ΤΣΑ. Σου αρέσει η... κακοπέραση, όπως βλέπω.
Στον Πισθέταιρο.
Κι εσένα; ΠΙΣ. Κάτι τέτοια. ΤΣΑ. Ποιά, να πούμε;
ΠΙΣ. Ωραίου παιδιού ανταμώνοντάς με ο κύρης
να παραπονεθεί σαν πειραγμένος:
«Τί φίλος είσ᾽ εσύ, βρε σφανταχτίδη;
140Βρήκες το γιο μου που έβγαινε λουσμένος
απ᾽ την παλαίστρα, και δεν του ᾽πες λέξη·
ούτε φιλί ούτε χάδι ή τίποτε άλλο.»
ΤΣΑ. Σκληραγωγίες σ᾽ αρέσουν, καημενούλη.
Λοιπόν, μια ευτυχισμένη πόλη υπάρχει
στης Ερυθράς της Θάλασσας την άκρη.
ΕΥΕ. Στη θάλασσα κοντά; Θεός φυλάξει!
Να στείλουν οι Αθηναίοι κανένα πλοίο
και να μας πάρουν πίσω; Ευχαριστώ.
Μια πόλη ελληνική δε βάζει ο νους σου;
ΤΣΑ. Δεν πάτε, λέω, στα Τρίκαλα; Είναι ωραία.
150ΕΥΕ. Καλά τα Τρίκαλα είναι, μα είναι τρία
καλά μονάχα, εμείς ποθούμε κι άλλα.
ΤΣΑ. Στα Μέγαρα να μείνετε μπορείτε.
ΕΥΕ. Θα μου άρεσε πολύ, πώς χτίζονται όμως
τα μέγαρα; Δεν είμαστε για τέτοια.
Εδώ η ζωή με τα πουλιά πώς είναι;
Εσύ την ξέρεις στα όλα της. ΤΣΑ. Δεν είναι
και δίχως χάρες, αν τη συνηθίσεις·
και πρώτο: περιττά τα πορτοφόλια.
ΕΥΕ. Απ᾽ τη ζωή πολλή καλπιά έτσι φεύγει.
ΤΣΑ. Άσπρο σουσάμι βόσκουμε στους κήπους,
160μύρτα και περπερήθρες και θυμάρι.
ΕΥΕ. Ζωή και κότα την περνάτε· μπράβο.
ΠΙΣ., σα να του ήρθε έμπνευση.
Μωρέ, μωρέ!
Μεγάλο σχέδιο ξεχωρίζω μέσα
στη φάρα των πουλιών και μια εξουσία
κατορθωτή, σ᾽ εμένα αν μπιστευτείτε.
ΤΣΑ. Να μπιστευτούμε; Και σε τί; ΠΙΣ. Γιά ακούστε.
Πρώτα πρώτα, να μη χαζοπετάτε
μια δω μια κει· δεν έχει αξιοπρέπεια
αυτή η δουλειά. Σκεφτείτε στων ανθρώπων
τις κοινωνίες τί γίνεται· αν ρωτήσεις
για κάποιον που μια δω μια κει γυρίζει
«βρε τί είν᾽ αυτός;», θα σου απαντήσουν· «όρνιο·
ένα φτερό στον άνεμο, μια σβούρα,
μια ανεμοδούρα· είν᾽ ένας δίχως βάση,
170άστατος, επιπόλαιος, χαζοπούλι».
|