Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΛΥΣΙΑΣ

Περὶ τοῦ σηκοῦ ἀπολογία (7) (34-41)


[34] Ἔτι τοίνυν, ὦ βουλή, ἐκ τῶν ἄλλων σκέψασθε. μάρτυρας γὰρ ἔχων αὐτῷ προσῆλθον, λέγων ὅτι μοι πάντες ‹ἔτι› εἰσὶν οἱ θεράποντες, οὓς ἐκεκτήμην ἐπειδὴ παρέλαβον τὸ χωρίον, καὶ ἕτοιμός εἰμι, εἴ τινα βούλοιτο, παραδοῦναι βασανίζειν, ἡγούμενος οὕτως ἂν τὸν ἔλεγχον ἰσχυρότερον γενέσθαι τῶν τούτου λόγων καὶ τῶν ἔργων τῶν ἐμῶν. [35] οὗτος δ᾽ οὐκ ἤθελεν, οὐδὲν φάσκων πιστὸν εἶναι τοῖς θεράπουσιν. ἐμοὶ δὲ δοκεῖ ‹δεινὸν› εἶναι, εἰ περὶ αὑτῶν μὲν οἱ βασανιζόμενοι κατηγοροῦσιν, εὖ εἰδότες ὅτι ἀποθανοῦνται, περὶ δὲ τῶν δεσποτῶν, οἷς πεφύκασι κακονούστατοι, μᾶλλον ἂν ἕλοιντο ἀνέχεσθαι βασανιζόμενοι ἢ κατειπόντες ἀπηλλάχθαι τῶν παρόντων κακῶν. [36] καὶ μὲν δή, ὦ βουλή, φανερὸν οἶμαι εἶναι πᾶσιν ὅτι, εἰ Νικομάχου ἐξαιτοῦντος τοὺς ἀνθρώπους μὴ παρεδίδουν, ἐδόκουν ἂν ἐμαυτῷ συνειδέναι· ἐπειδὴ τοίνυν ἐμοῦ παραδιδόντος οὗτος παραλαβεῖν οὐκ ἤθελε, δίκαιον καὶ περὶ τούτου τὴν αὐτὴν γνώμην ἔχειν, ἄλλως τε καὶ τοῦ κινδύνου οὐκ ἴσου ἀμφοτέροις ὄντος. [37] περὶ ἐμοῦ μὲν γὰρ εἰ ἔλεγον ἃ οὗτος ἐβούλετο, οὐδ᾽ ἂν ἀπολογήσασθαί μοι ἐξεγένετο· τούτῳ δ᾽ εἰ μὴ ὡμολόγουν, οὐδεμιᾷ ζημίᾳ ἔνοχος ἦν. ὥστε πολὺ μᾶλλον τοῦτον παραλαμβάνειν ἐχρῆν ἢ ἐμὲ παραδοῦναι προσῆκεν. ἐγὼ τοίνυν εἰς τοῦτο προθυμίας ἀφικόμην, ἡγούμενος μετ᾽ ἐμοῦ εἶναι καὶ ἐκ βασάνων καὶ ἐκ μαρτύρων καὶ ἐκ τεκμηρίων ὑμᾶς περὶ τοῦ πράγματος τἀληθῆ πυθέσθαι. [38] ἐνθυμεῖσθαι δὲ χρή, ὦ βουλή, ποτέροις χρὴ πιστεύειν μᾶλλον, οἷς πολλοὶ μεμαρτυρήκασιν ἢ ᾧ μηδεὶς τετόλμηκε, καὶ πότερον εἰκὸς μᾶλλον τοῦτον ἀκινδύνως ψεύδεσθαι ἢ μετὰ τοσούτου κινδύνου τοιοῦτον ἐμὲ ἔργον ἐργάσασθαι, καὶ πότερον οἴεσθε αὐτὸν ὑπὲρ τῆς πόλεως βοηθεῖν ἢ συκοφαντοῦντα αἰτιᾶσθαι; [39] ἐγὼ μὲν ‹γὰρ ἐγνωκέναι› ὑμᾶς ἡγοῦμαι ὅτι Νικόμαχος ὑπὸ τῶν ἐχθρῶν πεισθεὶς τῶν ἐμῶν τοῦτον τὸν ἀγῶνα ἀγωνίζεται, οὐχ ὡς ἀδικοῦντα ἐλπίζων ἀποδείξειν, ἀλλ᾽ ὡς ἀργύριον παρ᾽ ἐμοῦ λήψεσθαι προσδοκῶν. ὅσῳ γὰρ ‹οἱ› τοιοῦτοί εἰσιν ἐπαιτιώτατοι καὶ ἀπορώτατοι τῶν κινδύνων, τοσούτῳ πάντες αὐτοὺς φεύγουσι μάλιστα. [40] ἐγὼ δέ, ὦ βουλή, οὐκ ἠξίουν, ἀλλ᾽ ἐπειδήπερ με ᾐτιάσατο, παρέσχον ἐμαυτὸν ὅ τι βούλεσθε χρῆσθαι, καὶ τούτου ἕνεκα τοῦ κινδύνου οὐδενὶ ἐγὼ τῶν ἐχθρῶν διηλλάγην, οἳ ἐμὲ ἥδιον κακῶς λέγουσιν ἢ σφᾶς αὐτοὺς ἐπαινοῦσι. καὶ φανερῶς μὲν οὐδεὶς πώποτε ἐμὲ αὐτὸς ἐπεχείρησε ποιῆσαι κακὸν οὐδέν, τοιούτους δὲ ἐπιπέμπουσί μοι, οἷς ὑμεῖς οὐκ ἂν δικαίως πιστεύοιτε. [41] πάντων γὰρ ἀθλιώτατος ἂν γενοίμην, εἰ φυγὰς ἀδίκως καταστήσομαι, ἄπαις μὲν ὢν καὶ μόνος, ἐρήμου δὲ τοῦ οἴκου γενομένου, μητρὸς δὲ πάντων ἐνδεοῦς ‹οὔσης›, πατρίδος δὲ τοιαύτης ἐπ᾽ αἰσχίσταις στερηθεὶς αἰτίαις, πολλὰς μὲν ναυμαχίας ὑπὲρ αὐτῆς νεναυμαχηκώς, πολλὰς δὲ μάχας μεμαχημένος, κόσμιον δ᾽ ἐμαυτὸν καὶ ἐν δημοκρατίᾳ καὶ ἐν ὀλιγαρχίᾳ παρασχών.


[34] Λάβετε επιπροσθέτως υπόψη σας, μέλη της βουλής, και τα άλλα. Πήγα και τον βρήκα έχοντας μαζί μου μάρτυρες και του είπα ότι εξακολουθώ να έχω όλους τους δούλους που κατείχα όταν παρέλαβα το χωράφι και ότι διατίθεμαι, αν ήθελε κάποιον, να τον παραδώσω για να υποβληθεί σε βασανισμό. Το σκεπτικό μου ήταν ότι έτσι ο έλεγχος θα είναι εγκυρότερος από τα δικά του λόγια και τα δικά μου έργα. [35] Εκείνος όμως δεν ήθελε, με το επιχείρημα ότι οι δούλοι είναι παντελώς αναξιόπιστοι. Εμένα ωστόσο μου φαίνεται αδιανόητο, οι βασανιζόμενοι να ενοχοποιούν τους εαυτούς των, παρότι γνωρίζουν καλά ότι αυτό συνεπάγεται τον θάνατό τους, για τους κυρίους τους όμως, απέναντι στους οποίους είναι εχθρικότατα διατεθειμένοι, να προτιμήσουν να υπομείνουν τα βασανιστήρια παρά να τους καταδώσουν και να απαλλαγούν από το μαρτύριό τους. [36] Πάντως, είναι, νομίζω, πασιφανές, μέλη της βουλής, ότι, αν ο Νικόμαχος ζητούσε την έκδοση των ανθρώπων και εγώ δεν τους παρέδιδα, θα έδινα την εντύπωση ότι γνώριζα κάτι ενοχοποιητικό για μένα. Από τη στιγμή όμως που εγώ τους παρέδιδα και εκείνος δεν ήθελε να τους παραλάβει, είναι δίκαιο να έχετε και γι᾽ αυτόν την ίδια γνώμη, όταν μάλιστα ο κίνδυνος για τους δύο δεν είναι ίδιος. [37] Γιατί αν έλεγαν για μένα αυτά που εκείνος επιθυμούσε, δεν θα είχα καν τη δυνατότητα να υπερασπίσω τον εαυτό μου. Αντίθετα, αν δεν συμφωνούσαν μαζί του, αυτό δεν επέσυρε για εκείνον καμιά ποινή. Επομένως ήταν πολύ περισσότερο δική του ευθύνη να τους παραλάβει παρά δική μου υποχρέωση να τους παραδώσω. Εγώ λοιπόν υπήρξα εν προκειμένω τόσο πρόθυμος, επειδή πίστευα ότι είναι υπέρ μου να πληροφορηθείτε την αλήθεια για την υπόθεση και μέσω βασανιστηρίων και από μάρτυρες και από αποδείξεις. [38] Οφείλετε ακόμη να σκεφτείτε, μέλη της βουλής, ποιά από τις δύο πλευρές πρέπει να πιστεύετε περισσότερο: Αυτούς για τους οποίους έχουν καταθέσει πολλοί μάρτυρες ή έναν για τον οποίο κανείς δεν τόλμησε; Επίσης τί από τα δύο είναι πιθανότερο, να ψεύδεται αυτός χωρίς να διατρέχει κανένα κίνδυνο ή να έχω προβεί εγώ σε μια τέτοια ενέργεια αναλαμβάνοντας τόσο μεγάλο κίνδυνο; Και, τέλος, τί από τα δύο νομίζετε, ότι αυτός κόπτεται για την πόλη ή ότι με ενοχοποίησε ενεργώντας ως συκοφάντης; [39] Εγώ πάντως νομίζω πως εσείς γνωρίζετε ότι ο Νικόμαχος δίνει αυτόν τον δικαστικό αγώνα υποκινούμενος από τους εχθρούς μου. Δεν το κάνει επειδή ελπίζει να αποδείξει την ενοχή μου, αλλά επειδή προσδοκά να μου αποσπάσει χρήματα. Γιατί στο βαθμό που απέναντι σε τέτοιου τύπου δίκες είναι κανείς εξαιρετικά ευάλωτος και πολύ δύσκολα μπορεί να τις αντιμετωπίσει, στον ίδιο βαθμό κάνουν όλοι το παν για να τις αποφύγουν. [40] Εγώ όμως, μέλη της βουλής, δεν είχα αυτή την άποψη. Αντιθέτως, από την πρώτη στιγμή που με ενοχοποίησε, έθεσα τον εαυτό μου στη διάθεσή σας για να με αντιμετωπίσετε κατά την κρίση σας, και ενόψει αυτής της δίκης εγώ δεν συμφιλιώθηκα με κανέναν από τους εχθρούς μου, οι οποίοι με μεγαλύτερη ευχαρίστηση μιλούν αρνητικά για μένα παρά εγκωμιάζουν τους εαυτούς των. Κανείς από αυτούς δεν προσπάθησε ποτέ έως τώρα να με πλήξει ευθέως ο ίδιος. Αυτό που κάνουν είναι να εξαπολύουν εναντίον μου τέτοια άτομα, τα οποία εσείς δεν μπορείτε κατά τις επιταγές του δικαίου να τα πιστεύετε. [41] Γιατί θα φτάσω να είμαι ο πιο δυστυχισμένος άνθρωπος στον κόσμο, αν καταλήξω αδίκως εξόριστος όντας άτεκνος και μόνος, αν ερημώσει το σπίτι μου, περιέλθει η μητέρα μου σε ακραία ένδεια και χάσω τέτοια πατρίδα έπειτα από τόσο ατιμωτικές κατηγορίες, παρά το γεγονός ότι έχω πάρει μέρος σε πολλές ναυμαχίες για να την υπερασπίσω, έχω συμμετάσχει σε πολλές μάχες και έχω δώσει δείγματα της ακεραιότητάς μου και τον καιρό της δημοκρατίας και τον καιρό της ολιγαρχίας.