Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας
Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ
Ἠθικὰ Νικομάχεια (1136b-1137a)
Ἔτι δ᾽ ὧν προειλόμεθα δύ᾽ ἔστιν εἰπεῖν, πότερόν ποτ᾽ ἀδικεῖ ὁ νείμας παρὰ τὴν ἀξίαν τὸ πλέον ἢ ὁ ἔχων, καὶ εἰ ἔστιν αὐτὸν αὑτὸν ἀδικεῖν. εἰ γὰρ ἐνδέχεται τὸ πρότερον λεχθὲν καὶ ὁ διανέμων ἀδικεῖ ἀλλ᾽ οὐχ ὁ ἔχων τὸ πλέον, εἴ τις πλέον αὑτοῦ ἑτέρῳ νέμει εἰδὼς καὶ ἑκών, οὗτος αὐτὸς αὑτὸν ἀδικεῖ· ὅπερ δοκοῦσιν οἱ μέτριοι ποιεῖν· ὁ γὰρ ἐπιεικὴς ἐλαττωτικός ἐστιν. ἢ οὐδὲ τοῦτο ἁπλοῦν; ἑτέρου γὰρ ἀγαθοῦ, εἰ ἔτυχεν, πλεονεκτεῖ, οἷον δόξης ἢ τοῦ ἁπλῶς καλοῦ. ἔτι λύεται κατὰ τὸν διορισμὸν τοῦ ἀδικεῖν· οὐδὲν γὰρ παρὰ τὴν αὑτοῦ πάσχει βούλησιν, ὥστε οὐκ ἀδικεῖται διά γε τοῦτο, ἀλλ᾽ εἴπερ, βλάπτεται μόνον. φανερὸν δὲ ὅτι καὶ ὁ διανέμων ἀδικεῖ, ἀλλ᾽ οὐχ ὁ τὸ πλέον ἔχων ἀεί· οὐ γὰρ ᾧ τὸ ἄδικον ὑπάρχει ἀδικεῖ, ἀλλ᾽ ᾧ τὸ ἑκόντα τοῦτο ποιεῖν· τοῦτο δ᾽ ὅθεν ἡ ἀρχὴ τῆς πράξεως, ἥ ἐστιν ἐν τῷ διανέμοντι ἀλλ᾽ οὐκ ἐν τῷ λαμβάνοντι. ἔτι ἐπεὶ πολλαχῶς τὸ ποιεῖν λέγεται, καὶ ἔστιν ὡς τὰ ἄψυχα κτείνει καὶ ἡ χεὶρ καὶ ὁ οἰκέτης ἐπιτάξαντος, οὐκ ἀδικεῖ μέν, ποιεῖ δὲ τὰ ἄδικα. ἔτι εἰ μὲν ἀγνοῶν ἔκρινεν, οὐκ ἀδικεῖ κατὰ τὸ νομικὸν δίκαιον οὐδ᾽ ἄδικος ἡ κρίσις ἐστίν, ἔστι δ᾽ ὡς ἄδικος· ἕτερον γὰρ τὸ νομικὸν δίκαιον καὶ τὸ πρῶτον· εἰ δὲ γινώσκων ἔκρινεν [1137a] ἀδίκως, πλεονεκτεῖ καὶ αὐτὸς ἢ χάριτος ἢ τιμωρίας. ὥσπερ οὖν κἂν εἴ τις μερίσαιτο τοῦ ἀδικήματος, καὶ ὁ διὰ ταῦτα κρίνας ἀδίκως πλέον ἔχει· καὶ γὰρ ἐπ᾽ ἐκείνῳ τὸν ἀγρὸν κρίνας οὐκ ἀγρὸν ἀλλ᾽ ἀργύριον ἔλαβεν. |
Από τα θέματα για τα οποία εκφράσαμε την πρόθεσή μας να μιλήσουμε, μένουν για εξέταση δύο ακόμη· α) Ποιός από τους δύο αδικεί: αυτός που κατά τη διανομή δίνει στον άλλον —παρόλο ότι δεν το αξίζει— το μεγαλύτερο μερίδιο, ή μήπως αυτός που δέχεται το μερίδιο αυτό; β) Είναι δυνατό να αδικήσει κανείς τον ίδιο τον εαυτό του; Γιατί, αν ισχύει το πρώτο ενδεχόμενο από αυτά που περιλαμβάνονται στο πρώτο ερώτημα και αδικεί αυτός που δίνει κατά τη διανομή το μεγαλύτερο μερίδιο και όχι αυτός που το δέχεται, τότε, αν δίνει κανείς στον άλλον μεγαλύτερο μερίδιο από ό,τι στον εαυτό του και αυτό το κάνει εν γνώσει του και με τη θέλησή του, αυτός αδικεί ο ίδιος τον εαυτό του, και αυτό το κάνουν, ως γνωστόν, οι μετρημένοι άνθρωποι· γιατί ο καλός και σωστός άνθρωπος έχει την τάση να κρατάει για τον εαυτό του τα λιγότερα. Ή μήπως δεν είναι ούτε αυτό απόλυτα αληθινό; Γιατί μπορεί, αν το φέρει η περίσταση, να κρατήσει για τον εαυτό του το μεγαλύτερο μερίδιο από κάποιο άλλο αγαθό, από τη δόξα π.χ. ή από το γενικά ωραίο και καλό. Ο ορισμός, επίσης, που δώσαμε για το «αδικώ» βοηθάει και αυτός στο να λυθεί η δυσκολία· δεν παθαίνει, πράγματι, ο άνθρωπος αυτός τίποτε αντίθετο προς τη θέλησή του, και άρα δεν αδικείται εξαιτίας αυτής της πράξης του· το πολύ πολύ βλάπτεται μόνο. |