Β’ ΓΥΝ. Όμορφα τα ᾽πες, μά την Αφροδίτη!
190ΠΡΑ. Στην Αφροδίτη ορκίστηκες, χαζόπραμα;
Τα μούσκεψες μπροστά σε τόσους άντρες!
Β’ ΓΥΝ. Μου ξέφυγε. ΠΡΑ. Να το ξεσυνηθίσεις!
(συνεχίζει το λόγο της)
Μα όταν συζητούσαμεν εδώ
τη συμμαχία με Κορθιανούς κι Αργίτες
στη Σπάρτη ενάντια, οι ρήτορες φωνάζαν
πως, αν δε γίνει, θα χαθεί η πατρίδα.
Την κάναμε, πικρά το μετανιώσαμε
κι αυτός που σας ξεμυάλισε έγινε άφαντος.
Όταν είναι να σύρουμε στη θάλασσα
τα καράβια, το θέλουν οι φτωχοί,
δεν το θέλουν οι πλούσιοι κι οι ζευγίτες.
Σου λέγανε: «Λαέ, τους Κορθιανούς
αν τους μισείς και σε μισούνε, τώρα
200είναι καλοί, γενού και συ καλός».
Οι Αργίτες θέλαν πόλεμο οι ξερόμυαλοι,
αλλ᾽ ο δικός μας στρατηγός Ιερώνυμος
είχε μυαλό και ειρήνη σάς συμβούλευε.
Αχνοχάραζ᾽ ελπίδα σωτηρίας,
μα κάκιωσε ο Θρασύβουλος, γιατί
τη γνώμη τη δικιά του δε γυρέψαμε.
Β’ ΓΥΝ. Τί μυαλωμένος άντρας είσαι, φίλε!
ΠΡΑ. Τώρα ναι! Δεν τα μπέρδεψες.
(συνεχίζει το λόγο της)
Κι ο φταίχτης
σ᾽ όλα τούτα είσαι συ, λαέ. Καθένας
τσιμπολογώντας το δημόσιο χρήμα
κοιτάζει το συμφέρο του μονάχα
κι η πατρίδ᾽ ας κουτσαίνει στον κατήφορο.
Αν μ᾽ ακούσετ᾽ εμένα, θα σωθείτε.
210Προτείνω την αρχή να παραδώσουμε
στις γυναίκες, που τόσο γνωστικά
κυβερνάνε τα σπίτια και το χρήμα.
ΟΛΗ Η ΣΥΝΑΞΗ
Γεια σου, χαρά σου! Πες τα μας, λεβέντη.
ΠΡΑ. Θα σας ξηγήσω τώρα πόσον είναι
ανώτερές μας οι γυναίκες σ᾽ όλα.
Αρχίζω: τα ποκάρια των μαλλιών
τα ζεματάνε σε βραστό νερό
κατά το παλαιόν και δεν αλλάζουν
σύστημα. Ενώ των Αθηναίων η πόλη
κι αν κάποτ᾽ είχε κάτι το καλό,
220τρωγόταν να το αλλάξει στο χειρότερο.
Καθιστές καβουρντίζουν, όπως πάντα,
τη ζαλίκα φορτώνονται, όπως πάντα,
Θεσμοφόρια γιορτάζουν, όπως πάντα,
γλυκίσματα φουρνίζουν, όπως πάντα,
τους άντρες πιλατεύουν, όπως πάντα,
μπάζουνε μέσα φίλους, όπως πάντα,
ψωνίζουν και δικά τους, όπως πάντα,
αγαπούν το καλό κρασί, όπως πάντα,
καβαλιούνται ορεξάτες, όπως πάντα.
Σ᾽ αυτές λοιπόν να μπιστευτούμε, ω άντρες,
την πολιτεία χωρίς πολλές κουβέντες
230και μήτε να εξετάσουμε αν μπορούνε,
παρά να τις αφήσουμε καλόπιστα
να κυβερνήσουν. Και μονάχα τούτο
να ξέρουμε, πως είναι μάνες κι έτσι
πρώτη τους έγνοια θα ᾽ναι τα παιδιά τους
να τα γλιτώνουν από τους πολέμους.
Και δε μου λες, ποιός έχει τον καημό
της μάνας, για να στέλνει στον υγιό του
τροφίματα κάθε φορά; Κι ακόμα
να οικονομούνε χρήματα οι γυναίκες
τετραπέρατες είναι. Αν κυβερνήσουν,
κανείς δε θα μπορεί να τις γελάσει
τις μαθημένες να γελούν τους άλλους.
Αρκούν αυτά. Στα λόγια μου αν πειστείτε,
240θα ζήσετε ζωή χαριτωμένη.
|