[37] Σκεφθείτε τώρα, συμπολίτες· εν προκειμένω μου καταμαρτυρούν ότι την ημέρα εκείνη υπέδειξα εγώ στην υπηρέτρια να αναζητήσει τον νεαρό και να τον ειδοποιήσει να έρθει. Από την πλευρά μου, συμπολίτες, εγώ θα θεωρούσα σαφώς ότι τελώ εν δικαίω, αν συνελάμβανα, με οποιοδήποτε τρόπο, τον άνθρωπο που διέφθειρε τη γυναίκα μου [38] (γιατί αν βέβαια υπεδείκνυα στην υπηρέτρια να τον αναζητήσει και να τον ειδοποιήσει να έρθει, ενώ είχαν λεχθεί μόνο λόγια και δεν είχε γίνει απολύτως τίποτα, θα τελούσα εν αδίκω· αν όμως τον συνελάμβανα, με οποιοδήποτε τρόπο, ενώ είχαν ήδη γίνει τα πάντα και εκείνος είχε μπει πολλές φορές στο σπίτι μου, θα θεωρούσα την πράξη μου πράξη σωφροσύνης)· [39] σκεφθείτε όμως ότι ψεύδονται και ως προς αυτό· θα το αντιληφθείτε εύκολα από αυτά που θα αναφέρω ευθύς αμέσως. Όπως είπα και προηγουμένως, συμπολίτες, ο Σώστρατος, που είναι στενότατός μου φίλος, με συνάντησε ενώ επέστρεφε από τα χτήματα την ώρα περίπου που ο ήλιος έδυε, εδείπνησε μαζί μου και, αφού έφαγε με την ευχαρίστησή του, έφυγε και πήγε σπίτι του. [40] Αναλογιστείτε καταρχάς το εξής, συμπολίτες: αν εγώ εκείνη τη νύχτα είχα αποφασίσει να παγιδεύσω και να εξοντώσω τον Ερατοσθένη, τί θα ήταν προτιμότερο για μένα, να δειπνήσω εγώ αλλού ή να φέρω στο σπίτι μου κάποιον για να δειπνήσει μαζί μου; Εξυπακούεται ότι στη δεύτερη περίπτωση εκείνος δύσκολα θα τολμούσε να μπει στο σπίτι. Έπειτα, έχετε μήπως την εντύπωση ότι θα άφηνα τον άνθρωπο που δείπνησε μαζί μου να φύγει και ότι θα απέμενα μόνος και θα βρισκόμουν αβοήθητος ή ότι θα του ζητούσα να μείνει για να τιμωρήσει μαζί μου τον μοιχό; [41] Εξάλλου, δεν νομίζετε, συμπολίτες, ότι θα ειδοποιούσα ήδη στη διάρκεια της ημέρας τους ανθρώπους μου και ότι θα τους ζητούσα να συγκεντρωθούν στο πλησιέστερο φιλικό σπίτι, αντί, την ώρα που το πήρα είδηση, να τρέχω μέσα στη νύχτα στον ένα και στον άλλο, χωρίς να ξέρω ποιόν θα βρω στο σπίτι του και ποιόν όχι; Πήγα μάλιστα και στον Αρμόδιο και στον τάδε που απουσίαζαν από την πόλη (απόδειξη ότι δεν το γνώριζα), ενώ άλλους δεν τους βρήκα στο σπίτι τους· έτσι, πήρα μαζί μου όσους μπόρεσα και προχώρησα. [42] Ωστόσο, αν γνώριζα κάτι εκ των προτέρων, δεν νομίζετε ότι και υπηρέτες θα είχα σε ετοιμότητα και τους φίλους θα είχα ειδοποιήσει να έρθουν, αφενός για να έμπαινα ο ίδιος μέσα με τη μέγιστη δυνατή ασφάλεια (γιατί πού ήξερα εγώ αν είχε και εκείνος κάποιο όπλο;), αφετέρου για να έπαιρνα εκδίκηση ενώπιον όσο το δυνατόν περισσοτέρων μαρτύρων; Αντίθετα τώρα, επειδή δεν γνώριζα τίποτα από όσα έμελλε να συμβούν εκείνη τη νύχτα, πήρα μαζί μου όσους μπόρεσα. Ανεβείτε, παρακαλώ, στο βήμα οι μάρτυρες γι᾽ αυτά που λέω. ΜΑΡΤΥΡΕΣ [43] Ακούσατε ήδη τους μάρτυρες, συμπολίτες· μόνοι σας τώρα εξετάστε ως εξής την παρούσα περίπτωση: αναρωτηθείτε αν είχε υπάρξει ποτέ στο παρελθόν ανάμεσα σε εμένα και στον Ερατοσθένη άλλη έχθρα εκτός από αυτή. Θα διαπιστώσετε ότι δεν υπήρξε καμία. [44] Ούτε με είχε μηνύσει για δημόσιο αδίκημα ενεργώντας ως συκοφάντης, ούτε προσπάθησε να με εκδιώξει από την πόλη, ούτε εκκρεμοδικούσε κάποια μήνυση για αδίκημα ιδιωτικής φύσεως, ούτε γνώριζε κάτι εις βάρος μου, ώστε εγώ, από το φόβο μήπως και το μάθει κανείς, να θέλω να τον εξοντώσω, ούτε, αν κατάφερνα να κάνω κάτι τέτοιο, ήλπιζα να πάρω από κάπου χρήματα. Κάποιοι, ως γνωστόν, ωθούμενοι από τέτοια κίνητρα, μεθοδεύουν ο ένας την εξόντωση του άλλου. [45] Εξάλλου, αποκλείεται να είχε υπάρξει ανάμεσά μας ή λογομαχία ή παρεξήγηση εν ώρα μέθης ή κάποια άλλη προστριβή, αφού, πριν από εκείνη τη νύχτα, ουδέποτε στο παρελθόν είχα δει καν τον άνθρωπο. Τί λοιπόν μπορεί να επεδίωκα εγώ, για να φτάσω να εκτεθώ σε έναν τέτοιο κίνδυνο, αν αυτός δεν είχε διαπράξει εις βάρος μου τη μέγιστη αδικία; [46] Και τελικά ανοσιουργούσα παρουσία μαρτύρων που ο ίδιος κάλεσα, ενώ είχα τη δυνατότητα, αν όντως ήθελα να τον εξοντώσω αδίκως, να μην το γνωρίζει κανένας;
|