[424d] Εδώ λοιπόν, στη μουσική επάνω, καθώς φαίνεται πρέπει να χτίσομε την ακρόπολη που να φυλάγουν οι φρουροί μας. Ναι βέβαια, γιατί απ᾽ αυτή τη μεριά τρυπώνει εύκολα η παρανομία χωρίς να το πάρει κανείς είδηση. Πραγματικώς, σαν ένα τάχα παιγνίδι, που δεν μπορεί να κάμει και τίποτα κακό. Γιατί και τίποτ᾽ άλλο αλήθεια δεν κάνει, παρά αφού λίγο λίγο σπιτωθεί μια φορά μέσα, έπειτα αρχίζει αθόρυβα σαν νερό να περνά από κάτω και να διαποτίζει τα ήθη και τις ενασχολήσεις· κι απ᾽ αυτά πια, αφού μεγαλώσει περισσότερο, ξεσπά καταπάνω και στις μεταξύ των συναλλαγές κι απ᾽ αυτές προχωρεί κι απάνω [424e] στους νόμους και στους πολιτικούς θεσμούς με μεγάλη, Σωκράτη, ακολασία, ώσπου στο τέλος αναποδογυρίσει όλα τα πάντα, και κράτος και ιδιώτες. Αυτό αλήθεια να συμβαίνει; Έτσι μου φαίνεται εμένα. Δεν πρέπει λοιπόν, όπως ελέγαμε και απαρχής, και τα παιγνίδια των παιδιών να είναι από την πρώτη στιγμή όσο μπορεί συμφωνότερα με το νόμο, γιατί όταν και το παιγνίδι γίνεται έξω από το νόμο, και τα ίδια τα παιδιά γίνουν τέτοια, [425a] είναι αδύνατο να μεγαλώσουν απ᾽ αυτά άντρες σπουδαίοι και νομιμόφρονες; Πώς όχι; Όταν λοιπόν τα παιδιά από τα πρώτα τους παιγνίδια δεχτούν στην ψυχή τους την ευνομία με το μέσο της μουσικής, τότε, αντίθετα με κείνα τ᾽ άλλα παιδιά, αυτή πάλι τα παρακολουθεί σε όλα και τα μεγαλώνει, διορθώνοντας αν τυχόν και ήταν τίποτ᾽ από πριν πεσμένο χάμω μες στην πόλη. Αυτό είναι βέβαια η αλήθεια. Ξέρουν λοιπόν να βρίσκουν μόνοι τους και τις νόμιμες εκείνες διατάξεις, που τις θεωρούν συνήθως ασήμαντα μικρολογήματα, και που οι προκάτοχοί τους τις άφησαν όλες να πέσουν σ᾽ αχρηστία. Σαν ποιές; [425b] Νά, παραδείγματος χάρη: να σιωπούν οι νεότεροι, καθώς ταιριάζει, μπρος στους γεροντότερους, να τους παραχωρούν τη θέση τους και να τους προσηκώνονται, να σέβονται και να περιποιούνται τους γονείς των, το πώς να ντύνονται και να ποδένονται και να κόβουν τα μαλλιά, ποιό, γενικά, να είναι το παρουσιαστικό τους και όλα τ᾽ άλλα τα τέτοια. Ή δεν το παραδέχεσαι; Και βέβαια το παραδέχομαι. Να τα υποβάλει όμως αυτά κανείς σε νομοθετικές διατάξεις το νομίζω ανόητο· γιατί ούτε που γίνονται αυτά, ούτε και αν νομοθετηθούν, είτε προφορικά είτε γραπτά, θα μπορούσαν να διατηρηθούν για πάντα. Πώς βέβαια; Καταντά λοιπόν, φίλε μου Αδείμαντε, όλ᾽ αυτά να είναι [425c] φυσική συνέπεια από το πρώτο ξεκίνημα που θα πάρει η εκπαίδευση. Ή μη δεν τραβά πάντα πίσω του το όμοιο εκείνο που του μοιάζει; Πώς όχι; Και στο τέλος λοιπόν, θα μπορούσαμε, νομίζω, να πούμε πως καταντά αυτό σε κάτι τέλειο και ολοκληρωμένο, ή καλό ή και το ενάντιο; Και πώς όχι; Εγώ λοιπόν για όλους αυτούς τους λόγους δεν θα επιχειρούσα πια να τα βάλω σε νόμο όλα τα τέτοια. Και πολύ φυσικά. Αλλά μήπως θα τολμήσουμε, για όνομα του θεού, να κάμουμε ιδιαίτερους νόμους για όλες αυτές τις αγοραίες υποθέσεις, για τις συναλλαγές που κάνουν αναμεταξύ τους οι άνθρωποι της αγοράς [425d] ή, αν θέλεις, και για τα συμφωνητικά εργομισθίας, τις βρισιές και τους τσακωμούς μεταξύ των, για τις κληρώσεις του δικαστηρίου και των δικαστών που θα τους κρίνουν, ή αν είναι ανάγκη να οριστούν πουθενά είτε στην αγορά είτε στους λιμένες εισπράξεις ή καταθέσεις τελωνειακών δασμών, ή και για όλα γενικά τα τέτοια αγορανομικά ή αστυνομικά ή λιμενικά ζητήματα; Μα και βέβαια δεν αξίζει να προστάζομε τίποτ᾽ απ᾽ αυτά σε ανθρώπους τέλειους σε όλα τους· [425e] γιατί τα περισσότερ᾽ απ᾽ όσα πρέπει να νομοθετήσουν για τους εαυτούς των, εύκολα βέβαια θα τα βρούνε και οι ίδιοι. Ναι, φίλε μου, αν τουλάχιστο τους αξιώνει ο θεός να διατηρούν τους νόμους που αναφέραμε πριν. Ειδεμή, θα περνούν τη ζωή τους όλο για να ψηφίζουν και πάλι να διορθώνουν πολλούς τέτοιους νόμους, με την ιδέα πως θα μπορέσουν να πετύχουν μια φορά τον καλύτερο. Λες δηλαδή πως θα ζουν οι τέτοιοι σαν τους αρρώστους που, από την ακολασία τους, δε θέλουν να παρατήσουν την κακή τους δίαιτα. Ακριβώς. |