Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΠΙΝΔΑΡΟΣ

Ὀλυμπιονίκαις (14.1-14.24)


ΟΛΥΜΠΙΟΝΙΚΟΣ XIV

ΑΣΩΠΙΧΩΙ ΟΡΧΟΜΕΝΙΩΙ ΣΤΑΔΙΕΙ


Καφισίων ὑδάτων [στρ. α]
λαχοῖσαι αἵτε ναίετε καλλίπωλον ἕδραν,
ὦ λιπαρᾶς ἀοίδιμοι βασίλειαι
Χάριτες Ἐρχομενοῦ, παλαιγόνων Μινυᾶν ἐπίσκοποι,
5κλῦτ᾽, ἐπεὶ εὔχομαι· σὺν γὰρ ὑμῖν τά ‹τε› τερπνὰ καί
τὰ γλυκέ᾽ ἄνεται πάντα βροτοῖς,
εἰ σοφός, εἰ καλός, εἴ τις ἀγλαὸς ἀνήρ.
οὐδὲ γὰρ θεοὶ σεμνᾶν Χαρίτων ἄτερ
κοιρανέοντι χοροὺς
οὔτε δαῖτας· ἀλλὰ πάντων ταμίαι
10ἔργων ἐν οὐρανῷ, χρυσότοξον θέμεναι πάρα
Πύθιον Ἀπόλλωνα θρόνους,
αἰέναον σέβοντι πατρὸς Ὀλυμπίοιο τιμάν.

‹ὦ› πότνι᾽ Ἀγλαΐα [στρ. β]
φιλησίμολπέ τ᾽ Εὐφροσύνα, θεῶν κρατίστου
15παῖδες, ἐπακοοῖτε νῦν, Θαλία τε
ἐρασίμολπε, ἰδοῖσα τόνδε κῶμον ἐπ᾽ εὐμενεῖ τύχᾳ
κοῦφα βιβῶντα· Λυδῷ γὰρ Ἀσώπιχον ἐν τρόπῳ
ἐν μελέταις τ᾽ ἀείδων ἔμολον,
οὕνεκ᾽ Ὀλυμπιόνικος ἁ Μινύεια
20σεῦ ἕκατι. μελαντειχέα νῦν δόμον
Φερσεφόνας ἔλθ᾽, Ἀ-
χοῖ, πατρὶ κλυτὰν φέροισ᾽ ἀγγελίαν,
Κλεόδαμον ὄφρ᾽ ἰδοῖσ᾽, υἱὸν εἴπῃς ὅτι οἱ νέαν
κόλποις παρ᾽ εὐδόξοις Πίσας
24ἐστεφάνωσε κυδίμων ἀέθλων πτεροῖσι χαίταν.


ΟΛΥΜΠΙΟΝΙΚΟΣ ΙΔ᾽

ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΣΩΠΙΧΟ ΑΠΟ ΤΟΝ ΟΡΧΟΜΕΝΟ

ΝΙΚΗΤΗ ΣΕ ΑΓΩΝΑ ΔΡΟΜΟΥ


Σεις που τα ύδατα σας έλαχαν του Κηφισού [στρ. α]
και που τη χώρα κατοικείτε με τα ωραία άλογα,
ω Χάριτες, βασίλισσες πολυτραγουδισμένες
του πλουτοφόρου Ορχομενού, προστάτισσες των αρχαίων Μινυών,
5την προσευχή μου εισακούστε· γιατί με τη βοήθεια τη δική σας
πάντα όλα τα τερπνά και
τα ευφρόσυνα όλα προσφέρονται του ανθρώπου: η σοφία,
η ομορφιά κι η δόξα.
Γιατί ακόμα κι οι θεοί χωρίς τις Χάριτες τις σεπτές
δεν στήνουν τραγούδι και ευωχία,
αλλ᾽ αυτές στον ουρανό το καθετί φροντίζουν·
10στημένους έχουνε κοντά
στον χρυσότοξο Πύθιο Απόλλωνα τους θρόνους
και προσκυνούν παντοτινά του Ολύμπιου του πατέρα τους τη δόξα.

Ω σεβαστή Αγλαΐα, [στρ. β]
και συ, Ευφροσύνη, που η μουσική σ᾽ αρέσει,
κόρες του πιο μεγάλου των θεών,
15ακούστε με, και συ, Θάλεια, που λατρεύεις τα τραγούδια,
δες καλόγνωμα την εγκωμιαστική συντροφιά
που ανάλαφρα προβαίνει, τώρα ήρθαν τώρα ευνοϊκά. Γιατ᾽ ήρθα
τον Ασώπιχο να υμνήσω
σε μέλος λυδικό και φροντισμένους στίχους,
αφού η Μινύα έγινε Ολυμπιονίκης
20χάρη σε σένα. Και τώρα, Ηχώ, στης Περσεφόνης πήγαινε
τα μαυροτειχισμένα τα παλάτια, τη δοξασμένη είδηση
να φέρεις στον πατέρα του,
πήγαινε τον Κλεόδομο να βρεις και να του πεις
ότι στην πολυτίμητη της Πίσας χώρα
με τα φτερά των δοξασμένων άθλων τη νεαρή στεφάνωσαν
του γιου του κόμη.