Αυτόν που μελετώ στο σπίτι μου, ίυγγα, σύρτ᾽ τον.
Νά, χύνω τρεις σπονδές και τρεις φορές φωνάζω,
σεβάσμια θεά: «Μαζί μ᾽ αυτόν όποιος πλαγιάζει,
όποια πλαγιάζει, τόσο να σβηστεί απ᾽ το νου του,
45όσο, όπως λένε, κάποτε, ο Θησέας στη Δία
την ωριοπλέξουδη λησμόνησε Αριάδνη.»
Αυτόν που μελετώ στο σπίτι μου, ίυγγα, σύρτ᾽ τον.
Στην Αρκαδία φυτρώνει ένα βοτάνι, που όλα
τα πουλάρια απ᾽ αυτό και τις γοργές φοράδες
μια τρέλα στα βουνά τις πιάνει· έτσι το Δέλφη
50να δω από το λαμπρό να φεύγει γυμναστήριο
και σαν τρελός εδώ στο σπίτι μου να μπαίνει.
Αυτόν που μελετώ στο σπίτι μου, ίυγγα, σύρτ᾽ τον.
Από τη χλαίνα είχε σκιστεί του Δέλφη μια άκρη·
νά τη· και τώρα εγώ τη ρίχνω ξέφτι ξέφτι
55στην άγρια τη φωτιά. Γιατί, Έρωτα κακούργε,
σαν τη βδέλλα της λίμνης κόλλησες απάνω
στο δόλιο μου κορμί κι όλο μού πίνεις το αίμα;
Αυτόν που μελετώ στο σπίτι μου, ίυγγα, σύρτ᾽ τον.
Σαύρα θα κοπανίσω κι αύριο θα του πάω
κακό πιοτό· μα τώρα πάρε, Θεστυλίδα,
60τα μάγια αυτά, κι όσο είν᾽ ακόμα νύχτα, σύρε
ν᾽ αλείψεις το κατώφλι του, και φτυώντας λέγε:
«Ζυμάρι από τα κόκαλα του Δέλφη αλείβω.»
Αυτόν που μελετώ στο σπίτι μου, ίυγγα, σύρτ᾽ τον.
Η Θεστυλίδα παίρνει τα μαγικά και φεύγει.
|