Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΑΙΣΧΥΛΟΣ

Χοηφόροι (212-245)


ΟΡ. εὔχου τὰ λοιπά, τοῖς θεοῖς τελεσφόρους
εὐχὰς ἐπαγγέλλουσα, τυγχάνειν καλῶς.
ΗΛ. ἐπεὶ τί νῦν ἕκατι δαιμόνων κυρῶ;
215 ΟΡ. εἰς ὄψιν ἥκεις ὧνπερ ἐξηύχου πάλαι.
ΗΛ. καὶ τίνα σύνοισθά μοι καλουμένῃ βροτῶν;
ΟΡ. σύνοιδ᾽ Ὀρέστην πολλά σ᾽ ἐκπαγλουμένην.
ΗΛ. καὶ πρὸς τί δῆτα τυγχάνω κατευγμάτων;
ΟΡ. ὅδ᾽ εἰμί· μὴ μάτευ᾽ ἐμοῦ μᾶλλον φίλον.
220 ΗΛ. ἀλλ᾽ ἦ δόλον τιν᾽, ὦ ξέν᾽, ἀμφί μοι πλέκεις;
ΟΡ. αὐτὸς κατ᾽ αὐτοῦ τἄρα μηχανορραφῶ.
ΗΛ. ἀλλ᾽ ἐν κακοῖσι τοῖς ἐμοῖς γελᾶν θέλεις;
ΟΡ. κἀν τοῖς ἐμοῖς ἄρ᾽, εἴπερ ἔν γε τοῖσι σοῖς.
ΗΛ. ὡς ὄντ᾽ Ὀρέστην τἄρ᾽ ἐγώ σε προὐννέπω;
225 ΟΡ. αὐτὸν μὲν οὖν ὁρῶσα δυσμαθεῖς ἐμέ·
κουρὰν δ᾽ ἰδοῦσα τήνδε κηδείου τριχὸς
228 ἰχνοσκοποῦσά τ᾽ ἐν στίβοισι τοῖς ἐμοῖς
227 ἀνεπτερώθης κἀδόκεις ὁρᾶν ἐμέ.
230 σκέψαι, τομῇ προσθεῖσα βόστρυχον τριχός,
229 σαυτῆς ἀδελφοῦ σύμμετρον τῷ σῷ κάρᾳ.
231 ἰδοῦ δ᾽ ὕφασμα τοῦτο, σῆς ἔργον χερός,
σπάθης τε πληγάς, ἒν δὲ θήρειον γραφήν—
ἔνδον γενοῦ, χαρᾷ δὲ μὴ ᾽κπλαγῇς φρένας·
τοὺς φιλτάτους γὰρ οἶδα νῷν ὄντας πικρούς.
235 ΗΛ. ὦ φίλτατον μέλημα δώμασιν πατρός,
δακρυτὸς ἐλπὶς σπέρματος σωτηρίου,
ἀλκῇ πεποιθὼς δῶμ᾽ ἀνακτήσῃ πατρός.
ὦ τερπνὸν ὄμμα τέσσαρας μοίρας ἔχον
ἐμοί, προσαυδᾶν δ᾽ ἔστ᾽ ἀναγκαίως ἔχον
240 πατέρα σε, καὶ τὸ μητρὸς ἐς σέ μοι ῥέπει
στέργηθρον—ἡ δὲ πανδίκως ἐχθαίρεται—
καὶ τῆς τυθείσης νηλεῶς ὁμοσπόρου·
πιστὸς δ᾽ ἀδελφὸς ἦσθ᾽, ἐμοὶ σέβας φέρων
μόνον Κράτος τε καὶ Δίκη σὺν τῷ τρίτῳ
245 πάντων μεγίστῳ Ζηνὶ συγγένοιτό μοι.


ΟΡΕΣΤΗΣ
Γνώριζε στους θεούς των ευχών σου το τέλος
κι ευχήσου και τα επίλοιπα σε καλό να ᾽βγουν.
ΗΛΕΚΤΡΑ
Πως τάχα τί από χάρη τους καλό με βρήκε;
ΟΡΕΣΤΗΣ
Έχεις εμπρός σου αυτούς που από καιρόν ευχόσουν.
ΗΛΕΚΤΡΑ
Και πού γνωρίζεις συ, ποιον έκραζαν οι ευχές μου;
ΟΡΕΣΤΗΣ
Ξέρω πως μια ήταν όλη σου η λαχτάρα — ο Ορέστης.
ΗΛΕΚΤΡΑ
Και σε τί τάχα να εισακούστηκαν οι ευχές μου;
ΟΡΕΣΤΗΣ
Εγώ είμαι ᾽κείνος· κι άλλον μη ζητάς πιο φίλο!
ΗΛΕΚΤΡΑ
220Μήπως μου πλέκεις κάποιο δόλο εμένα, ω ξένε;
ΟΡΕΣΤΗΣ
Τότε θα πει πως για τον ίδιο εμέ τον πλέκω.
ΗΛΕΚΤΡΑ
Μα μήπως με τις συμφορές μου θες να παίζεις;
ΟΡΕΣΤΗΣ
Με τις δικές μου τότες, αν με τις δικές σου.
ΗΛΕΚΤΡΑ
Ώστε να λέω πως μου μιλά εμπρός μου ο Ορέστης;
ΟΡΕΣΤΗΣ
Δε θες, ενώ τον ίδιο βλέπεις, να πιστέψεις.
μα όταν την πένθιμη κουρά των μαλλιών είδες
και των ποδιών μου αναμετρούσες τα σημάδια,
σα να ᾽βλεπες εμένα πέταξε η καρδιά σου.
Φέρ᾽ την κοντά και ιδές πὄχει κοπεί η πλεξίδα
230απ᾽ τα μαλλιά μου αυτά, που είν᾽ όμοια τα δικά σου.
Δες και το φάδι αυτό, διάσιμο του χεριού σου,
με ξόμπλια της σαΐτας σου γραφτά κυνήγια.
Κράτα το νου σου κι η χαρά σου ας μη ξεσπάσει,
γιατί πικροί μάς είναι, ξέρω, οι φίλτατοί μας.
ΗΛΕΚΤΡΑ
Ω εσύ, του πατρικού σπιτιού γλυκύτατη έγνοια,
της σωτηρίας μας η πολύκλαυτη η ελπίδα,
έχε στη δύναμή σου θάρρος και θα πάρεις
πίσω το θρόνο του πατέρα μας· ω μάτια,
γλυκύτατά μου μάτια, πὄχετε για μένα
τέσσερ᾽ αγάπης μερδικά· γιατ᾽ έχω χρέος
240πατέρα μου να σ᾽ ονομάζω, και μιας μάνας,
που ολόδικα μισώ, σε σένα πέφτει η αγάπη,
και της θυσιασμένης άσπλαχν᾽ αδερφής μου,
κι αδέρφι ᾽σαι πιστό που ήρθες να με τιμήσεις.
Μόνον η Δύναμη κι η Δίκη με τον τρίτο
τον Δία τον παντοδύναμο ας μου συντρέξουν.