[3.18.1] Ύστερα από αυτά έστειλε με τον Παρμενίωνα τα μεταγωγικά, τους Θεσσαλούς ιππείς, τους συμμάχους και τους ξένους μισθοφόρους, καθώς και όσους άλλους στρατιώτες είχαν βαρύτερο οπλισμό, για να τους οδηγήσει εναντίον των Περσών από την αμαξιτή οδό που οδηγούσε στη χώρα τους. [3.18.2] Ο ίδιος πήρε μαζί του τους πεζούς Μακεδόνες, το ιππικό των εταίρων, τους ανιχνευτές ιππείς, τους Αγριάνες και τους τοξότες και προχώρησε γρήγορα μέσα από τα βουνά. Όταν έφθασε στις Περσικές Πύλες, βρήκε εκεί τον Αριοβαρζάνη, τον σατράπη της Περσίδας, με σαράντα περίπου χιλιάδες πεζούς και κάπου επτακόσιους ιππείς να έχει οχυρώσει με τείχος τις πύλες και να έχει στρατοπεδεύσει εκεί κοντά στο τείχος, με σκοπό να εμποδίσει τη διάβαση του Αλεξάνδρου. [3.18.3] Για την ώρα λοιπόν ο Αλέξανδρος στρατοπέδευσε εκεί· την επόμενη όμως μέρα συνέταξε τον στρατό του και τον οδήγησε κατά του τείχους. Επειδή όμως φαινόταν αδύνατη η κατάληψή του λόγω της κακοτοπιάς και των πολλών τραυμάτων που δέχονταν οι δικοί του, γιατί οι εχθροί τούς χτυπούσαν από ψηλά και από μηχανές, αναγκάστηκε να υποχωρήσει τότε προς το στρατόπεδό του. [3.18.4] Οι αιχμάλωτοι όμως του υποσχέθηκαν να τον οδηγήσουν από άλλο παρακαμπτήριο δρόμο, ώστε να μπορέσει να περάσει μέσα στις πύλες· επειδή πληροφορήθηκε ότι ο δρόμος αυτός ήταν ανώμαλος και στενός, άφησε εκεί στο στρατόπεδο τον Κρατερό με το τάγμα του, το τάγμα του Μελεάγρου, λίγους τοξότες και περίπου πεντακόσιους ιππείς, [3.18.5] και τον διέταξε τότε να επιτεθεί στο τείχος, όταν αντιληφθεί ότι ο ίδιος έχει περάσει ολόγυρα και πλησιάζει ήδη στο περσικό στρατόπεδο — και αυτό, του είπε, θα το αντιληφθεί εύκολα, γιατί θα τον ειδοποιήσει με τις σάλπιγγες. Ο ίδιος προχώρησε μέσα στη νύχτα και, αφού διέτρεξε εκατό περίπου σταδίους, πήρε μαζί του τους υπασπιστές, το τάγμα του Περδίκκα, τους πιο ελαφρά οπλισμένους τοξότες, τους Αγριάνες και από το ιππικό των εταίρων τη βασιλική ίλη και τέσσερις ακόμη λόχους ιππικού και με όλους αυτούς, κάνοντας στροφή, βάδισε προς τις πύλες, όπου τον οδηγούσαν οι αιχμάλωτοι. [3.18.6] Διέταξε τον Αμύντα, τον Φιλώτα και τον Κοίνο να οδηγήσουν στην πεδιάδα το υπόλοιπο στράτευμα και να κατασκευάσουν γέφυρα στον ποταμό, από τον οποίο έπρεπε να περάσει για να πάει στην Περσίδα. Ο ίδιος πήρε ένα δύσκολο και ανώμαλο δρόμο που στο μεγαλύτερο μέρος του τον πέρασε πολύ γρήγορα. Πριν ξημερώσει, επιτέθηκε στην πρώτη φρουρά των βαρβάρων και την εξολόθρευσε καθώς και τους πιο πολλούς άνδρες της δεύτερης. [3.18.7] Οι περισσότεροι όμως άνδρες της τρίτης φρουράς διέφυγαν. Παρ᾽ όλα αυτά ούτε αυτοί κατέφυγαν στο στρατόπεδο του Αριοβαρζάνη, αλλά από εκεί όπου ήταν τράπηκαν φοβισμένοι προς τα βουνά, ώστε δεν έγινε αντιληπτός ο Αλέξανδρος, όταν κατά τα χαράματα έκαμε επίθεση στο στρατόπεδο του εχθρού. Την ώρα που ο Αλέξανδρος προσέβαλλε την τάφρο και οι σάλπιγγες ειδοποιούσαν τους άνδρες του Κρατερού, την ίδια ώρα και ο Κρατερός επιχειρούσε επίθεση στο οχύρωμα. [3.18.8] Οι εχθροί, επειδή τους χτυπούσαν από όλες τις μεριές, δεν ήρθαν καν στα χέρια με τους Μακεδόνες, αλλά έφυγαν. Είχαν πια αποκλεισθεί από παντού, επειδή από το ένα μέρος τους πίεζε ο Αλέξανδρος, ενώ από το άλλο έτρεχαν εναντίον τους οι άνδρες του Κρατερού, έτσι ώστε οι περισσότεροι από αυτούς αναγκάστηκαν να στραφούν προς τα τείχη και να καταφύγουν σε αυτά· αλλά και τα τείχη τα κατείχαν ήδη οι Μακεδόνες. [3.18.9] Γιατί ο Αλέξανδρος υποθέτοντας ότι θα συμβεί ό,τι πράγματι έγινε, είχε αφήσει εκεί τον Πτολεμαίο με τρεις περίπου χιλιάδες πεζούς, ώστε οι περισσότεροι από τους βαρβάρους συγκρούστηκαν με τους Μακεδόνες και εξολοθρεύτηκαν, ενώ οι υπόλοιποι χάθηκαν κατά την φυγή, που ήταν φοβερή, πέφτοντας από τους γκρεμούς· ο ίδιος ο Αριοβαρζάνης όμως διέφυγε στα βουνά με λίγους ιππείς του. |