφάζει, κι άλλα, χυμώντας
μέσα στο κοπάδι, τα μαστίγωνε λες κι ήταν
300οι αιχμάλωτοί του.
Τέλος, έξω πετάχτηκε απ᾽ τη σκηνή, σαν να μιλούσε
σε σκιά, λόγια βαριά ξεστόμιζε, τη μια
προς τους Ατρείδες, στον Οδυσσέα την άλλη,
γελώντας παρανοϊκά, λέγοντας πως τους παίρνει
τη μεγάλη εκδίκηση.
Μετά πηδώντας βρέθηκε μέσα στο στέκι του,
όπου σιγά σιγά ήλθε στα συγκαλά του.
Βλέποντας τότε εκεί τον χώρο του γεμάτο από τα σύνεργα
της άμετρης παραφοράς του, μουγκρίζοντας χτυπούσε
το κεφάλι του, φωνάζοντας· κι έπειτα ερείπιο
σωριάστηκε στα ερείπια μιας φονικής σφαγής,
310με χέρια και με νύχια τραβώντας το μαλλί του.
Για κάμποσο δεν είπε λέξη· μετά εμένα αγριεμένος
επήρε ν᾽ απειλεί, αν δεν φανέρωνα όλα τα πάθη του,
επίμονα ρωτώντας σε ποιό σημείο βρίσκεται το πράγμα.
Κι εγώ, καλοί μου φίλοι, τρέμοντας, ένα προς ένα
φανέρωσα τα γεγονότα, όσα η ίδια ήξερα.
Οπότε εκείνος έβγαλε τρομερές κραυγές,
όπως ποτέ άλλη φορά δεν άκουσα παρόμοιες.
Γιατί ισχυριζόταν πώς μόνο σ᾽ άνθρωπο δειλό
320ταιριάζουν γόοι κι οδυρμοί, γι᾽ αυτό και δεν ξεφώνιζε
τον άγριο πόνο του, μόνο βογκούσε υπόκωφα,
μουγκρίζοντας σαν ταύρος.
Τώρα ωστόσο, χωμένος στη βαθιά του συμφορά,
δίχως ψωμί, δίχως νερό, στα ζώα ανάμεσα που έκοψε
με το σπαθί του, άπραγος παραμένει· φαίνεται έργο
σκοτεινό έχει στον νου του, αν κρίνεις απ᾽ τα λόγια του
και τον καημό του.
Αλλά, καλοί μου φίλοι, γι᾽ αυτό είμαι εδώ·
ελάτε μέσα, βοηθήστε, όπως μπορείτε.
Γιατί οι φίλοι σαν κι αυτόν υποχωρούν
330στων φίλων τους τα λόγια.
ΧΟ. Τέκμησσα, θυγατέρα του Τελεύταντα, μας είπες
λόγια τρομερά, που φανερώνουν πως εκείνος
παραφρόνησε μέσα στη συμφορά του.
|