5. ΜΕΝΙΠΠΟΥ ΚΑΙ ΕΡΜΗ ΜΕΝΙΠΠΟΣ [5.1] Αλήθεια, Ερμή, πού είναι οι όμορφοι και οι όμορφες; Ξενάγησέ με, μια και είμαι νεοφερμένος. ΕΡΜΗΣ Δεν έχω καιρό, Μένιππε. Ωστόσο ρίξε μια ματιά προς τα εκεί, στα δεξιά, όπου είναι ο Υάκινθος και ο Νάρκισσος και ο Νιρέας και ο Αχιλλέας και η Τυρώ και η Ελένη και η Λήδα και γενικά όλες οι αρχαίες ομορφιές. ΜΕΝΙΠΠΟΣ Κόκαλα μονάχα βλέπω και κρανία γυμνά από σάρκα, τα περισσότερα όμοια μεταξύ τους. ΕΡΜΗΣ Κι όμως, εκείνα είναι που όλοι οι ποιητές θαυμάζουνε, τα κόκαλα που εσύ φαίνεται να τα περιφρονείς. ΜΕΝΙΠΠΟΣ Ωστόσο, δείξε μου την Ελένη· γιατί εγώ τουλάχιστον δεν θα μπορούσα να την αναγνωρίσω. ΕΡΜΗΣ Αυτό εκεί το κρανίο είναι η Ελένη. ΜΕΝΙΠΠΟΣ [5.2] Σοβαρά, γι᾽ αυτό γέμισαν τα χίλια πλοία από ολόκληρη την Ελλάδα, και σκοτώθηκαν τόσοι, και Έλληνες και βάρβαροι, και τόσες πόλεις ερημώθηκαν; ΕΡΜΗΣ Ναι, αλλά δεν την είδες, Μένιππε, ζωντανή τη γυναίκα· γιατί κι εσύ τότε θα έλεγες ότι αξιοκατάκριτο δεν είναι «για μια τέτοια γυναίκα λαμπρή συμφορές για πολύ να υποφέρεις». Γιατί και τα λουλούδια, όταν τα κοιτάζει κανείς ξερά, αφού έχουν ξεθωριάσει, είναι φανερό πως θα του φαίνονται άσχημα, όταν όμως βρίσκονται σε ανθοφορία και έχουνε το χρώμα τους, είναι πανέμορφα. ΜΕΝΙΠΠΟΣ Μα γι᾽ αυτό ακριβώς απορώ, Ερμή, που δεν καταλάβαιναν οι Αχαιοί ότι ταλαιπωρούνταν για ένα πράγμα που έχει τόσο σύντομη ζωή και μαραίνεται τόσο εύκολα. ΕΡΜΗΣ Δεν έχω καιρό, Μένιππε, να κάτσω να φιλοσοφώ μαζί σου. Διάλεξε λοιπόν εσύ τον τόπο, οποιονδήποτε θέλεις, και βολέψου ξαπλώνοντας εκεί, κι εγώ τώρα θα πάω να φέρω τους άλλους νεκρούς.
|