Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ

Σόλων (8.1-8.6)


[8.1] Ἐπεὶ δὲ μακρόν τινα καὶ δυσχερῆ πόλεμον οἱ ἐν ἄστει περὶ τῆς Σαλαμινίων νήσου Μεγαρεῦσι πολεμοῦντες ἐξέκαμον, καὶ νόμον ἔθεντο μήτε γράψαι τινὰ μήτ᾽ εἰπεῖν αὖθις ὡς χρὴ τὴν πόλιν ἀντιποιεῖσθαι τῆς Σαλαμῖνος, ἢ θανάτῳ ζημιοῦσθαι, βαρέως φέρων τὴν ἀδοξίαν ὁ Σόλων, καὶ τῶν νέων ὁρῶν πολλοὺς δεομένους ἀρχῆς ἐπὶ τὸν πόλεμον, αὐτοὺς δὲ μὴ θαρροῦντας ἄρξασθαι διὰ τὸν νόμον, ἐσκήψατο μὲν ἔκστασιν τῶν λογισμῶν, καὶ λόγος εἰς τὴν πόλιν ἐκ τῆς οἰκίας διεδόθη παρακινητικῶς ἔχειν αὐτόν· ἐλεγεῖα δὲ κρύφα συνθεὶς καὶ μελετήσας ὥστε λέγειν ἀπὸ στόματος, ἐξεπήδησεν εἰς τὴν ἀγορὰν ἄφνω, πιλίδιον περιθέμενος. [8.2] ὄχλου δὲ πολλοῦ συνδραμόντος, ἀναβὰς ἐπὶ τὸν τοῦ κήρυκος λίθον, ἐν ᾠδῆ διεξῆλθε τὴν ἐλεγείαν ἧς ἐστιν ἀρχή
αὐτὸς κῆρυξ ἦλθον ἀφ᾽ ἱμερτῆς Σαλαμῖνος,
κόσμον ἐπέων ᾠδὴν ἀντ᾽ ἀγορῆς θέμενος.
τοῦτο τὸ ποίημα Σαλαμὶς ἐπιγέγραπται καὶ στίχων ἑκατόν ἐστι, χαριέντως πάνυ πεποιημένων. [8.3] τότε δ᾽ ᾀσθέντος αὐτοῦ, καὶ τῶν φίλων τοῦ Σόλωνος ἀρξαμένων ἐπαινεῖν, μάλιστα δὲ τοῦ Πεισιστράτου τοῖς πολίταις ἐγκελευομένου καὶ παρορμῶντος πείθεσθαι τῷ λέγοντι, λύσαντες τὸν νόμον αὖθις ἥπτοντο τοῦ πολέμου, προστησάμενοι τὸν Σόλωνα.
[8.4] Τὰ μὲν οὖν δημώδη τῶν λεγομένων τοιαῦτ᾽ ἐστιν, ὅτι πλεύσας ἐπὶ Κωλιάδα μετὰ τοῦ Πεισιστράτου, καὶ καταλαβὼν αὐτόθι πάσας τὰς γυναῖκας τῇ Δήμητρι τὴν πάτριον θυσίαν ἐπιτελούσας, ἔπεμψεν ἄνδρα πιστὸν εἰς Σαλαμῖνα προσποιούμενον αὐτόμολον εἶναι, κελεύσοντα τοὺς Μεγαρεῖς, εἰ βούλονται τῶν Ἀθηναίων τὰς πρώτας λαβεῖν γυναῖκας, ἐπὶ Κωλιάδα πλεῖν μετ᾽ αὐτοῦ τὴν ταχίστην. [8.5] ὡς δὲ πεισθέντες οἱ Μεγαρεῖς ἄνδρας ἐξέπεμψαν ἐνόπλους, καὶ κατεῖδεν ὁ Σόλων πλοῖον ἐλαυνόμενον ἀπὸ τῆς νήσου, τὰς μὲν γυναῖκας ἐκποδὼν ἀπελθεῖν ἐκέλευσε, τῶν δὲ νεωτέρων τοὺς μηδέπω γενειῶντας ἐνδύμασι καὶ μίτραις καὶ ὑποδήμασι τοῖς ἐκείνων σκευασαμένους καὶ λαβόντας ἐγχειρίδια κρυπτὰ παίζειν καὶ χορεύειν προσέταξε πρὸς τῇ θαλάττῃ, μέχρι ἂν ἀποβῶσιν οἱ πολέμιοι καὶ γένηται τὸ πλοῖον ὑποχείριον. [8.6] οὕτω δὴ τούτων πραττομένων, ὑπαχθέντες οἱ Μεγαρεῖς τῇ ὄψει καὶ προσμείξαντες ἐγγύς, ἐξεπήδων ὡς ἐπὶ γυναῖκας ἁμιλλώμενοι πρὸς ἀλλήλους ‹...›, ὥστε μηδένα διαφυγεῖν, ἀλλὰ πάντας ἀπολέσθαι, καὶ τὴν νῆσον ἐπιπλεύσαντας εὐθὺς ἔχειν τοὺς Ἀθηναίους.


[8.1] Επειδή οι Αθηναίοι είχαν κουραστεί ύστερα από έναν μακροχρόνιο και δύσκολο πόλεμο με τους Μεγαρείς για τη Σαλαμίνα, θέσπισαν νόμο που απαγόρευε να κάνει κανείς γραπτή ή προφορική πρόταση ότι πρέπει η πόλη να διεκδικήσει ξανά τη Σαλαμίνα, αλλιώς να τιμωρηθεί με θάνατο. Μην αντέχοντας ο Σόλων αυτή την ντροπή και βλέποντας πολλούς νέους να χρειάζονται αφορμή για τον πόλεμο, αλλά να μην έχουν το θάρρος να τον αρχίσουν οι ίδιοι εξαιτίας του νόμου, έκανε τον τρελό και άφησε να διαρρεύσει η είδηση στην πόλη από τους δικούς του ότι βρίσκεται σε κατάσταση παραφροσύνης. Έγραψε κρυφά ελεγείες, τις μελέτησε καλά ώστε να τις αποστηθίσει και έτρεξε ξαφνικά στην αγορά φορώντας σκούφο στο κεφάλι. [8.2] Και όταν μαζεύτηκε κόσμος πολύς, ανέβηκε στο βήμα του κήρυκα και τραγούδησε όλη την ελεγεία, που αρχίζει ως εξής:
Ήρθα με δική μου πρωτοβουλία ως κήρυκας
από την αγαπημένη Σαλαμίνα,
για να πω ωραίο τραγούδι που το έκανα
αντί να αγορεύσω.
Το ποίημα αυτό φέρει τον τίτλο Σαλαμίς και αποτελείται από εκατό στίχους φτιαγμένους με πολλή χάρη. [8.3] Τότε, αφού τραγούδησε ο Σόλων την ελεγεία και οι φίλοι του ξέσπασαν σε επιδοκιμασίες και περισσότερο από όλους ο Πεισίστρατος ήταν εκείνος που παρακινούσε και ξεσήκωνε τους πολίτες να ακούσουν τον ρήτορα, οι Αθηναίοι κατάργησαν τον νόμο και ξανάπιασαν τον πόλεμο με αρχηγό τον Σόλωνα. [8.4] Σύμφωνα λοιπόν με τα όσα λέει ο λαός, όταν ο Σόλων πήγε με τον Πεισίστρατο στην Κωλιάδα βρήκε εκεί όλες τις γυναίκες να προσφέρουν την καθιερωμένη από παλιά θυσία στη θεά Δήμητρα. Έστειλε τότε έναν έμπιστό του άνθρωπο στη Σαλαμίνα, προσποιούμενο τον αυτόμολο, για να προτρέψει τους Μεγαρείς, εάν ήθελαν να πιάσουν τις πρώτες τη τάξει γυναίκες της Αθήνας, να πλεύσουν μαζί του στην Κωλιάδα το συντομότερο δυνατό. [8.5] Καθώς οι Μεγαρείς τον πίστεψαν, έστειλαν προς τα εκεί οπλισμένους άνδρες. Όταν ο Σόλων είδε να εξορμά από το νησί ένα καράβι, έδωσε εντολή στις γυναίκες να φύγουν· στη συνέχεια έντυσε τους πιο νέους από τους άνδρες του, όσους δεν είχαν βγάλει ακόμη γένια, με τα φορέματα, τις κορδέλες και τα σανδάλια των γυναικών και τους πρόσταξε να παίζουν και να χορεύουν κοντά στη θάλασσα έχοντας κρυμμένα εγχειρίδια, ώσπου να βγουν οι εχθροί από το πλοίο αφήνοντάς το εύκολη λεία. [8.6] Καθώς λοιπόν αυτά εξελισσόταν όπως τα είχε ορίσει ο Σόλων, οι Μεγαρείς παρασυρμένοι από το θέαμα πλησίασαν κοντά στην ακτή και άρχισαν να πηδούν από το πλοίο συναγωνιζόμενοι μεταξύ τους ποιός να βγει πρώτος, σαν να επρόκειτο να ριχτούν σε γυναίκες· το αποτέλεσμα ήταν να μη γλιτώσει κανένας, αλλά να χαθούν όλοι και έτσι να πλεύσουν οι Αθηναίοι αμέσως και να καταλάβουν το νησί.