Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ

Πανηγυρικός (4) (38-50)

[38] Οὐ τοίνυν, ἐπειδὴ τὰ μέγιστα συνδιέπραξεν, τῶν ἄλλων ὠλιγώρησεν, ἀλλ᾽ ἀρχὴν μὲν ταύτην ἐποιήσατο τῶν εὐεργεσιῶν, τροφὴν τοῖς δεομένοις εὑρεῖν, ἥνπερ χρὴ τοὺς μέλλοντας καὶ περὶ τῶν ἄλλων καλῶν καλῶς διοικήσειν, ἡγουμένη δὲ τὸν βίον τὸν ἐπὶ τούτοις μόνον οὔπω τοῦ ζῆν ἐπιθυμεῖν ἀξίως ἔχειν οὕτως ἐπεμελήθη καὶ τῶν λοιπῶν ὥστε τῶν παρόντων τοῖς ἀνθρώποις ἀγαθῶν, ὅσα μὴ παρὰ θεῶν ἔχομεν, ἀλλὰ δι᾽ ἀλλήλους ἡμῖν γέγονεν, μηδὲν μὲν ἄνευ τῆς πόλεως τῆς ἡμετέρας εἶναι, τὰ δὲ πλεῖστα διὰ ταύτην γεγενῆσθαι. [39] παραλαβοῦσα γὰρ τοὺς Ἕλληνας ἀνόμως ζῶντας καὶ σποράδην οἰκοῦντας, καὶ τοὺς μὲν ὑπὸ δυναστειῶν ὑβριζομένους, τοὺς δὲ δι᾽ ἀναρχίαν ἀπολλυμένους, καὶ τούτων τῶν κακῶν αὐτοὺς ἀπήλλαξεν, τῶν μὲν κυρία γενομένη, τοῖς δ᾽ αὑτὴν παράδειγμα ποιήσασα· πρώτη γὰρ καὶ νόμους ἔθετο καὶ πολιτείαν κατεστήσατο. [40] δῆλον δ᾽ ἐκεῖθεν· οἱ γὰρ ἐν ἀρχῇ περὶ τῶν φονικῶν ἐγκαλέσαντες καὶ βουληθέντες μετὰ λόγου καὶ μὴ μετὰ βίας διαλύσασθαι τὰ πρὸς ἀλλήλους ἐν τοῖς νόμοις τοῖς ἡμετέροις τὰς κρίσεις ἐποιήσαντο περὶ αὐτῶν. καὶ μὲν δὴ καὶ τῶν τεχνῶν τάς τε πρὸς τἀναγκαῖα τοῦ βίου χρησίμας καὶ τὰς πρὸς ἡδονὴν μεμηχανημένας, τὰς μὲν εὑροῦσα, τὰς δὲ δοκιμάσασα χρῆσθαι τοῖς ἄλλοις παρέδωκεν. [41] τὴν τοίνυν ἄλλην διοίκησιν οὕτω φιλοξένως κατεσκευάσατο καὶ πρὸς ἅπαντας οἰκείως ὥστε καὶ τοῖς χρημάτων δεομένοις καὶ τοῖς ἀπολαῦσαι τῶν ὑπαρχόντων ἐπιθυμοῦσιν ἀμφοτέροις ἁρμόττειν καὶ μήτε τοῖς εὐδαιμονοῦσιν μήτε τοῖς δυστυχοῦσιν ἐν ταῖς αὑτῶν ἀχρήστως ἔχειν, ἀλλ᾽ ἑκατέροις αὐτῶν εἶναι παρ᾽ ἡμῖν, τοῖς μὲν ἡδίστας διατριβάς, τοῖς δ᾽ ἀσφαλεστάτην καταφυγήν. [42] ἔτι δὲ τὴν χώραν οὐκ αὐτάρκη κεκτημένων ἑκάστων, ἀλλὰ τὰ μὲν ἐλλείπουσαν, τὰ δὲ πλείω τῶν ἱκανῶν φέρουσαν, καὶ πολλῆς ἀπορίας οὔσης τὰ μὲν ὅποι χρὴ διαθέσθαι, τὰ δ᾽ ὁπόθεν εἰσαγαγέσθαι, καὶ ταύταις ταῖς συμφοραῖς ἐπήμυνεν· ἐμπόριον γὰρ ἐν μέσῳ τῆς Ἑλλάδος τὸν Πειραιᾶ κατεσκευάσατο, τοσαύτην ἔχονθ᾽ ὑπερβολὴν ὥσθ᾽ ἃ παρὰ τῶν ἄλλων ἓν παρ᾽ ἑκάστων χαλεπόν ἐστιν λαβεῖν, ταῦθ᾽ ἅπαντα παρ᾽ αὑτῆς ῥᾴδιον εἶναι πορίσασθαι.
[43] Τῶν τοίνυν τὰς πανηγύρεις καταστησάντων δικαίως ἐπαινουμένων ὅτι τοιοῦτον ἔθος ἡμῖν παρέδοσαν ὥστε σπεισαμένους καὶ τὰς ἔχθρας τὰς ἐνεστηκυίας διαλυσαμένους συνελθεῖν εἰς ταὐτόν, καὶ μετὰ ταῦτ᾽ εὐχὰς καὶ θυσίας κοινὰς ποιησαμένους ἀναμνησθῆναι μὲν τῆς συγγενείας τῆς πρὸς ἀλλήλους ὑπαρχούσης, εὐμενεστέρως δ᾽ εἰς τὸν λοιπὸν χρόνον διατεθῆναι πρὸς ἡμᾶς αὐτούς, καὶ τάς τε παλαιὰς ξενίας ἀνανεώσασθαι καὶ καινὰς ἑτέρας ποιήσασθαι, [44] καὶ μήτε τοῖς ἰδιώταις μήτε τοῖς διενεγκοῦσιν τὴν φύσιν ἀργὸν εἶναι τὴν διατριβήν, ἀλλ᾽ ἀθροισθέντων τῶν Ἑλλήνων ἐγγενέσθαι τοῖς μὲν ἐπιδείξασθαι τὰς αὑτῶν εὐτυχίας, τοῖς δὲ θεάσασθαι τούτους πρὸς ἀλλήλους ἀγωνιζομένους, καὶ μηδετέρους ἀθύμως διάγειν, ἀλλ᾽ ἑκατέρους ἔχειν ἐφ᾽ οἷς φιλοτιμηθῶσιν, οἱ μὲν ὅταν ἴδωσι τοὺς ἀθλητὰς αὑτῶν ἕνεκα πονοῦντας, οἱ δ᾽ ὅταν ἐνθυμηθῶσιν ὅτι πάντες ἐπὶ τὴν σφετέραν θεωρίαν ἥκουσιν, τοσούτων τοίνυν ἀγαθῶν διὰ τὰς συνόδους ἡμῖν γιγνομένων, οὐδ᾽ ἐν τούτοις ἡ πόλις ἡμῶν ἀπελείφθη. [45] καὶ γὰρ θεάματα πλεῖστα καὶ κάλλιστα κέκτηται, τὰ μὲν ταῖς δαπάναις ὑπερβάλλοντα, τὰ δὲ κατὰ τὰς τέχνας εὐδοκιμοῦντα, τὰ δ᾽ ἀμφοτέροις τούτοις διαφέροντα· καὶ τὸ πλῆθος τῶν εἰσαφικνουμένων ὡς ἡμᾶς τοσοῦτόν ἐστιν ὥστ᾽ εἴ τι ἐν τῷ πλησιάζειν ἀλλήλοις ἀγαθόν ἐστιν, καὶ τοῦθ᾽ ὑπ᾽ αὐτῆς περιειλῆφθαι. πρὸς δὲ τούτοις καὶ φιλίας εὑρεῖν πιστοτάτας καὶ συνουσίαις ἐντυχεῖν παντοδαπωτάταις μάλιστα παρ᾽ ἡμῖν ἔστιν, ἔτι δ᾽ ἀγῶνας ἰδεῖν μὴ μόνον τάχους καὶ ῥώμης ἀλλὰ καὶ λόγων καὶ γνώμης καὶ τῶν ἄλλων ἔργων ἁπάντων, καὶ τούτων ἆθλα μέγιστα. [46] πρὸς γὰρ οἷς αὐτὴ τίθησιν, καὶ τοὺς ἄλλους διδόναι συναναπείθει· τὰ γὰρ ὑφ᾽ ἡμῶν κριθέντα τοσαύτην λαμβάνει δόξαν ὥστε παρὰ πᾶσιν ἀνθρώποις ἀγαπᾶσθαι. χωρὶς δὲ τούτων αἱ μὲν ἄλλαι πανηγύρεις διὰ πολλοῦ χρόνου συλλεγεῖσαι ταχέως διελύθησαν, ἡ δ᾽ ἡμετέρα πόλις ἅπαντα τὸν αἰῶνα τοῖς ἀφικνουμένοις πανήγυρίς ἐστιν.
[47] Φιλοσοφίαν τοίνυν, ἣ πάντα ταῦτα συνεξεῦρε καὶ συγκατεσκεύασεν καὶ πρός τε τὰς πράξεις ἡμᾶς ἐπαίδευσεν καὶ πρὸς ἀλλήλους ἐπράϋνε καὶ τῶν συμφορῶν τάς τε δι᾽ ἀμαθίαν καὶ τὰς ἐξ ἀνάγκης γιγνομένας διεῖλεν καὶ τὰς μὲν φυλάξασθαι, τὰς δὲ καλῶς ἐνεγκεῖν ἐδίδαξεν, ἡ πόλις ἡμῶν κατέδειξεν, καὶ λόγους ἐτίμησεν, ὧν πάντες μὲν ἐπιθυμοῦσιν, τοῖς δ᾽ ἐπισταμένοις φθονοῦσιν, [48] συνειδυῖα μὲν ὅτι τοῦτο μόνον ἐξ ἁπάντων τῶν ζῴων ἴδιον ἔφυμεν ἔχοντες καὶ διότι τούτῳ πλεονεκτήσαντες καὶ τοῖς ἄλλοις ἅπασιν αὐτῶν διηνέγκαμεν, ὁρῶσα δὲ περὶ μὲν τὰς ἄλλας πράξεις οὕτω ταραχώδεις οὔσας τὰς τύχας ὥστε πολλάκις ἐν αὐταῖς καὶ τοὺς φρονίμους ἀτυχεῖν καὶ τοὺς ἀνοήτους κατορθοῦν, τῶν δὲ λόγων τῶν καλῶς καὶ τεχνικῶς ἐχόντων οὐ μετὸν τοῖς φαύλοις, ἀλλὰ ψυχῆς εὖ φρονούσης ἔργον ὄντας, [49] καὶ τούς τε σοφοὺς καὶ τοὺς ἀμαθεῖς δοκοῦντας εἶναι ταύτῃ πλεῖστον ἀλλήλων διαφέροντας, ἔτι δὲ τοὺς εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς ἐλευθέρως τεθραμμένους ἐκ μὲν ἀνδρίας καὶ πλούτου καὶ τῶν τοιούτων ἀγαθῶν οὐ γιγνωσκομένους, ἐκ δὲ τῶν λεγομένων μάλιστα καταφανεῖς γιγνομένους, καὶ τοῦτο σύμβολον τῆς παιδεύσεως ἡμῶν ἑκάστου πιστότατον ἀποδεδειγμένον, καὶ τοὺς λόγῳ καλῶς χρωμένους οὐ μόνον ἐν ταῖς αὑτῶν δυναμένους, ἀλλὰ καὶ παρὰ τοῖς ἄλλοις ἐντίμους ὄντας. [50] τοσοῦτον δ᾽ ἀπολέλοιπεν ἡ πόλις ἡμῶν περὶ τὸ φρονεῖν καὶ λέγειν τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους, ὥσθ᾽ οἱ ταύτης μαθηταὶ τῶν ἄλλων διδάσκαλοι γεγόνασιν, καὶ τὸ τῶν Ἑλλήνων ὄνομα πεποίηκεν μηκέτι τοῦ γένους, ἀλλὰ τῆς διανοίας δοκεῖν εἶναι, καὶ μᾶλλον Ἕλληνας καλεῖσθαι τοὺς τῆς παιδεύσεως τῆς ἡμετέρας ἢ τοὺς τῆς κοινῆς φύσεως μετέχοντας.

Η προσφορά των πνευματικών αγαθών της.
[38] Να μη θαρρείτε όμως πως, αφού κατάφερε να πραγματοποιήσει τα πιο σπουδαία έργα, αδιαφόρησε για τα άλλα. Βέβαια θεώρησε πρωταρχικό της χρέος να βρει ψωμί για όσους πεινούσαν — και είναι ανάγκη όλοι, όσοι φιλοδοξούν να διοικήσουν ικανοποιητικά όλους τους τομείς της πολιτικής και κοινωνικής ζωής μας, αυτό το πρόβλημα να αντιμετωπίζουν πρώτα. Πιστεύοντας όμως πως μια ζωή, που αποβλέπει να ικανοποιήσει μονάχα οικονομικές ανάγκες, δεν έχει τη δύναμη να κάμει τους ανθρώπους να την επιθυμούν, φρόντισε τόσο και για τις άλλες μας ανάγκες, ώστε από τα πνευματικά αγαθά, που έχουμε όλοι σήμερα —αυτά που δεν τα πήραμε από τους θεούς, αλλά τα δημιουργήσαμε οι ίδιοι με την κοινή προσπάθεια— τίποτα δεν έγινε χωρίς την αποφασιστική συμβολή της δικιάς μας πόλης· αντίθετα τα πιο πολλά οφείλουν την ύπαρξή τους αποκλειστικά σ᾽ αυτήν.
[39] Θέλω να πω ότι βρήκε τους Έλληνες να ζούνε χωρίς νόμους και να είναι σκόρπιοι εδώ και εκεί, να καταδυναστεύονται από τυράννους ή να χάνονται από αναρχία, και τους απάλλαξε από όλα τα κακά αυτά, άλλους αναλαμβάνοντας την προστασία τους και σ᾽ άλλους προβάλλοντας τον εαυτό της για υπόδειγμα ευνομούμενης πολιτείας· είναι γνωστό πως πρώτη αυτή καθιέρωσε νομοθεσία και διαμόρφωσε πολίτευμα δημοκρατικό. [40] Το αποδείχνει εύκολα το εξής γεγονός: Στα πανάρχαια χρόνια, όταν γίνονταν καταγγελίες για εγκλήματα και ήθελαν να λύσουν τις διαφορές τους με βάση τη λογική και όχι με τρόπο αυθαίρετο, στήριζαν πάντα την κρίση τους στις διατάξεις των δικών μας νόμων. Αλλά και από τις τέχνες, τόσο τις βιοποριστικές, όσο και αυτές που επινοήσαμε για την ψυχαγωγία μας, άλλες τις ανακάλυψε η πόλη μας και άλλες τις καλλιέργησε ακόμα πιο πολύ και τις παράδωσε στους άλλους να τις χρησιμοποιήσουν.
[41] Τους άλλους τομείς έπειτα της πολύπλευρης δραστηριότητάς της τους ρύθμισε με πνεύμα τόσο φιλόξενο και τόσο στοργικό για όλους, ώστε να προσαρμόζονται και σ᾽ αυτούς που έχουν ανάγκη από χρήματα και σε όσους θέλουν να απολαύσουν τα αγαθά τους· δεν ήταν άστοργη ούτε για όσους τους ευνόησε η τύχη ούτε για κείνους που δυστυχούσαν στον τόπο τους, αλλά εξασφάλισε στους πρώτους ευχάριστη και άνετη ζωή, στους άλλους πάλι σίγουρο καταφύγιο και ασφάλεια.
[42] Ακόμα είναι γνωστό πως κάθε χώρα βέβαια δεν παρουσιάζει αυτάρκεια σε όλα τα προϊόντα: Άλλα της λείπουν και άλλα τα έχει παραπάνω από τις ανάγκες της. Έτσι υπάρχει μέγα πρόβλημα πού να διαθέσει το περίσσευμα και από πού να κάνει εισαγωγή για τα άλλα. Και αυτό όμως το πρόβλημα η πόλη μας το αντιμετώπισε με τρόπο αποφασιστικό: Στη μέση της Ελλάδας έκαμε εμπορικό κέντρο τον Πειραιά, όπου συγκεντρώνονται τόσα προϊόντα, ώστε αυτά που είναι δύσκολο να τα προμηθευτείς καθένα και από τόπον άλλο, εδώ τα βρίσκεις εύκολα όλα συγκεντρωμένα.
[43] Σ᾽ αυτούς λοιπόν που καθιέρωσαν τις πανελλήνιες γιορτές ταιριάζει δίκαιος έπαινος. Μας κληροδότησαν το θαυμάσιο έθιμο να μαζευόμαστε όλοι μαζί στον ίδιο τόπο ύστερα από σπονδές και από διάλυση της έχθρας που μας χώριζε· να ενώνουμε κατόπιν τις προσευχές και τις θυσίες μας και να θυμόμαστε τους παλιούς συγγενικούς δεσμούς μας, να έχουμε πιο φιλική διάθεση στο μέλλον ο ένας για τον άλλο και τέλος να ανανεώνουμε τις παλιές φιλίες και να δημιουργούμε νέες. [44] Ούτε λοιπόν για τους κοινούς ανθρώπους ούτε και για τις προικισμένες φύσεις είναι άσκοπη η προσέλευση στις πανελλήνιες γιορτές, αφού οι τελευταίοι έχουν την ευκαιρία να επιδείξουν τα προσόντα τους μπροστά στο συγκεντρωμένο πλήθος των Ελλήνων και οι άλλοι μπορούν να τους καμαρώσουν που κάνουν μεταξύ τους αγώνα ευγενικό. Και όλοι είναι ευχαριστημένοι, αφού όλοι έχουν με τί να ικανοποιηθούν: Οι θεατές βλέπουν τους αθλητές να αγωνίζονται για χάρη τους και τούτοι πάλι σκέφτονται πως όλοι ήρθαν για να τους καμαρώσουν. Αφού λοιπόν τόσο καλό κάνουν σ᾽ εμάς οι πανελλήνιες συγκεντρώσεις, ήταν φυσικό να μη μείνει πίσω η πόλη μας ούτε και σ᾽ αυτές.
[45] Και πράγματι απόχτησε θεάματα πάρα πολλά και θαυμαστά, άλλα πολυτελή και πολυδάπανα, άλλα ονομαστά για την αξία τους την καλλιτεχνική και άλλα πάλι που συνδυάζουν και τα δυο. Και είναι τόσο το πλήθος των ανθρώπων που καταφθάνουν συνέχεια στην πόλη μας, ώστε, αν κάτι καλό υπάρχει στην επικοινωνία αυτή ανάμεσα στους ανθρώπους, και αυτό το απόλαυσε η πόλη μας. Πέρα από αυτά υπάρχει η δυνατότητα να βρει κανείς εδώ φίλους ειλικρινείς και συντροφιές κάθε λογής, να δει αγώνες δρόμου και σωματικής αλκής, αγώνες λόγου, πνεύματος και όλων των άλλων έργων του ανθρώπου, και για όλα αυτά τα πιο μεγάλα έπαθλα. [46] Γιατί, εκτός από όσα αθλοθετεί η ίδια, τα καταφέρνει να προσφέρουν και οι άλλες πόλεις της Ελλάδας· και αυτό γιατί όσα εμείς κρίνουμε άξια, αμέσως αποχτούν μια τέτοια φήμη, που τα αγαπάει όλος ο κόσμος. Ξέχωρα από αυτά οι άλλες πανελλήνιες συγκεντρώσεις γίνονται σε χρονικά διαστήματα αραιά και διαλύονται γρήγορα, ενώ η πόλη η δικιά μας είναι μια αδιάκοπη γιορτή για όσους φτάνουν σ᾽ αυτόν τον τόπο.
[47] Η πόλη μας δίδαξε επίσης ότι η καλλιέργεια του πνεύματος τα επινόησε και έδωσε μορφή σε όλα αυτά, μας έδωσε τα εφόδια να μεταφέρουμε τη θεωρία σε πράξη, γλύκανε τις σχέσεις μεταξύ μας, ξεχώρισε τις συμφορές σ᾽ αυτές που φέρνει η αμάθεια και αυτές που φέρνει η ανάγκη και μας έμαθε να φυλαγόμαστε από τις πρώτες και να αντιμετωπίζουμε με καρτερία τις άλλες. Η πόλη μας αναγνώρισε ακόμα την πρέπουσα αξία στην τέχνη του λόγου, που όλοι λαχταρούν να αποχτήσουν, φθονούν ωστόσο αυτούς που την κατέχουν. [48] Και αυτό γιατί έχει βαθιά επίγνωση πως είναι το μόνο φυσικό μας πλεονέκτημα απέναντι στα ζώα και ακριβώς αυτό είναι που μας κάνει να ξεχωρίζουμε από εκείνα σε όλες τις άλλες εκδηλώσεις μας· βλέπει καλά ότι η τύχη στις άλλες βέβαια πλευρές της ανθρώπινης δραστηριότητας είναι έτσι ιδιότροπη και άστατη, ώστε πολλές φορές δεν πετυχαίνουν στη ζωή οι μυαλωμένοι, ενώ τα καταφέρνουν οι ανόητοι, και μονάχα οι λόγοι που είναι καμωμένοι με ομορφιά και τέχνη δεν είναι δυνατό να βγουν από αμαθείς και άξεστους, παρά είναι δημιουργήματα πνευμάτων φωτεινών και προικισμένων. [49] Ξέρει ακόμα ότι οι καλλιεργημένοι και αυτοί που θεωρούνται άξεστοι σ᾽ αυτό το σημείο διαφέρουν μεταξύ τους βασικά, άλλα και όσοι ανατράφηκαν από την αρχή όπως ταιριάζει σε ελεύθερους δεν ξεχωρίζουν από την παλικαριά και από τα πλούτη τους και από άλλα τέτοια αγαθά· η ικανότητα στο λόγο είναι που τους προβάλλει και αποτελεί κατά κοινή ομολογία το αλάνθαστο κριτήριο για το βαθμό καλλιέργειας που διαθέτει ο καθένας· και όσοι χειρίζονται το λόγο με ικανότητα δεν έχουν δύναμη μόνο στον τόπο τους, αλλά και στα άλλα μέρη τους τιμούν.
[50] Τόσο πολύ ξεπέρασε η πόλη μας όλους τους άλλους στην πνευματική ανάπτυξη και στην τέχνη του λόγου, ώστε οι δικοί της μαθητές έγιναν δάσκαλοι στους άλλους· το όνομα πάλι Έλληνες κατόρθωσε να μη συμβολίζει πια την καταγωγή, αλλά την καλλιέργεια του πνεύματος, και Έλληνες να ονομάζονται πιο πολύ όσοι δέχτηκαν τον τρόπο της δικιάς μας αγωγής και μόρφωσης παρά αυτοί που έχουν την ίδια με εμάς καταγωγή.