320. Μύθος για το άλογο. Διδάσκει να αναλογιζόμαστε την ανθρώπινη κατάσταση. [320.1] Ήταν μια φορά ένα άλογο καταβεβλημένο από τα γηρατειά. Αντί για τον πόλεμο, λοιπόν, το έστειλαν στον μύλο, όπου ήταν αναγκασμένο να γυρνά τις μυλόπετρες για το άλεσμα· τέρμα πια οι μάχες. Συχνά-πυκνά, που λέτε, το καημένο έβαζε τα κλάματα για την τωρινή του μιζέρια και αναπολούσε την παλιά του σταδιοδρομία. «Να ᾽ξερες, κυρ-μυλωνά» —έτσι διηγούνταν— «σε τί εκστρατείες έχω υπηρετήσει εγώ τότε, τον παλιό καλό καιρό. Όλο μου το κορμί γύρω-γύρω ήταν φορτωμένο με μπιχλιμπίδια, σου λέω. Μέχρι και άνθρωπο είχα να μου κάνει τον ιπποκόμο και να με υπηρετεί συνέχεια. Πώς την έπαθα έτσι ο κακομοίρης τώρα και ξέπεσα σε τούτον τον μύλο, ύστερα από τόσες μάχες! Δεν ξέρω τί να πω». Όμως ο μυλωνάς το αποπήρε: «Πάψε πια, βρε κακορίζικο, μου πήρες τα αυτιά, όλο να φλυαρείς για τα παλιά και τα παλιά. Η τύχη, να το ξέρεις, αυτή είναι που μπορεί και μεταβάλει τη μοίρα όλων των πλασμάτων, είτε για το καλύτερο είτε για το χειρότερο». 321. Μύθος για τους ταύρους. Διδάσκει να έχουμε ομόνοια. [321.1] Ήταν μια φορά τρεις ταύροι που περνούσαν τον καιρό τους όλοι μαζί στο ίδιο μέρος. Αυτούς, που λέτε, τους είχε βάλει στο μάτι το λιοντάρι και τους παραφύλαγε για να τους κάνει λεία του. Έλα όμως που δεν είχε τη δύναμη να τους τσακώσει όσο έμεναν όλοι μαζί. Μηχανεύτηκε λοιπόν να τους χωρίσει πρώτα· έτσι θα ήταν μετά ευκολότερο να τους καταβάλει. Γι᾽ αυτό τους έφερε σε σύγκρουση μεταξύ τους, εμπνέοντας τη διχόνοια στον καθένα τους με τη σειρά, και με αυτόν τον τρόπο κατόρθωσε να τους απομακρύνει τον έναν από τον άλλο. Τότε πλέον ήταν πανεύκολο να τους ξεπαστρέψει, έτσι που είχαν απομονωθεί. Ενώ όσο ήσαν όλοι μαζί παρέα, δεν έβρισκε τρόπο να τους βάλει χέρι. Έτσι είναι: Η ομόνοια είναι σωτηρία για όσους την έχουν. 322. Μύθος για το ελάφι. Διδάσκει να μη δίνουμε συμβουλές, παρά μόνο αν είμαστε σε θέση να τις εφαρμόσουμε και εμείς οι ίδιοι. [322.1] Μια φορά η μαμά ελαφίνα βάλθηκε να κάνει παρατηρήσεις στον γιο της: «Παιδί μου, τί θα γίνει με σένα; Δεν βλέπεις τί μεγαλοπρεπή κέρατα σου χάρισε η φύση; Άσε τη σωματάρα σου, που ξεχωρίζει για το μέγεθός της. Τί σε πιάνει, λοιπόν, και το βάζεις στα πόδια να ξεφύγεις κάθε φορά που σου ορμάνε τα σκυλιά;». Τέτοια του αράδιαζε, όταν ξαφνικά ακούστηκαν από μακριά κάτι σκυλιά να τρέχουν. Αμέσως τότε η μεγάλη η ελαφίνα ρίχτηκε πρώτη στο φευγιό — και ας ορμήνευε λίγο πιο πριν η ίδια το παιδί της να κρατάει τη θέση του. Βλέπετε, είναι εύκολο να δίνουμε παραγγέλματα· το δύσκολο είναι να τα κάνουμε πράξη. 323. Μύθος για την αλεπού. Διδάσκει να μη γυρεύουμε τα πολλά. [323.1] Ήταν κάποτε μια αλεπού που κατοικούσε παρέα με το λιοντάρι, κάνοντας την υπηρέτριά του, ας πούμε. Εν ολίγοις, εκείνη του μαρτυρούσε πού υπήρχαν θηράματα, και το θεριό τότε έπεφτε πάνω τους και τα αιχμαλώτιζε. Στη συνέχεια μοίραζαν τη λεία, παίρνοντας ο καθένας το μερίδιο που αναλογούσε στην αξία του. Έτσι κυλούσε το πράγμα, μέχρι που η αλεπού ένιωσε ζήλια για το λιοντάρι, επειδή εκείνο έπαιρνε πάντα τα πιο πολλά. Διάλεξε λοιπόν να πάει και αυτή κυνήγι μια φορά, αντί να μαρτυράει μονάχα. Το αποτέλεσμα: εκεί που πάσχιζε να αρπάξει κανένα πρόβατο από το κοπάδι, την τσάκωσαν την ίδια κάτι κυνηγοί. Δίδαγμα: Κάλλιο να είσαι υπήκοος και ασφαλής παρά να κυβερνάς μες στους κινδύνους. 324. Μύθος για την ελιά και τη συκιά. Διδάσκει τους νέους να βάζουν μυαλό. [324.1] Μια φορά η ελιά βάλθηκε να περιγελάει τη συκιά: «Δεν με βλέπεις εμένα πώς ανθίζω κάθε ώρα και στιγμή; Ενώ εσένα, βρε καημένη, τα λουλούδια σου έρχονται και φεύγουν, ανάλογα με τις εποχές». Έλα όμως που σε κάποια στιγμή άρχισε να πέφτει πυκνό χιόνι. Η ελιά, που λέτε, βρέθηκε τότε σκεπασμένη ωραία-ωραία με φυλλωσιές και άνθη. Το χιόνι, λοιπόν, στρώθηκε για τα καλά πάνω στα βλαστάρια της. Αποτέλεσμα: όχι μόνο της χάλασε την ομορφιά της, αλλά την ξέρανε και την ίδια μεμιάς. Τη συκιά, αντίθετα, το χιόνι τη βρήκε τελείως απογυμνωμένη: έτσι κύλησε από τα κλαριά της κάτω στο έδαφος και δεν μπόρεσε να της κάνει κακό. Δίδαγμα: Η ομορφιά, άμα δεν συνοδεύεται από φρονιμάδα, καταντάει ντροπή για όποιον την έχει.
|