Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΑΡΡΙΑΝΟΣ

Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις (2.24.1-2.25.3)

[2.24.1] Οἱ δὲ ἐπὶ τῶν νεῶν, οἵ τε Φοίνικες κατὰ τὸν λιμένα τὸν πρὸς Αἰγύπτου, καθ᾽ ὅνπερ καὶ ἐφορμοῦντες ἐτύγχανον, βιασάμενοι καὶ τὰ κλεῖθρα διασπάσαντες ἔκοπτον τὰς ναῦς ἐν τῷ λιμένι, ταῖς μὲν μετεώροις ἐμβάλλοντες, τὰς δὲ ἐς τὴν γῆν ἐξωθοῦντες, καὶ οἱ Κύπριοι κατὰ τὸν ἄλλον λιμένα τὸν ἐκ Σιδῶνος φέροντα οὐδὲ κλεῖθρον τοῦτόν γε ἔχοντα εἰσπλεύσαντες εἷλον εὐθὺς ταύτῃ τὴν πόλιν. [2.24.2] τὸ δὲ πλῆθος τῶν Τυρίων τὸ μὲν τεῖχος, ὡς ἐχόμενον εἶδον, ἐκλείπουσιν, ἀθροισθέντες δὲ κατὰ τὸ Ἀγηνόριον καλούμενον ἐπέστρεψαν ταύτῃ ἐπὶ τοὺς Μακεδόνας. καὶ Ἀλέξανδρος ξὺν τοῖς ὑπασπισταῖς ἐπὶ τούτους χωρήσας τοὺς μὲν αὐτοῦ μαχομένους διέφθειρεν αὐτῶν, τοῖς δὲ φεύγουσιν ἐφείπετο. καὶ φόνος ἦν πολύς, τῶν τε ἀπὸ τοῦ λιμένος ἐχόντων ἤδη τὴν πόλιν καὶ τῆς Κοίνου τάξεως παρεληλυθυίας ἐς αὐτήν. [2.24.3] ὀργῇ γὰρ ἐχώρουν ἐπὶ πᾶν οἱ Μακεδόνες, τῆς τε πολιορκίας τῇ τριβῇ ἀχθόμενοι καὶ ὅτι λαβόντες τινὰς αὐτῶν οἱ Τύριοι πλέοντας ἐκ Σιδῶνος ἐπὶ τὸ τεῖχος ἀναβιβάσαντες, ὅπως ἄποπτον εἴη ἀπὸ τοῦ στρατοπέδου, σφάξαντες ἔρριψαν εἰς τὴν θάλασσαν. [2.24.4] ἀπέθανον δὲ τῶν μὲν Τυρίων ἐς ὀκτακισχιλίους, τῶν Μακεδόνων δὲ ἐν τῇ τότε προσβολῇ Ἄδμητός τε ὁ πρῶτος ἑλὼν τὸ τεῖχος, ἀνὴρ ἀγαθὸς γενόμενος, καὶ ξὺν αὐτῷ εἴκοσι τῶν ὑπασπιστῶν· ἐν δὲ τῇ πάσῃ πολιορκίᾳ μάλιστα ἐς τετρακοσίους.
[2.24.5] Τοῖς δὲ ἐς τὸ ἱερὸν τοῦ Ἡρακλέους καταφυγοῦσιν (ἦσαν δὲ αὐτῶν τε τῶν Τυρίων οἱ μάλιστα ἐν τέλει καὶ ὁ βασιλεὺς Ἀζέμιλκος καὶ Καρχηδονίων τινὲς θεωροὶ ἐς τιμὴν τοῦ Ἡρακλέους κατὰ δή τι[να] νόμιμον παλαιὸν εἰς τὴν μητρόπολιν ἀφικόμενοι) τούτοις ξύμπασιν ἄδειαν δίδωσιν Ἀλέξανδρος· τοὺς δὲ ἄλλους ἠνδραπόδισε, καὶ ἐπράθησαν Τυρίων τε καὶ τῶν ξένων ὅσοι ἐγκατελήφθησαν μάλιστα ἐς τρισμυρίους. [2.24.6] Ἀλέξανδρος δὲ τῷ Ἡρακλεῖ ἔθυσέ τε καὶ πομπὴν ἔστειλε ξὺν τῇ δυνάμει ὡπλισμένῃ· καὶ αἱ νῆες ξυνεπόμπευσαν τῷ Ἡρακλεῖ, καὶ ἀγῶνα γυμνικὸν ἐν τῷ ἱερῷ καὶ λαμπάδα ἐποίησε· καὶ τὴν μηχανήν, ᾗ τὸ τεῖχος κατεσείσθη, ἀνέθηκεν ἐς τὸν νεὼν καὶ τὴν ναῦν τὴν Τυρίαν τὴν ἱερὰν τοῦ Ἡρακλέους, ἥντινα ἐν τῷ ἐπίπλῳ ἔλαβε, καὶ ταύτην τῷ Ἡρακλεῖ ἀνέθηκεν καὶ ἐπίγραμμα ἐπ᾽ αὐτῇ, ἢ αὐτὸς ποιήσας ἢ ὅτου δὴ ἄλλου ποιήσαντος, οὐκ ἄξιον μνήμης τὸ ἐπίγραμμα· διὰ τοῦτο καὶ ἐγὼ αὐτὸ ἀναγράψαι ἀπηξίωσα. Τύρος μὲν δὴ οὕτως ἑάλω ἐπὶ ἄρχοντος Νικήτου Ἀθήνησι μηνὸς Ἑκατομβαιῶνος.
[2.25.1] Ἔτι δὲ ἐν τῇ πολιορκίᾳ τῆς Τύρου ξυνεχομένου Ἀλεξάνδρου ἀφίκοντο παρὰ Δαρείου πρέσβεις ὡς αὐτὸν ἀπαγγέλλοντες μύρια μὲν τάλαντα ὑπὲρ τῆς μητρός τε καὶ τῆς γυναικὸς καὶ τῶν παίδων δοῦναι ἐθέλειν Ἀλεξάνδρῳ Δαρεῖον· τὴν δὲ χώραν πᾶσαν τὴν ἐντὸς Εὐφράτου ποταμοῦ ἔστε ἐπὶ θάλασσαν τὴν Ἑλληνικὴν Ἀλεξάνδρου εἶναι· γήμαντα δὲ τὴν Δαρείου παῖδα Ἀλέξανδρον φίλον τε εἶναι Δαρείῳ καὶ ξύμμαχον. [2.25.2] καὶ τούτων ἐν τῷ ξυλλόγῳ τῶν ἑταίρων ἀπαγγελθέντων Παρμενίωνα μὲν λέγουσιν Ἀλεξάνδρῳ εἰπεῖν ὅτι αὐτὸς ἂν Ἀλέξανδρος ὢν ἐπὶ τούτοις ἠγάπησεν καταλύσας τὸν πόλεμον μηκέτι τὸ πρόσω κινδυνεύειν· Ἀλέξανδρον δὲ Παρμενίωνι ἀποκρίνασθαι ὅτι καὶ αὐτὸς ἂν, εἴπερ Παρμενίων ἦν, οὕτως ἔπραξεν, ἐπεὶ δὲ Ἀλέξανδρός ἐστιν, ἀποκρινεῖσθαι Δαρείῳ ἅπερ δὴ καὶ ἀπεκρίνατο. [2.25.3] ἔφη γὰρ οὔτε χρημάτων δεῖσθαι παρὰ Δαρείου οὔτε τῆς χώρας λαβεῖν ἀντὶ τῆς πάσης τὸ μέρος· εἶναι γὰρ τά τε χρήματα καὶ τὴν χώραν αὑτοῦ πᾶσαν· γῆμαί τε εἰ ἐθέλοι τὴν Δαρείου παῖδα, γῆμαι ἂν καὶ οὐ διδόντος Δαρείου· ἐκέλευέ τε αὐτὸν ἥκειν, εἴ τι εὑρέσθαι ἐθέλοι φιλάνθρωπον παρ᾽ αὑτοῦ. ταῦτα ὡς ἤκουσε Δαρεῖος, τὰς μὲν ξυμβάσεις ἀπέγνω τὰς πρὸς Ἀλέξανδρον, ἐν παρασκευῇ δὲ τοῦ πολέμου αὖθις ἦν.

[2.24.1] Από τις ναυτικές δυνάμεις του Αλεξάνδρου οι Φοίνικες, που έτυχε να είναι αγκυροβολημένοι στο λιμάνι που βλέπει προς την Αίγυπτο, παραβίασαν την είσοδό του κόβοντας τα κλείθρα του και άρχισαν να καταστρέφουν τα πλοία που ήταν μέσα σε αυτό· άλλα από αυτά τα εμβόλιζαν στ᾽ ανοιχτά και άλλα τα έσπρωχναν προς τη στεριά. Στο άλλο λιμάνι της Τύρου που οδηγεί προς τη Σιδώνα και που δεν είχε μάλιστα ούτε κλείθρα έπλευσαν μέσα οι Κύπριοι και αμέσως κυρίευσαν από εκεί την πόλη. [2.24.2] Οι περισσότεροι Τύριοι, μόλις κατάλαβαν ότι κυριεύτηκε το τείχος τους, το εγκατέλειψαν και συγκεντρώθηκαν στο λεγόμενο Αγηνόριο, όπου και αντιστάθηκαν στους Μακεδόνες. Ο Αλέξανδρος με τους υπασπιστές του προχώρησε εναντίον τους, σκότωσε όσους ακόμα πολεμούσαν εκεί και καταδίωξε όσους τράπηκαν σε φυγή. [2.24.3] Έγινε μεγάλη σφαγή, επειδή και αυτοί που ήρθαν από το λιμάνι κατείχαν πια σταθερά την Τύρο και το τάγμα του Κοίνου είχε περάσει μέσα στην πόλη. Με οργή οι Μακεδόνες ορμούσαν εναντίον όλων στενοχωρημένοι και από την μακρά παράταση της πολιορκίας, αλλά και γιατί οι Τύριοι, αφού συνέλαβαν μερικούς συμπολεμιστές τους που έρχονταν με τα πλοία τους από τη Σιδώνα, τους ανέβασαν στο τείχος, για να τους βλέπουν από το στρατόπεδο, τους έσφαξαν και τους πέταξαν στη θάλασσα. [2.24.4] Από τους Τυρίους σκοτώθηκαν ως οκτώ χιλιάδες, ενώ από τους Μακεδόνες κατά την έφοδο εκείνη σκοτώθηκε ο Άδμητος, που πρώτος κυρίεψε το τείχος και αναδείχθηκε γενναίος άνδρας, και μαζί του είκοσι υπασπιστές· σε όλη την πολιορκία έπεσαν τετρακόσιοι περίπου Μακεδόνες.
[2.24.5] Όλους τους Τυρίους που είχαν καταφύγει στο ιερό του Ηρακλή (ανάμεσά τους ήταν άρχοντες της Τύρου και ο βασιλιάς Αζέμιλκος καθώς και μερικοί Καρχηδόνιοι θεωροί, που είχαν έρθει στη μητρόπολη της Καρχηδόνας για να τιμήσουν τον Ηρακλή σύμφωνα με κάποια παλιά συνήθεια), ο Αλέξανδρος τους συγχώρεσε. Τους υπόλοιπους όμως Τυρίους τους πούλησε δούλους· και πουλήθηκαν τότε δούλοι τριάντα περίπου χιλιάδες Τύριοι, καθώς και ξένοι που αιχμαλωτίστηκαν. Ο Αλέξανδρος πρόσφερε θυσία στον Ηρακλή [2.24.6] και τέλεσε πομπή με όλους τους στρατιώτες τους οπλισμένους· στην πομπή αυτή, που έγινε προς τιμή του Ηρακλή, πήραν μέρος και τα πλοία του· τέλεσε ακόμη γυμνικό αγώνα στο ιερό του θεού καθώς και λαμπαδηφορία· στον ναό αφιέρωσε και τη μηχανή, με την οποία καταρρίφθηκε το τείχος, και το ιερό πλοίο των Τυρίων το αφιερωμένο στον Ηρακλή, που το κυρίεψε κατά την επίθεση, το αφιέρωσε επίσης σε αυτόν· πάνω στο πλοίο, χαράχτηκε επίγραμμα, το οποίο ή ο ίδιος συνέθεσε ή κάποιος άλλος· επειδή όμως δεν αξίζει να μνημονευθεί, γι᾽ αυτό και εγώ δεν έκρινα άξιο να το αναγράψω. Έτσι λοιπόν κυριεύτηκε η Τύρος, όταν επώνυμος άρχων στην Αθήνα ήταν ο Νικήτης, κατά τον μήνα Εκατομβαιώνα.
[2.25.1] Ενώ ο Αλέξανδρος ήταν ακόμη απασχολημένος με την πολιορκία της Τύρου, έφθασαν πρέσβεις από τον Δαρείο, για να του αναγγείλουν ότι ο βασιλιάς τους ήταν πρόθυμος να του δώσει δέκα χιλιάδες τάλαντα για την απελευθέρωση της μητέρας, της γυναίκας και των παιδιών του· ότι του παραχωρεί όλη τη χώρα του που βρίσκεται ανάμεσα στον Ευφράτη και την ελληνική θάλασσα και ότι θα τον αναγνωρίσει ως φίλο και σύμμαχο, αν παντρευτεί την κόρη του. [2.25.2] Όταν ανακοίνωσε αυτά στο συμβούλιο των εταίρων, ο Παρμενίων είπε, λένε, στον Αλέξανδρο ότι, αν ήταν αυτός Αλέξανδρος, θα δεχόταν με τους όρους αυτούς να τερματίσει τον πόλεμο χωρίς να διακινδυνεύει πια στο μέλλον. Ο Αλέξανδρος αποκρίθηκε στον Παρμενίωνα, όπως λένε, ότι και αυτός θα έκανε το ίδιο, αν ήταν Παρμενίων· επειδή όμως είναι Αλέξανδρος, θα αποκριθεί στον Δαρείο όπως ακριβώς και αποκρίθηκε. [2.25.3] Είπε δηλαδή ότι δεν έχει ανάγκη ούτε να πάρει χρήματα από τον Δαρείο ούτε να δεχθεί μέρος της χώρας του αντί για ολόκληρη· γιατί και τα χρήματα και η χώρα ολόκληρη είναι δικά του· κι αν ήθελε να παντρευτεί την κόρη του, μπορούσε να την παντρευτεί και χωρίς τη συγκατάθεση του πατέρα της· αν πάλι ήθελε ο Δαρείος να τύχει φιλικής συμπεριφοράς από μέρους του Αλεξάνδρου, του υπέδειξε να παρουσιαστεί ο ίδιος μπροστά του. Όταν τα πληροφορήθηκε αυτά ο Δαρείος, έχασε κάθε ελπίδα για συνθηκολόγηση με τον Αλέξανδρο και άρχισε πάλι να προετοιμάζεται για πόλεμο.