Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ

Κατὰ Φιλίππου β΄ (6) (28-37)

[28] Περὶ μὲν δὴ τῶν ἡμῖν πρακτέων καθ᾽ ὑμᾶς αὐτοὺς ὕστερον βουλεύσεσθε, ἂν σωφρονῆτε· ἃ δὲ νῦν ἀποκρινάμενοι τὰ δέοντ᾽ ἂν εἴητ᾽ ἐψηφισμένοι, ταῦτ᾽ ἤδη λέξω.
‹ΑΠΟΚΡΙΣΙΣ.›
Ἦν μὲν οὖν δίκαιον, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, τοὺς ἐνεγκόντας τὰς ὑποσχέσεις, ἐφ᾽ αἷς ἐπείσθητε ποιήσασθαι τὴν εἰρήνην, καλεῖν· [29] οὔτε γὰρ αὐτὸς ἄν ποθ᾽ ὑπέμεινα πρεσβεύειν, οὔτ᾽ ἂν ὑμεῖς οἶδ᾽ ὅτι ἐπαύσασθε πολεμοῦντες, εἰ τοιαῦτα πράξειν τυχόντ᾽ εἰρήνης Φίλιππον ᾤεσθε· ἀλλ᾽ ἦν πολὺ τούτων ἀφεστηκότα τὰ τότε λεγόμενα. καὶ πάλιν γ᾽ ἑτέρους καλεῖν. τίνας; τοὺς ὅτ᾽ ἐγὼ γεγονυίας ἤδη τῆς εἰρήνης ἀπὸ τῆς ὑστέρας ἥκων πρεσβείας τῆς ἐπὶ τοὺς ὅρκους, αἰσθόμενος φενακιζομένην τὴν πόλιν, προὔλεγον καὶ διεμαρτυρόμην καὶ οὐκ εἴων προέσθαι Πύλας οὐδὲ Φωκέας, [30] λέγοντας ὡς ἐγὼ μὲν ὕδωρ πίνων εἰκότως δύστροπος καὶ δύσκολός εἰμί τις ἄνθρωπος, Φίλιππος δ᾽, ἅπερ εὔξαισθ᾽ ἂν ὑμεῖς, ἂν παρέλθῃ, πράξει, καὶ Θεσπιὰς μὲν καὶ Πλαταιὰς τειχιεῖ, Θηβαίους δὲ παύσει τῆς ὕβρεως, Χερρόνησον δὲ τοῖς αὑτοῦ τέλεσιν διορύξει, Εὔβοιαν δὲ καὶ τὸν Ὠρωπὸν ἀντ᾽ Ἀμφιπόλεως ὑμῖν ἀποδώσει· ταῦτα γὰρ ἅπαντ᾽ ἐπὶ τοῦ βήματος ἐνταῦθα μνημονεύετ᾽ οἶδ᾽ ὅτι ῥηθέντα, καίπερ ὄντες οὐ δεινοὶ τοὺς ἀδικοῦντας μεμνῆσθαι. [31] καὶ τὸ πάντων αἴσχιστον, καὶ τοῖς ἐκγόνοις πρὸς τὰς ἐλπίδας τὴν αὐτὴν εἰρήνην εἶναι ταύτην ἐψηφίσασθε· οὕτω τελέως ὑπήχθητε. τί δὴ ταῦτα νῦν λέγω καὶ καλεῖν φημὶ δεῖν τούτους; ἐγὼ νὴ τοὺς θεοὺς τἀληθῆ μετὰ παρρησίας ἐρῶ πρὸς ὑμᾶς καὶ οὐκ ἀποκρύψομαι· [32] οὐχ ἵν᾽ εἰς λοιδορίαν ἐμπεσὼν ἐμαυτῷ μὲν ἐξ ἴσου λόγον παρ᾽ ὑμῖν ποιήσω, τοῖς δ᾽ ἐμοὶ προσκρούσασιν ἐξ ἀρχῆς καὶ νῦν παράσχω πρόφασιν τοῦ πάλιν τι λαβεῖν παρὰ Φιλίππου, οὐδ᾽ ἵν᾽ ὡς ἄλλως ἀδολεσχῶ· ἀλλ᾽ οἴομαί ποθ᾽ ὑμᾶς λυπήσειν ἃ Φίλιππος πράττει μᾶλλον ἢ τὰ νυνί· [33] τὸ γὰρ πρᾶγμ᾽ ὁρῶ προβαῖνον, καὶ οὐχὶ βουλοίμην ἂν εἰκάζειν ὀρθῶς, φοβοῦμαι δὲ μὴ λίαν ἐγγὺς ᾖ τοῦτ᾽ ἤδη. ὅταν οὖν μηκέθ᾽ ὑμῖν ἀμελεῖν ἐξουσία γίγνηται τῶν συμβαινόντων, μηδ᾽ ἀκούηθ᾽ ὅτι ταῦτ᾽ ἐφ᾽ ὑμᾶς ἐστιν ἐμοῦ μηδὲ τοῦ δεῖνος, ἀλλ᾽ αὐτοὶ πάντες ὁρᾶτε καὶ εὖ εἰδῆτε, ὀργίλους καὶ τραχεῖς ὑμᾶς ἔσεσθαι νομίζω. [34] φοβοῦμαι δὴ μή, τῶν πρέσβεων σεσιωπηκότων ἐφ᾽ οἷς αὑτοῖς συνίσασι δεδωροδοκηκότες, τοῖς ἐπανορθοῦν τι πειρωμένοις τῶν διὰ τούτους ἀπολωλότων τῇ παρ᾽ ὑμῶν ὀργῇ περιπεσεῖν συμβῇ· ὁρῶ γὰρ ὡς τὰ πόλλ᾽ ἐνίους οὐκ εἰς τοὺς αἰτίους, ἀλλ᾽ εἰς τοὺς ὑπὸ χεῖρα μάλιστα τὴν ὀργὴν ἀφιέντας. [35] ἕως οὖν ἔτι μέλλει καὶ συνίσταται τὰ πράγματα καὶ κατακούομεν ἀλλήλων, ἕκαστον ὑμῶν καίπερ ἀκριβῶς εἰδόθ᾽ ὅμως ἐπαναμνῆσαι βούλομαι, τίς ὁ Φωκέας πείσας καὶ Πύλας προέσθαι, ὧν καταστὰς ἐκεῖνος κύριος τῆς ἐπὶ τὴν Ἀττικὴν ὁδοῦ καὶ τῆς εἰς Πελοπόννησον κύριος γέγονεν, καὶ πεποίηχ᾽ ὑμῖν μὴ περὶ τῶν δικαίων μηδ᾽ ὑπὲρ τῶν ἔξω πραγμάτων εἶναι τὴν βουλήν, ἀλλ᾽ ὑπὲρ τῶν ἐν τῇ χώρᾳ καὶ τοῦ πρὸς τὴν Ἀττικὴν πολέμου, ὃς λυπήσει μὲν ἕκαστον, ἐπειδὰν παρῇ, γέγονεν δ᾽ ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ. [36] εἰ γὰρ μὴ παρεκρούσθητε τόθ᾽ ὑμεῖς, οὐδὲν ἂν ἦν τῇ πόλει πρᾶγμα· οὔτε γὰρ ναυσὶ δήπου κρατήσας εἰς τὴν Ἀττικὴν ἦλθεν ἄν ποτε στόλῳ Φίλιππος, οὔτε πεζῇ βαδίζων ὑπὲρ τὰς Πύλας καὶ Φωκέας, ἀλλ᾽ ἢ τὰ δίκαι᾽ ἂν ἐποίει καὶ τὴν εἰρήνην ἄγων ἡσυχίαν εἶχεν, ἢ παραχρῆμ᾽ ἂν ἦν ἐν ὁμοίῳ πολέμῳ δι᾽ ὃν τότε τῆς εἰρήνης ἐπεθύμησεν. [37] ταῦτ᾽ οὖν, ὡς μὲν ὑπομνῆσαι, νῦν ἱκανῶς εἴρηται, ὡς δ᾽ ἂν ἐξετασθείη μάλιστ᾽ ἀκριβῶς, μὴ γένοιτ᾽, ὦ πάντες θεοί· οὐδένα γὰρ βουλοίμην ἔγωγ᾽ ἄν, οὐδ᾽ εἰ δίκαιός ἐστ᾽ ἀπολωλέναι, μετὰ τοῦ πάντων κινδύνου καὶ τῆς ζημίας δίκην ὑποσχεῖν.

ΠΙΣΤΕΙΣ (§§ 28-36) & ΕΠΙΛΟΓΟΣ (§ 37)
[28] Σχετικά με αυτά που πρέπει να πράξουμε, αν είστε σώφρονες, θα συζητήσετε αργότερα ιδιαιτέρως· ποια απάντηση όμως εάν δώσετε, θα έχετε πάρει τις δέουσες αποφάσεις, αυτό θα σας πω τώρα.
‹ΑΠΑΝΤΗΣΗ›
Θα ήταν δίκαιο λοιπόν, Αθηναίοι, να καλέσετε εκείνους που σας μετέφεραν τις υποσχέσεις, πάνω στις οποίες βασιζόμενοι πεισθήκατε να κάνετε την ειρήνη. [29] Γιατί ούτε και εγώ ο ίδιος θα δεχόμουν ποτέ να μετάσχω στην αποστολή πρέσβεων ούτε εσείς προφανώς θα σταματούσατε τον πόλεμο, αν φανταζόσασταν ότι ο Φίλιππος, μετά την επιτυχία για τη συνομολόγηση της ειρήνης, θα προχωρούσε σε τέτοιες ενέργειες. Αλλά τα τότε λεγόμενα απείχαν πολύ από αυτές τις ενέργειες. Αλλά και άλλους θα ήταν δίκαιο να καλέσετε. Ποιούς; Εκείνους που, μετά τη συνομολόγηση της ειρήνης, επιστρέφοντας εγώ από τη δεύτερη πρεσβεία για τους όρκους και αντιληφθείς ότι ο Φίλιππος εξαπατούσε την πόλη, το έλεγα τότε και διαμαρτυρόμουν και δεν σας άφηνα να εγκαταλείψετε τις Θερμοπύλες ούτε τους Φωκείς, [30] εκείνους επαναλαμβάνω που έλεγαν ότι εγώ, ως υδροπότης, είμαι δικαιολογημένα δύστροπος και δύσκολος άνθρωπος, ενώ ο Φίλιππος, αν περνούσε τα στενά, θα έκανε όσα εσείς ευχόσασταν: θα οχύρωνε δηλαδή τις Θεσπιές και τις Πλαταιές, θα σταματούσε την αλαζονεία των Θηβαίων, θα άνοιγε διώρυγα στη Χερρόνησο με δικά του έξοδα και σε αντάλλαγμα της Αμφίπολης θα σας έδινε πίσω την Εύβοια και τον Ωρωπό. Θυμάστε ασφαλώς, μόλο που δεν διακρίνεστε στο να θυμάστε αυτούς που σας αδικούν, ότι όλα αυτά ελέχθησαν από αυτό εδώ το βήμα. [31] Και το χειρότερο απ᾽ όλα, στηριζόμενοι σ᾽ αυτές τις ελπίδες αποφασίσατε ότι αυτή η ίδια ειρήνη θα ισχύει και για τους απογόνους σας. Σε τόσο μεγάλο βαθμό είχατε παραπλανηθεί. Αλλά τι να τα λέω τώρα αυτά και να επιμένω ότι πρέπει να καλέσετε αυτούς εδώ; Μα τους θεούς, εγώ θα πω με παρρησία σε σας την αλήθεια και δεν θα σας αποκρύψω τίποτε. [32] Δεν σκοπεύω να πέσω τόσο χαμηλά ώστε να βρίσω και να μιλήσω σε σας όμοια με αυτούς, ούτε να δώσω τώρα σ᾽ αυτούς που από την αρχή συγκρούστηκαν μ᾽ εμένα πρόφαση να αποκομίσουν κάποιο νέο όφελος από τον Φίλιππο ούτε και να φλυαρώ έτσι άσκοπα· αλλά νομίζω ότι αυτά που κάνει ο Φίλιππος θα σας πονέσουν αργότερα περισσότερο από τα σημερινά. [33] Γιατί βλέπω τον κίνδυνο να προχωρεί, και δεν θα ήθελα να επαληθευτούν οι προβλέψεις μου, αλλά φοβάμαι μήπως είναι κιόλας πολύ κοντά. Όταν λοιπόν δεν θα σας επιτρέπεται πια να αδιαφορείτε για τα συμβαίνοντα ούτε θα ακούτε απλώς από εμένα ή από κάποιον άλλον ότι τα δεινά έρχονται κατ᾽ επάνω σας, αλλά όταν όλοι θα τα βλέπετε με τα ίδια σας τα μάτια και δεν θα αμφιβάλλετε, τότε πιστεύω ότι θα εξοργισθείτε και θα αγριέψετε. [34] Επειδή λοιπόν οι πρέσβεις μας θα έχουν αποσιωπήσει τα γεγονότα, γιατί δεν υπάρχει αμφιβολία ότι έχουν δωροδοκηθεί, φοβάμαι μήπως συμβεί να ξεσπάσει η οργή σας σ᾽ αυτούς που προσπαθούν να επανορθώσουν κάτι από όσα έχουν χαθεί εξαιτίας εκείνων. Γιατί βλέπω πως τις περισσότερες φορές μερικοί αφήνουν την οργή τους να ξεσπά όχι στους υπεύθυνους αλλά προπάντων σε όποιους έχουν στο χέρι τους. [35] Γι᾽ αυτό, όσο ακόμη υπάρχει καιρός και τα πράγματα βρίσκονται ακόμη σε εξέλιξη και συνεννοούμαστε μεταξύ μας, θέλω να ξαναθυμίσω στον καθένα από σας, αν και τα ξέρετε επακριβώς, ποιος είναι εκείνος που σας έπεισε να εγκαταλείψετε τους Φωκείς και τις Θερμοπύλες, που όταν ο Φίλιππος απόχτησε τον έλεγχό τους, έγινε ταυτόχρονα κύριος και του δρόμου εναντίον της Αττικής και εκείνου που οδηγεί μέσα στην Πελοπόννησο, ποιος είναι αυτός που σας έχει κάνει ώστε να σκέφτεστε όχι για τα δίκαιά σας μήτε για τις εξωτερικές σας υποθέσεις, αλλά για όσα συμβαίνουν μέσα στη χώρα σας και για τον πόλεμο εναντίον της Αττικής, που όταν ξεσπάσει, θα κάνει τον καθένα σας να πονέσει, αλλά που η αρχή του θα έχει γίνει εκείνη την ημέρα. [36] Γιατί, αν εσείς τότε δεν είχατε εξαπατηθεί, δεν θα υπήρχε σήμερα κανένα πρόβλημα για την πόλη. Ούτε δηλαδή ύστερα από κάποια νίκη στη θάλασσα θα μπορούσε ποτέ ο Φίλιππος να έρθει στην Αττική με στόλο ούτε από τη στεριά βαδίζοντας θα μπορούσε να περάσει πάνω από τις Θερμοπύλες και τη χώρα των Φωκέων, αλλά ή θα έκανε ό,τι επιβάλλει το δίκαιο και τηρώντας την ειρήνη «θα καθόταν στα αυγά του» ή αλλιώς θα είχε να αντιμετωπίσει έναν πόλεμο όμοιο με εκείνον εξαιτίας του οποίου τότε επεθύμησε την ειρήνη. [37] Ως υπόμνηση λοιπόν είναι αρκετά όσα τώρα έχω πει. Μακάρι όμως, ω θεοί πάντες, να μην συμβεί ώστε να επαληθευτούν πέρα για πέρα. Γιατί εγώ τουλάχιστον δεν θα ήθελα κανένας, ούτε και αν ακόμη ήταν δίκαιο, να τιμωρηθεί με κίνδυνο και ζημία όλων μας.