ΚΟΠ. Αργίτης είμαι, αφού το θέλεις να το μάθεις,
και θα σου πω με τί σκοπό κι από ποιόν ήρθα.
Ο βασιλιάς των Μυκηνών εδώ με στέλνει
για να του πάγω τους ικέτες σου, κι έχω έρθει
έχοντας πλήθος δίκια να πω και να κάνω.
Θέλω να πάρω τους εγώ Αργίτης Αργίτες
140τσακώνοντάς τους απ᾽ τον τόπο μας φευγάτους,
με τους εκείθε νόμους αποφασισμένους
σε θάνατο· κι είναι στο χέρι μας, πολίτες
της ίδιας πόλης, ό,τι δίκη ανάμεσό μας
να κάνουμε. Κι εμείς γι᾽ αυτούς, που στις εστίες
και πολλών άλλωνε κατέφυγαν, τις ίδιες
απαιτήσεις προβάλαμεν, όμως κανένας
δεν τόλμησε για κέρδος των να κακοπάθει.
Αλλ᾽ είτε παίρνοντάς σε για μωρόν εδώ ᾽ρθαν
είτε μες στον χαμό τους ρίχνοντας στην τύχη
το αν να θα πετύχουν ή θα αποτύχουν· γιατί, αν σ᾽ είχαν
150για γνωστικό, δεν θενα ελπίζαν πως συ μόνο
απ᾽ όλη την Ελλάδα, όση έχουν γυρισμένη,
τις άσκεφτές των συφορές θα συμπονέσεις.
Γιά σύγκρινε ποιά θα ᾽χεις κέρδη αν τους κρατήσεις
εδώ κι αν τους πάρουμε μας επιτρέψεις!
Από τα μας νά τί αμοιβή θα λάβεις· του Άργους
τη συμμαχία, και του Ευρυσθέα τη δύναμη όλη
στην πολιτεία σου θα μπορέσεις να προσθέσεις.
Αλλ᾽ αν τους θρήνους αυτωνών και τα παρακάλια
κοιτάξεις και συγκινηθείς, τότε το πράμα
160στα όπλα θα φτάσει· γιατί μη φαντάζεσαι ότι
θ᾽ αφήσουμε απολέμητο αυτόν τον αγώνα.
Τί λόγους έχεις, ποιά χωράφια σού αφαιρέσαν,
τί σ᾽ έβλαψαν, που πόλεμο με τους Αργίτες
να πιάσεις; ή ποιούς συμμάχους σου θα βοηθήσεις;
Οι συμπολίτες σου θα σε κατηγορήσουν,
αν για έναν τάφο γέρικον —έτσι να πούμε—
και για τα παιδάκια ετούτα στο βούρκο πέσεις.
Το μόνο που θα πεις, πως πας με μιαν ελπίδα·
170αυτό ᾽ναι ανόητο μπρος στα τωρινά σου κέρδη·
τι τα παιδάκι᾽ αυτά κακά με τους Αργίτες
θα πολεμούν, όταν αυξήσουν, αν αυτό ᾽ναι
οπού φτερώνει την ψυχή σου· κι έπειτα είναι
πολύς καιρός για ως τότες. Άκουσέ με εμένα·
χωρίς να δώσεις τίποτες, αν μόνο αφήσεις
να πάρω τους δικούς μου, θα ᾽χεις τες Μυκήνες
δικές σου· και μην πάθεις ό,τι συνηθάτε:
ενώ σου δίνεται για φίλους να διαλέξεις
τους δυνατότερους, τους πιο αδύναμους πάρεις.
ΧΟΡ. Ποιός να δικάσ᾽ ή την αλήθεια να γνωρίσει
180θα μπόρειε, δίχως και τα δυο μέρη ν᾽ ακούσει;
|