[7.1] Όταν ο Δημοσθένης είχε ενισχύσει με τείχος την οχύρωση της Πύλου, οι Πελοποννήσιοι εξεστράτευσαν εναντίον της με πεζικό και ναυτικό συγχρόνως· στη μάχη όμως που ακολούθησε εγκλωβίστηκαν στο νησί Σφακτηρία γύρω στους τετρακόσιους Σπαρτιάτες. Οι Αθηναίοι θεωρούσαν σπουδαίο πράγμα, όπως άλλωστε και ήταν, να αιχμαλωτίσουν αυτούς τους άνδρες. Καθώς όμως η πολιορκία ήταν δύσκολη και γινόταν κάτω από σκληρές συνθήκες σε μέρη άνυδρα, και ο ανεφοδιασμός γινόταν από μεγάλη απόσταση και ήταν πολυδάπανος και μόνο το καλοκαίρι, ενώ τον χειμώνα επικίνδυνος και εντελώς αδύνατος, στενοχωριούνταν και άρχισαν να μετανιώνουν που είχαν αποκρούσει την αποστολή πρέσβεων των Λακεδαιμονίων, που είχε έρθει σ᾽ αυτούς για την κατάπαυση εχθροπραξιών και για ειρήνη. [7.2] Απέκρουσαν τις προτάσεις αυτές, επειδή εναντιώθηκε ο Κλέων από αντίδραση κυρίως προς τον Νικία· γιατί, καθώς ήταν εχθρός του και έβλεπε ότι αυτός συνέπραττε πρόθυμα με τους Λακεδαιμονίους, έπεισε τον λαό να απορρίψει τις ειρηνευτικές προτάσεις. Επειδή λοιπόν η πολιορκία τραβούσε σε μάκρος και μάθαιναν ότι ο στρατός εκεί είχε περιέλθει σε πολύ δύσκολη θέση, οι Αθηναίοι άρχισαν να οργίζονται με τον Κλέωνα. [7.3] Και καθώς εκείνος έριχνε το φταίξιμο στον Νικία και τον κατηγορούσε ότι από δειλία και νωθρότητα αδιαφορούσε για τους άνδρες, ισχυριζόμενος ότι, αν ήταν ο ίδιος στρατηγός, δεν θα άντεχαν τόσο πολύ καιρό οι πολιορκημένοι, έφτασαν οι Αθηναίοι στο σημείο να του πουν «γιατί δεν εκστρατεύεις έστω και τώρα εσύ ο ίδιος εναντίον τους;» [7.4] Εξάλλου, ο Νικίας σηκώθηκε και ήταν πρόθυμος να παραχωρήσει στον Κλέωνα τη στρατηγία για την Πύλο και πρότεινε σ᾽ αυτόν να πάρει όση δύναμη θέλει και να μην παριστάνει τον θαρραλέο με λόγια ακίνδυνα, αλλά να προσφέρει στην πόλη ένα έργο άξιο λόγου. [7.5] Ο Κλέων στην αρχή άρχισε να κάνει πίσω, καθόσον ταράχθηκε επειδή δεν το περίμενε. Καθώς όμως οι Αθηναίοι σύσσωμοι του πρότειναν τα ίδια και ο Νικίας καταφερόταν εναντίον του, ερεθίστηκε, άναψε το φιλότιμό του και δέχτηκε τη στρατηγία. Υποσχέθηκε, μάλιστα ότι, αφού πλεύσει, εντός είκοσι ημερών ή θα σκοτώσει εκεί τους άνδρες ή θα τους φέρει ζωντανούς στην Αθήνα. [7.6] Τους Αθηναίους τούς ήρθε να σκάσουν στα γέλια μάλλον παρά να τον πιστέψουν· ούτως ή άλλως είχαν συνηθίσει να υπομένουν τα κούφια λόγια και την τρέλα του διασκεδάζοντας χωρίς δυσαρέσκεια. [7.7] Λένε μάλιστα πως κάποτε, ενώ ήταν συγκεντρωμένος ο λαός και καθόταν περιμένοντάς τον αρκετήν ώρα, έφτασε εκείνος στεφανωμένος με καθυστέρηση και ζητούσε να αναβληθεί η συνέλευση για την επομένη· «σήμερα», είπε, «είμαι απασχολημένος, γιατί πρόκειται να έχω στο τραπέζι φίλους και έχω κάνει θυσία στους θεούς». Οι Αθηναίοι γέλασαν, σηκώθηκαν και διέλυσαν τη συνέλευση. [8.1] Ωστόσο, στην περίπτωση της Πύλου, επειδή και η τύχη τον βοήθησε και ως στρατηγός υπήρξε άριστος μαζί με τον Δημοσθένη, μέσα στις προθεσμίες που είχε προσδιορίσει, όσοι Σπαρτιάτες δεν έπεσαν στη μάχη παρέδωσαν τα όπλα και οδηγήθηκαν από τον Κλέωνα αιχμάλωτοι στην Αθήνα. [8.2] Το γεγονός αυτό αποτέλεσε μεγάλη δυσφήμιση για τον Νικία. Γιατί το να παραιτηθεί από στρατηγός με τη θέλησή του από δειλία και να προσφέρει στον πολιτικό του αντίπαλο αφορμή για ένα τόσο μεγάλο κατόρθωμα, δεν θεωρούνταν απλώς ρίψη της ασπίδας την ώρα της μάχης αλλά κάτι πιο ντροπιαστικό και χειρότερο ακόμη, αφού ο ίδιος είχε καθαιρέσει τον εαυτό του από το αξίωμα του στρατηγού. [8.3] Με αφορμή αυτά τα γεγονότα τον σατιρίζει πάλι ο Αριστοφάνης στους «Όρνιθες» με τα εξής λόγια: Μα τον Δία, δεν είναι πια ώρα να νυστάζουμε ούτε και σαν Νικίες να χασομεράμε [8.4] στους δε «Γεωργούς» γράφοντας τα εξής: ‹Α.› Θέλω να ασχοληθώ με τη γεωργία. ‹Β.› Και ποιός σε εμποδίζει; ‹Α.› Εσείς· γιατί δίνω χίλιες δραχμές, εάν με απαλλάξετε από την εξουσία. ‹Β.› Δεχόμαστε· γιατί μαζί με αυτές του Νικία γίνονται δυο χιλιάδες. [8.5] Ο Νικίας όμως, εκτός από τον εαυτό του, έβλαψε σοβαρά και την πόλη, καθώς επέτρεψε να αποκτήσει ο Κλέων τόσο μεγάλη δόξα και δύναμη, εξαιτίας της οποίας οδηγήθηκε σε μεγάλη έπαρση και θράσος αχαλίνωτο, με αποτέλεσμα να προκαλέσει και άλλες συμφορές στην πόλη, τις οποίες εξίσου και ο ίδιος δοκίμασε. [8.6] Ο Κλέων ήταν αυτός που κατάργησε την ευπρέπεια των ομιλητών πάνω στο βήμα και πρώτος αυτός στις αγορεύσεις ξεσπούσε σε φωνές, έβγαλε το ιμάτιό του, χτύπησε τον μηρό του και έτρεχε ενώ μιλούσε. Έτσι, ενέπνευσε στους πολιτικούς άνδρες την ηθική παράλυση, που λίγο αργότερα προκάλεσε γενική σύγχυση, και την αδιαφορία για την κόσμια συμπεριφορά.
|