ΣΤΟ ΑΡΤΕΜΙΣΙΟ (Κεφ 6 - 8) Μπροστά στον κίνδυνο των Μήδων [6.1] Όταν οι Μήδοι κατέβαιναν στην Ελλάδα και οι Αθηναίοι σκέφτονταν ποιόν να ορίσουν στρατηγό, λένε πως όλοι οι άλλοι μόνοι τους παραιτήθηκαν από τη στρατηγία, γιατί είχαν τρομάξει μπροστά στον κίνδυνο, και μόνο ο Επικύδης, ο γιος του Ευφημίδη, που ήταν πολιτικός ικανός στη ρητορική, μα λιγόψυχος και εύκολα μπορούσε να εξαγοραστεί με χρήμα, επιθυμούσε να αναλάβει την αρχηγία και είχε την πιθανότητα να επικρατήσει κατά την εκλογή. [6.2] Τότε ο Θεμιστοκλής φοβήθηκε ολοκληρωτική καταστροφή, αν η αρχηγία ανατεθεί σ᾽ εκείνον και λένε ότι μπροστά σ᾽ αυτό τον κίνδυνο αγόρασε με χρήματα από τον Επικύδη τη φιλοδοξία του (για τη στρατηγία). [6.3] Πολλοί επαινούν και αυτό που έκαμε στο διερμηνέα που ήταν μαζί μ᾽ εκείνους τους οποίους έστειλε ο βασιλιάς, για να ζητήσουν «χώμα και νερό». [6.4] Δηλαδή, έπιασε το διερμηνέα και με ψήφισμα τον καταδίκασε σε θάνατο, γιατί τόλμησε να δανείσει την ελληνική γλώσσα σε βαρβαρικές προσταγές. Ακόμη επαινούν και αυτό που έκαμε στον Άρθμιο το Ζελείτη· με πρόταση του Θεμιστοκλή και αυτόν και τα παιδιά του και τους απογόνους του τους έγραψαν στον κατάλογο των «ατιμασμένων» πολιτών, γιατί έφερε χρυσάφι από τους Μήδους στους Έλληνες. [6.5] Αλλά το πιο αξιόλογο από όλα τα έργα του Θεμιστοκλή είναι ότι κατάργησε τους ελληνικούς πολέμους και συμφιλίωσε τις πόλεις μεταξύ τους, πείθοντας τους Έλληνες να αναβάλουν τις έχθρες τους εξαιτίας του πολέμου των Περσών: Σ᾽ αυτό λένε ότι πολύ τον βοήθησε και ο Χείλεος από την Αρκαδία. Ο ελληνικός στόλος στο Αρτεμίσιο [7.1] Όταν πήρε στα χέρια του την αρχηγία ο Θεμιστοκλής, αμέσως άρχισε να επιβιβάζει τους πολίτες στα πλοία και προσπαθούσε να τους πείσει να αφήσουν την πόλη και να πάνε όσο γίνεται πιο μακριά από την Ελλάδα, για να αντιμετωπίσουν τους βαρβάρους στη θάλασσα. [7.2] Επειδή όμως πολλοί ήταν αντίθετοι στο σχέδιο τούτο, οδήγησε πολυάριθμο στράτευμα στα Τέμπη μαζί με τους Λακεδαιμονίους, με το σκοπό να αγωνιστεί εκεί για την υπεράσπιση της Θεσσαλίας, που τότε, δε φαινόταν ακόμη να κλίνει προς το μέρος των Μήδων. Αλλά γύρισαν απ᾽ εκεί χωρίς καμιάν επιτυχία. Στο μεταξύ οι Θεσσαλοί προσχώρησαν στο βασιλιά των Περσών και μαζί μ᾽ αυτούς πήγαν με το μέρος των Μήδων όλες οι πόλεις ώς τη Βοιωτία. Από τότε πια οι Αθηναίοι άρχισαν να δίνουν μεγαλύτερη προσοχή στη γνώμη του Θεμιστοκλή για τη θάλασσα και τον στέλνουν μαζί με πλοία στο Αρτεμίσιο, για να φυλάξει τα στενά. [7.3] Εκεί οι άλλοι Έλληνες ζητούσαν να αναλάβουν την αρχηγία του ελληνικού στόλου ο Ευρυβιάδης και οι Λακεδαιμόνιοι, ενώ αντίθετα οι Αθηναίοι, που υπερτερούσαν στο πλήθος των πλοίων σχεδόν όλους τους άλλους Έλληνες μαζί, δεν το θεωρούσαν σωστό να ακολουθούν άλλους. Ο Θεμιστοκλής όμως, επειδή κατάλαβε τον κίνδυνο, και ο ίδιος παραχώρησε την αρχηγία του στόλου στον Ευρυβιάδη και καθησύχαζε τους Αθηναίους δίνοντας την υπόσχεση ότι, αν φανούν γενναίοι στον πόλεμο, θα κάμει τους Έλληνες να πείθονται σ᾽ αυτούς θεληματικά στο μέλλον. [7.4] Γι᾽ αυτό κυρίως ο Θεμιστοκλής μπορεί να θεωρηθεί σαν ο πρωτεργάτης της σωτηρίας των Ελλήνων και με αυτό προπάντων κατόρθωσε να αποχτήσουν οι Αθηναίοι τη φήμη ότι νίκησαν τους εχθρούς με την αντρεία τους και τους συμμάχους με τη φρόνησή τους. [7.5] Στο μεταξύ, όταν ο βαρβαρικός στόλος αγκυροβόλησε στις Αφετές, ο Ευρυβιάδης τρόμαξε από το πλήθος των πλοίων που έβλεπε απέναντί του. Και, επειδή είχε την πληροφορία ότι άλλα διακόσια πλοία έπλεαν στ᾽ ανοιχτά γύρω από τη Σκίαθο, ήθελε να έρθει όσο μπορούσε πιο γρήγορα στην ηπειρωτική Ελλάδα, να προσορμιστεί στην Πελοπόννησο και να περιφρουρήσει τον πεζικό στρατό με τα πλοία του, γιατί νόμιζε πως η ναυτική δύναμη των Περσών ήταν ακατανίκητη. Τότε οι Ευβοείς, επειδή φοβήθηκαν μήπως οι Έλληνες τους εγκαταλείψουν, ήρθαν κρυφά σε συνεννόηση με το Θεμιστοκλή και έστειλαν κάποιον Πελάγοντα με πολλά χρήματα να συναντηθεί μαζί του. [7.6] Τα χρήματα αυτά ο Θεμιστοκλής τα πήρε, καθώς αναφέρει ο Ηρόδοτος στην ιστορία του, και τα έδωσε σε ανθρώπους του Ευρυβιάδη. Επειδή όμως από όλους τους Αθηναίους πιο επίμονα εναντιωνόταν στα σχέδιά του ο Αρχιτέλης, που ήταν τριήραρχος στο ιερό πλοίο και ετοιμαζόταν να φύγει από εκεί, γιατί δεν είχε χρήματα να δώσει στους ναύτες του, ο Θεμιστοκλής ερέθιζε ακόμη περισσότερο την οργή των ναυτών εναντίον του, ώς το σημείο που να τρέξουν όλοι μαζί και να του αρπάξουν το δείπνο του. [7.7] Και τη στιγμή αυτή που ο Αρχιτέλης ήταν στενοχωρημένος και αγαναχτισμένος απ᾽ αυτό που έγινε, του έστειλε ο Θεμιστοκλής μέσα σ᾽ ένα καλάθι, ψωμί και κρέας για δείπνο, βάζοντας κάτω απ᾽ αυτά ένα ασημένιο τάλαντο και του παράγγειλε να δειπνήσει για την ώρα, και την άλλη μέρα να φροντίσει για τους ναύτες του, ειδάλλως θα φωνάξει δυνατά να το ακούσουν όλοι όσοι ήταν εκεί, πως τάχα πήρε χρήματα από τους εχθρούς. Αυτά λέει ο Φανίας από τη Λέσβο.
|