Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΑΡΡΙΑΝΟΣ

Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις (3.18.1-3.18.9)

[3.18.1] Ἐκ δὲ τούτου τὰ μὲν σκευοφόρα καὶ τοὺς Θεσσαλοὺς ἱππέας καὶ τοὺς ξυμμάχους καὶ τοὺς μισθοφόρους τοὺς ξένους καὶ ὅσοι ἄλλοι τοῦ στρατεύματος βαρύτερον ὡπλισμένοι ξὺν Παρμενίωνι ἐκπέμπει ὡς ἐπὶ Πέρσας ἄγειν κατὰ τὴν ἁμαξιτὸν τὴν ἐς Πέρσας φέρουσαν. [3.18.2] αὐτὸς δὲ τούς τε Μακεδόνας τοὺς πεζοὺς ἀναλαβὼν καὶ τὴν ἵππον τὴν ἑταιρικὴν καὶ τοὺς προδρόμους ἱππέας καὶ τοὺς Ἀγριᾶνας καὶ τοὺς τοξότας ᾔει σπουδῇ τὴν διὰ τῶν ὀρῶν. ὡς δὲ ἐπὶ τὰς πύλας τὰς Περσίδας ἀφίκετο, καταλαμβάνει αὐτοῦ Ἀριοβαρζάνην τὸν Περσῶν σατράπην πεζοὺς μὲν ἐς τετρακισμυρίους ἔχοντα, ἱππέας δὲ ἐς ἑπτακοσίους, διατετειχικότα τὰς πύλας καὶ αὐτοῦ πρὸς τῷ τείχει ἐστρατοπεδευκότα, ὡς εἴργειν τῆς παρόδου Ἀλέξανδρον.
[3.18.3] Τότε μὲν δὴ αὐτοῦ κατεστρατοπεδεύσατο· τῇ δὲ ὑστεραίᾳ ξυντάξας τὴν στρατιὰν ἐπῆγε τῷ τείχει. ὡς δὲ ἄπορόν τε διὰ δυσχωρίαν ἐφαίνετο αἱρεθῆναι καὶ πολλὰς πληγὰς οἱ ἀμφ᾽ αὐτὸν ἐλάμβανον ἐξ ὑπερδεξίου τε χωρίου καὶ ἀπὸ μηχανῶν βαλλόμενοι, τότε μὲν ἀποχωρεῖ ἐς τὸ στρατόπεδον· [3.18.4] τῶν δὲ αἰχμαλώτων φρασάντων ἄλλην ὁδὸν περιάξειν αὐτόν, ὡς εἴσω παρελθεῖν τῶν πυλῶν, ἐπεὶ τραχεῖαν τὴν ὁδὸν καὶ στενὴν ἐπύθετο, Κρατερὸν μὲν αὐτοῦ καταλείπει ἐπὶ στρατοπέδου τήν τε αὑτοῦ τάξιν ἔχοντα καὶ τὴν Μελεάγρου καὶ τῶν τοξοτῶν ὀλίγους καὶ τῶν ἱππέων ἐς πεντακοσίους, [3.18.5] καὶ προστάττει αὐτῷ, ἐπειδὰν ἐκπεριεληλυθότα αὑτὸν αἴσθηται καὶ προσάγοντα ἤδη τῷ στρατοπέδῳ τῶν Περσῶν (αἰσθήσεσθαι δὲ οὐ χαλεπῶς, σημανεῖν γὰρ αὐτῷ τὰς σάλπιγγας), τότε δὲ προσβαλεῖν τῷ τείχει· αὐτὸς δὲ προὐχώρει νύκτωρ καὶ διελθὼν ὅσον ἑκατὸν σταδίους ἀναλαμβάνει τοὺς ὑπασπιστὰς καὶ τὴν Περδίκκου τάξιν καὶ τῶν τοξοτῶν τοὺς κουφοτάτους καὶ τοὺς Ἀγριᾶνας καὶ τῶν ἑταίρων τὴν ἴλην τὴν βασιλικὴν καὶ τετραρχίαν πρὸς ταύτῃ μίαν ἱππικήν, καὶ ξὺν τούτοις ᾔει ἐπικάμψας ὡς ἐπὶ τὰς πύλας, ἵν᾽ οἱ αἰχμάλωτοι ἦγον. [3.18.6] Ἀμύνταν δὲ καὶ Φιλώταν καὶ Κοῖνον τὴν ἄλλην στρατιὰν ὡς ἐπὶ τὸ πεδίον ἄγειν καὶ τὸν ποταμόν, ὃν ἐχρῆν περᾶσαι ἰόντα ἐπὶ Πέρσας, γεφυροῦν ἐκέλευσεν· αὐτὸς δὲ ᾔει ὁδὸν χαλεπὴν καὶ τραχεῖαν καὶ ταύτην δρόμῳ τὸ πολὺ ἦγε. τὴν μὲν δὴ πρώτην φυλακὴν τῶν βαρβάρων πρὶν φάους ἐπιπεσὼν διέφθειρε καὶ τῶν δευτέρων τοὺς πολλούς· [3.18.7] τῆς τρίτης δὲ οἱ πλείους διέφυγον, καὶ οὐδὲ οὗτοι ἐς τὸ στρατόπεδον τὸ Ἀριοβαρζάνου ἔφυγον, ἀλλ᾽ αὐτόθεν ὡς εἶχον ἐς τὰ ὄρη πεφοβημένοι, ὥστε ἔλαθεν ὑπὸ τὴν ἕω ἐπιπεσὼν τῷ στρατοπέδῳ τῶν πολεμίων. καὶ ἅμα μὲν προσέβαλλε τῇ τάφρῳ, ἅμα δὲ αἱ σάλπιγγες ἐσήμαινον τοῖς ἀμφὶ Κρατερόν, καὶ Κρατερὸς προσῆγε τῷ προτειχίσματι. [3.18.8] οἱ πολέμιοι δὲ πάντοθεν ἀμφίβολοι γιγνόμενοι οὐδὲ ἐς χεῖρας ἐλθόντες ἔφυγον, ἀλλὰ πανταχόθεν γὰρ εἴργοντο, τῇ μὲν Ἀλεξάνδρου ἐπικειμένου, ἄλλῃ δὲ τῶν ἀμφὶ Κρατερὸν παραθεόντων, ὥστε ἠναγκάσθησαν οἱ πολλοὶ αὐτῶν ἐς τὰ τείχη ἀποστρέψαντες φεύγειν· εἴχετο δὲ καὶ τὰ τείχη πρὸς τῶν Μακεδόνων ἤδη. [3.18.9] Ἀλέξανδρος γὰρ τοῦτο αὐτὸ ὅπερ ξυνέβη ὑποτοπήσας Πτολεμαῖον ἀπολελοίπει αὐτοῦ, ἔχοντα τῶν πεζῶν ἐς τρισχιλίους, ὥστε οἱ μὲν πλεῖστοι τῶν βαρβάρων ἐν χερσὶ πρὸς τῶν Μακεδόνων κατεκόπησαν, οἱ δὲ καὶ ἐν τῇ φυγῇ φοβερᾷ γενομένῃ κατὰ τῶν κρημνῶν ῥίψαντες ἀπώλοντο· αὐτὸς δὲ ὁ Ἀριοβαρζάνης ξὺν ὀλίγοις ἱππεῦσιν ἐς τὰ ὄρη ἀπέφυγεν.

[3.18.1] Ύστερα από αυτά έστειλε με τον Παρμενίωνα τα μεταγωγικά, τους Θεσσαλούς ιππείς, τους συμμάχους και τους ξένους μισθοφόρους, καθώς και όσους άλλους στρατιώτες είχαν βαρύτερο οπλισμό, για να τους οδηγήσει εναντίον των Περσών από την αμαξιτή οδό που οδηγούσε στη χώρα τους. [3.18.2] Ο ίδιος πήρε μαζί του τους πεζούς Μακεδόνες, το ιππικό των εταίρων, τους ανιχνευτές ιππείς, τους Αγριάνες και τους τοξότες και προχώρησε γρήγορα μέσα από τα βουνά. Όταν έφθασε στις Περσικές Πύλες, βρήκε εκεί τον Αριοβαρζάνη, τον σατράπη της Περσίδας, με σαράντα περίπου χιλιάδες πεζούς και κάπου επτακόσιους ιππείς να έχει οχυρώσει με τείχος τις πύλες και να έχει στρατοπεδεύσει εκεί κοντά στο τείχος, με σκοπό να εμποδίσει τη διάβαση του Αλεξάνδρου.
[3.18.3] Για την ώρα λοιπόν ο Αλέξανδρος στρατοπέδευσε εκεί· την επόμενη όμως μέρα συνέταξε τον στρατό του και τον οδήγησε κατά του τείχους. Επειδή όμως φαινόταν αδύνατη η κατάληψή του λόγω της κακοτοπιάς και των πολλών τραυμάτων που δέχονταν οι δικοί του, γιατί οι εχθροί τούς χτυπούσαν από ψηλά και από μηχανές, αναγκάστηκε να υποχωρήσει τότε προς το στρατόπεδό του. [3.18.4] Οι αιχμάλωτοι όμως του υποσχέθηκαν να τον οδηγήσουν από άλλο παρακαμπτήριο δρόμο, ώστε να μπορέσει να περάσει μέσα στις πύλες· επειδή πληροφορήθηκε ότι ο δρόμος αυτός ήταν ανώμαλος και στενός, άφησε εκεί στο στρατόπεδο τον Κρατερό με το τάγμα του, το τάγμα του Μελεάγρου, λίγους τοξότες και περίπου πεντακόσιους ιππείς, [3.18.5] και τον διέταξε τότε να επιτεθεί στο τείχος, όταν αντιληφθεί ότι ο ίδιος έχει περάσει ολόγυρα και πλησιάζει ήδη στο περσικό στρατόπεδο και αυτό, του είπε, θα το αντιληφθεί εύκολα, γιατί θα τον ειδοποιήσει με τις σάλπιγγες. Ο ίδιος προχώρησε μέσα στη νύχτα και, αφού διέτρεξε εκατό περίπου σταδίους, πήρε μαζί του τους υπασπιστές, το τάγμα του Περδίκκα, τους πιο ελαφρά οπλισμένους τοξότες, τους Αγριάνες και από το ιππικό των εταίρων τη βασιλική ίλη και τέσσερις ακόμη λόχους ιππικού και με όλους αυτούς, κάνοντας στροφή, βάδισε προς τις πύλες, όπου τον οδηγούσαν οι αιχμάλωτοι. [3.18.6] Διέταξε τον Αμύντα, τον Φιλώτα και τον Κοίνο να οδηγήσουν στην πεδιάδα το υπόλοιπο στράτευμα και να κατασκευάσουν γέφυρα στον ποταμό, από τον οποίο έπρεπε να περάσει για να πάει στην Περσίδα. Ο ίδιος πήρε ένα δύσκολο και ανώμαλο δρόμο που στο μεγαλύτερο μέρος του τον πέρασε πολύ γρήγορα. Πριν ξημερώσει, επιτέθηκε στην πρώτη φρουρά των βαρβάρων και την εξολόθρευσε καθώς και τους πιο πολλούς άνδρες της δεύτερης. [3.18.7] Οι περισσότεροι όμως άνδρες της τρίτης φρουράς διέφυγαν. Παρ᾽ όλα αυτά ούτε αυτοί κατέφυγαν στο στρατόπεδο του Αριοβαρζάνη, αλλά από εκεί όπου ήταν τράπηκαν φοβισμένοι προς τα βουνά, ώστε δεν έγινε αντιληπτός ο Αλέξανδρος, όταν κατά τα χαράματα έκαμε επίθεση στο στρατόπεδο του εχθρού. Την ώρα που ο Αλέξανδρος προσέβαλλε την τάφρο και οι σάλπιγγες ειδοποιούσαν τους άνδρες του Κρατερού, την ίδια ώρα και ο Κρατερός επιχειρούσε επίθεση στο οχύρωμα. [3.18.8] Οι εχθροί, επειδή τους χτυπούσαν από όλες τις μεριές, δεν ήρθαν καν στα χέρια με τους Μακεδόνες, αλλά έφυγαν. Είχαν πια αποκλεισθεί από παντού, επειδή από το ένα μέρος τους πίεζε ο Αλέξανδρος, ενώ από το άλλο έτρεχαν εναντίον τους οι άνδρες του Κρατερού, έτσι ώστε οι περισσότεροι από αυτούς αναγκάστηκαν να στραφούν προς τα τείχη και να καταφύγουν σε αυτά· αλλά και τα τείχη τα κατείχαν ήδη οι Μακεδόνες. [3.18.9] Γιατί ο Αλέξανδρος υποθέτοντας ότι θα συμβεί ό,τι πράγματι έγινε, είχε αφήσει εκεί τον Πτολεμαίο με τρεις περίπου χιλιάδες πεζούς, ώστε οι περισσότεροι από τους βαρβάρους συγκρούστηκαν με τους Μακεδόνες και εξολοθρεύτηκαν, ενώ οι υπόλοιποι χάθηκαν κατά την φυγή, που ήταν φοβερή, πέφτοντας από τους γκρεμούς· ο ίδιος ο Αριοβαρζάνης όμως διέφυγε στα βουνά με λίγους ιππείς του.