Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΑΡΡΙΑΝΟΣ

Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις (2.20.1-2.20.8)

[2.20.1] Ἐν τούτῳ δὲ Γηρόστρατός τε ὁ Ἀράδου βασιλεὺς καὶ Ἔνυλος ὁ Βύβλου ὡς ἔμαθον τὰς πόλεις σφῶν ὑπ᾽ Ἀλεξάνδρου ἐχομένας, ἀπολιπόντες Αὐτοφραδάτην τε καὶ τὰς ξὺν αὐτῷ νέας παρ᾽ Ἀλέξανδρον ξὺν τῷ ναυτικῷ τῷ σφετέρῳ ἀφίκοντο καὶ αἱ τῶν Σιδωνίων τριήρεις σὺν αὐτοῖς, ὥστε Φοινίκων μὲν νῆες ὀγδοήκοντα μάλιστα αὐτῷ παρεγένοντο. [2.20.2] ἧκον δὲ ἐν ταῖς αὐταῖς ἡμέραις καὶ ἐκ Ῥόδου τριήρεις ἥ τε περίπολος καλουμένη καὶ ξὺν ταύτῃ ἄλλαι ἐννέα, καὶ ἐκ Σόλων καὶ Μαλλοῦ τρεῖς καὶ Λύκιαι δέκα, ἐκ Μακεδονίας δὲ πεντηκόντορος, ἐφ᾽ ἧς Πρωτέας ὁ Ἀνδρονίκου ἐπέπλει. [2.20.3] οὐ πολλῷ δὲ ὕστερον καὶ οἱ τῆς Κύπρου βασιλεῖς ἐς τὴν Σιδῶνα κατέσχον ναυσὶν ἑκατὸν μάλιστα καὶ εἴκοσιν, ἐπειδὴ τήν τε ἧσσαν τὴν κατ᾽ Ἰσσὸν Δαρείου ἐπύθοντο καὶ ἡ Φοινίκη πᾶσα ἐχομένη ἤδη ὑπὸ Ἀλεξάνδρου ἐφόβει αὐτούς. καὶ τούτοις πᾶσιν ἔδωκεν Ἀλέξανδρος ἄδειαν τῶν πρόσθεν, ὅτι ὑπ᾽ ἀνάγκης μᾶλλόν τι ἢ κατὰ γνώμην τὴν σφῶν ἐδόκουν ξυνταχθῆναι τοῖς Πέρσαις ἐς τὸ ναυτικόν.
[2.20.4] Ἐν ᾧ δὲ αἵ τε μηχαναὶ αὐτῷ ξυνεπήγνυντο καὶ αἱ νῆες ὡς εἰς ἐπίπλουν τε καὶ ναυμαχίας ἀπόπειραν ἐξηρτύοντο, ἐν τούτῳ δὲ ἀναλαβὼν τῶν τε ἱππέων ἴλας ἔστιν ἃς καὶ τοὺς ὑπασπιστὰς καὶ τοὺς Ἀγριᾶνάς τε καὶ τοὺς τοξότας ἐπ᾽ Ἀραβίας στέλλεται εἰς τὸν Ἀντιλίβανον καλούμενον τὸ ὄρος· [2.20.5] καὶ τὰ μὲν βίᾳ τῶν ταύτῃ ἐξελών, τὰ δὲ ὁμολογίᾳ παραστησάμενος ἐν δέκα ἡμέραις ἐπανῆγεν ἐς τὴν Σιδῶνα, καὶ καταλαμβάνει Κλέανδρον τὸν Πολεμοκράτους ἐκ Πελοποννήσου ἥκοντα καὶ ξὺν αὐτῷ μισθοφόρους Ἕλληνας ἐς τετρακισχιλίους.
[2.20.6] Ὡς δὲ συνετέτακτο αὐτῷ τὸ ναυτικόν, ἐπιβιβάσας τοῖς καταστρώμασι τῶν ὑπασπιστῶν ὅσοι ἱκανοὶ ἐδόκουν ἐς τὸ ἔργον, εἰ μὴ διέκπλοις μᾶλλόν τι ἢ ἐν χερσὶν ἡ ναυμαχία γίγνοιτο, ἄρας ἐκ τῆς Σιδῶνος ἐπέπλει τῇ Τύρῳ ξυντεταγμέναις ταῖς ναυσίν, αὐτὸς μὲν κατὰ τὸ δεξιὸν κέρας, ὃ δὴ ἐς τὸ πέλαγος αὐτῷ ἀνεῖχε, καὶ ξὺν αὐτῷ οἵ τε Κυπρίων βασιλεῖς καὶ ὅσοι Φοινίκων, πλὴν Πνυταγόρου. οὗτος δὲ καὶ Κρατερὸς τὸ εὐώνυμον κέρας εἶχον τῆς πάσης τάξεως. [2.20.7] τοῖς δὲ Τυρίοις πρότερον μὲν ναυμαχεῖν ἐγνωσμένον ἦν, εἰ κατὰ θάλασσαν ἐπιπλέοι σφίσιν Ἀλέξανδρος, τότε δὲ πλῆθος νεῶν πολὺ ἀπροσδοκήτως κατιδόντες (οὐ γάρ πω πεπυσμένοι ἦσαν τάς τε Κυπρίων ναῦς καὶ τὰς Φοινίκων ξυμπάσας Ἀλέξανδρον ἔχοντα) [2.20.8] καὶ ἅμα ξυντεταγμένως τοῦ ἐπίπλου γιγνομένου (ὀλίγον γὰρ πρὶν προσχεῖν τῇ πόλει ἀνεκώχευσαν ἔτι πελάγιαι αἱ ξὺν Ἀλεξάνδρῳ νῆες, εἴ πως ἄρα ἐς ναυμαχίαν τοὺς Τυρίους προκαλέσαιντο, ἔπειτα οὕτως ξυνταξάμενοι, ὡς οὐκ ἀντανήγοντο, πολλῷ τῷ ῥοθίῳ ἐπέπλεον) — ταῦτα ὁρῶντες οἱ Τύριοι ναυμαχεῖν μὲν ἀπέγνωσαν, τριήρεσι δὲ ὅσας τῶν λιμένων τὰ στόματα ἐδέχοντο βύζην τὸν ἔσπλουν φραξάμενοι ἐφύλασσον, ὡς μὴ ἐς τῶν λιμένων τινὰ ἐγκαθορμισθῆναι τῶν πολεμίων τὸν στόλον.

[2.20.1] Στο μεταξύ ο Γηρόστρατος, ο βασιλιάς της Αράδου, και ο Ένυλος, ο βασιλιάς της Βύβλου, μόλις πληροφορήθηκαν ότι οι πόλεις τους κατέχονται από τον Αλέξανδρο, εγκατέλειψαν τον Αυτοφραδάτη και τα πλοία του και παρουσιάστηκαν στον Αλέξανδρο έχοντας μαζί τους και τον στόλο τους· μαζί τους παραδόθηκαν και τα πολεμικά πλοία της Σιδώνας, ώστε συνολικά ογδόντα περίπου φοινικικά πλοία προσχώρησαν στον Αλέξανδρο. [2.20.2] Κατά τις ίδιες μέρες κατέφθασαν και πολεμικά πλοία από τη Ρόδο, και η λεγόμενη περίπολος και μαζί με αυτήν άλλα εννέα πλοία· κατέπλευσαν επίσης τρία πλοία από τους Σόλους και τη Μαλλό, δέκα από τη Λυκία και μια πεντηκόντορος από τη Μακεδονία με κυβερνήτη τον Πρωτέα, τον γιο του Ανδρόνικου. [2.20.3] Μετά από λίγο κατέπλευσαν στη Σιδώνα και οι βασιλείς της Κύπρου με εκατόν είκοσι περίπου πολεμικά πλοία τους, επειδή πληροφορήθηκαν την ήττα του Δαρείου στην Ισσό και φοβήθηκαν, μιας και ολόκληρη η Φοινίκη βρισκόταν πια στην εξουσία του Αλεξάνδρου. Όλους αυτούς τους συγχώρεσε ο Αλέξανδρος για την προηγούμενη στάση τους, γιατί έδιναν την εντύπωση ότι από ανάγκη μάλλον παρά θεληματικά είχαν υποστηρίξει τους Πέρσες στον κατά θάλασσαν αγώνα τους.
[2.20.4] Ενώ κατασκευάζονταν οι μηχανές και ετοιμάζονταν τα πλοία να επιτεθούν στον εχθρό και να συνάψουν μαζί του ναυμαχία, ο Αλέξανδρος επιχείρησε εκστρατεία στην Αραβία, στο βουνό που ονομάζεται Αντιλίβανος, παίρνοντας μαζί του μερικές ίλες ιππικού, τους υπασπιστές, τους Αγριάνες και τους τοξότες. [2.20.5] Και αφού άλλα μέρη της περιοχής υπέταξε με τα όπλα και άλλα του παραδόθηκαν μετά από συμφωνία, επέστρεψε μέσα σε δέκα μέρες στη Σιδώνα, όπου βρήκε τον Κλέανδρο, τον γιο του Πολεμοκράτη, ο οποίος είχε έρθει από την Πελοπόννησο με τέσσερις χιλιάδες περίπου Έλληνες μισθοφόρους.
[2.20.6] Όταν συμπληρώθηκαν οι ετοιμασίες του στόλου του, επιβίβασε στα καταστρώματα των πλοίων όσους υπασπιστές νόμισε αρκετούς για την επιχείρηση, με την προϋπόθεση ότι η ναυμαχία μάλλον δεν θα γινόταν με διάσπαση της γραμμής των εχθρικών πλοίων, αλλά με συμπλοκή των ανδρών σώμα με σώμα· ξεκίνησε λοιπόν από τη Σιδώνα και άρχισε να πλέει προς την Τύρο με τα πλοία του συνταγμένα σε παράταξη μάχης. Ο ίδιος ανέλαβε τη διοίκηση της δεξιάς πτέρυγας που εκτεινόταν προς το πέλαγος, έχοντας μαζί του τους βασιλείς της Κύπρου και όλους τους Φοίνικες, εκτός από τον Πνυταγόρα· ο τελευταίος μαζί με τον Κρατερό ανέλαβε τη διοίκηση της αριστερής πτέρυγας όλης της παρατάξεως. [2.20.7] Οι Τύριοι είχαν προηγουμένως αποφασίσει να ναυμαχήσουν, αν ο Αλέξανδρος ενεργούσε εναντίον τους επίθεση κατά θάλασσαν. Τότε όμως παρατήρησαν απροσδόκητα τον μεγάλο αριθμό των εχθρικών πλοίων (γιατί δεν είχαν ακόμη μάθει ότι ο Αλέξανδρος είχε υπό την εξουσία του τα κυπριακά και όλα τα φοινικικά πλοία) [2.20.8] και συγχρόνως αντιλήφθηκαν ότι η επίθεση από τη θάλασσα γινόταν με τάξη (γιατί πράγματι τα πλοία του Αλεξάνδρου, λίγο πριν πλησιάσουν την πόλη και ενώ ακόμη ήταν στ᾽ ανοιχτά, σταμάτησαν να πλέουν, μήπως και προκαλέσουν τους Τυρίους σε ναυμαχία, και έπειτα, επειδή οι Τύριοι δεν έβγαιναν στ᾽ ανοιχτά, άρχισαν, παραταγμένα όπως ήταν, να πλέουν εναντίον τους με μεγάλη ταχύτητα). Όταν παρατήρησαν όλα αυτά οι Τύριοι, αποφάσισαν να μην ναυμαχήσουν, έφραξαν όμως την είσοδο των λιμανιών τοποθετώντας στα στόμιά τους όσα πολεμικά πλοία τους χωρούσαν το ένα κοντά στο άλλο και παραφύλαγαν να μην εισχωρήσει ο εχθρικός στόλος σε κανένα από αυτά.