ΠΡΩΤΟ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ ΚΡΕΩΝ
Ω γέροντες, πάλι οι θεοί μάς χάρισαν γαλήνη,
αφού μας εταράξανε με μαύρη τρικυμία.
Εκάλεσα κι εγώ λοιπόν εσάς μονάχα απ᾽ όλους,
πρώτο γιατ᾽ ήξερα πως σεις, σε χρόνια περασμένα,
πάντοτε σεβαστήκατε τον θρόνο του Λαΐου·
κι έπειτα, που ο Οιδίποδας καλά μας κυβερνούσε,
πιστοί φανήκατε σ᾽ αυτόν· και υστερινά, που εχάθη,
την ίδια πίστη εδείξατε τριγύρω στα παιδιά του.
170Αφού λοιπόν εκείνοι οι δυο χαθήκαν σε μια μέρα
κι αλληλοσκοτωθήκανε με το δικό τους χέρι,
εγώ κρατώ τη δύναμη, το μεγαλείο του θρόνου,
σαν κληρονόμος συγγενής με τους αποθαμένους.
Αλλ᾽ είναι αδύνατο κανείς του καθενός ανθρώπου
για να γνωρίσει την ψυχή, το φρόνημα, τη γνώμη,
προτού να δει στα χέρια του την εξουσία, τους νόμους.
Μένα λοιπόν μου φαίνεται πως όποιος κυβερνώντας
μιαν πολιτείαν ολάκερη δεν ξέρει να διαλέξει
την πιο σωστήν απόφαση και να τη διαλαλήσει,
180παρά βαστά τη γλώσσα του σαν από κάποιο φόβο,
μου φαίνεται κακότατος και πάντοτε και τώρα·
κι όποιος τον φίλο του αγαπά κάλλια από την πατρίδα,
εκείνον τον περιφρονώ· εγώ όμως, μά το Δία
που όλα τα βλέπει πάντοτε, ποτέ δεν θα σιωπήσω,
όταν θωρώ να προχωρεί, αντίς η σωτηρία,
η συφορά των πολιτών· ούτε ποτέ θα κάμω
έναν εχτρό του τόπου μου φίλο για τον εαυτό μου·
γιατί η πατρίδα καθενός, μόνον αυτή, μας σώζει,
190κι αν αρμενίζει αυτή καλά, θα κάνομε και φίλους.
Με τέτοιους νόμους το λοιπόν στερεώνω την πατρίδα.
Και τώρα σύφωνα μ᾽ αυτά, στης Θήβας τους πολίτες,
διαλαλητάδες έβγαλα για τα παιδιά του Οιδίπου.
Τον έναν, τον Ετεοκλή, τον πρώτο στο κοντάρι,
που πολεμώντας χάθηκε γι᾽ αυτήν την πολιτεία,
σε τάφο να σκεπάσουνε κι όλα να του προσφέρουν
όσα θυσιάζουν στους νεκρούς, τους πιο καλύτερούς μας.
Όμως τον άλλον αδερφόν, αυτόν τον Πολυνείκη,
200που από τα ξένα γύρισε και θέλησε να κάψει
αυτήν τη γη την πατρική και τους θεούς του τόπου,
και θέλησε και να γευτεί τ᾽ αδερφικό το αίμα,
κι αυτούς εδώ για σκλάβους του μαζί του να τους σύρει,
να μην τον θάψει αυτόν κανείς και μήτε να τον κλάψει,
αλλά να μείνει άθαφτος, κουφάρι σιχαμένο,
για τα πουλιά και τα σκυλιά χαρά που θα τον φάνε.
Αυτή έχω την απόφαση. Κι όσο θα βασιλεύω,
ποτέ οι κακοί από τους καλούς δεν θα προτιμηθούνε.
Όμως εκείνος που αγαπά στ᾽ αλήθεια αυτή την πόλη,
210το ίδιο νεκρός και ζωντανός θα τιμηθεί από μένα.
|