Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΞΕΝΟΦΩΝ

Οἰκονομικός (20.13-20.21)


[20.13] Εἰ δέ τις παντάπασιν ἀγνὼς εἴη τί δύναται φέρειν ἡ γῆ, καὶ μήτε ἰδεῖν ἔχοι καρπὸν μηδὲ φυτὸν αὐτῆς, μήτε ὅτου ἀκούσαι τὴν ἀλήθειαν περὶ αὐτῆς ἔχοι, οὐ πολὺ μὲν ῥᾷον γῆς πεῖραν λαμβάνειν παντὶ ἀνθρώπῳ ἢ ἵππου, πολὺ δὲ ῥᾷον ἢ ἀνθρώπου; οὐ γὰρ ἔστιν ὅ τι ἐπὶ ἀπάτῃ δείκνυσιν, ἀλλ᾽ ἁπλῶς ἅ τε δύναται καὶ ἃ μὴ σαφηνίζει τε καὶ ἀληθεύει. [20.14] δοκεῖ δέ μοι ἡ γῆ καὶ τοὺς κακούς τε καὶ ἀργοὺς τῷ εὔγνωστα καὶ εὐμαθῆ πάντα παρέχειν ἄριστα ἐξετάζειν. οὐ γὰρ ὥσπερ τὰς ἄλλας τέχνας τοῖς μὴ ἐργαζομένοις ἔστι προφασίζεσθαι ὅτι οὐκ ἐπίστανται, γῆν δὲ πάντες οἴδασιν ὅτι εὖ πάσχουσα εὖ ποιεῖ· [20.15] ἀλλ᾽ ἡ ἐν γῇ ἀργία ἐστὶ σαφὴς ψυχῆς κατήγορος κακῆς. ὡς μὲν γὰρ ἂν δύναιτο ἄνθρωπος ζῆν ἄνευ τῶν ἐπιτηδείων, οὐδεὶς τοῦτο αὐτὸς αὑτὸν πείθει· ὁ δὲ μήτε ἄλλην τέχνην χρηματοποιὸν ἐπιστάμενος μήτε γεωργεῖν ἐθέλων φανερὸν ὅτι κλέπτων ἢ ἁρπάζων ἢ προσαιτῶν διανοεῖται βιοτεύειν, ἢ παντάπασιν ἀλόγιστός ἐστι.
[20.16] Μέγα δὲ ἔφη διαφέρειν εἰς τὸ λυσιτελεῖν γεωργίαν καὶ μὴ λυσιτελεῖν, ὅταν ὄντων ἐργαστήρων καὶ πλεόνων ὁ μὲν ἔχῃ τινὰ ἐπιμέλειαν ὡς τὴν ὥραν αὐτῷ ἐν τῷ ἔργῳ οἱ ἐργάται ὦσιν, ὁ δὲ μὴ ἐπιμελῆται τούτου. ῥᾳδίως γὰρ ἀνὴρ εἷς παρὰ τοὺς δέκα διαφέρει τῷ ἐν ὥρᾳ ἐργάζεσθαι, καὶ ἄλλος γε ἀνὴρ διαφέρει τῷ πρὸ τῆς ὥρας ἀπιέναι. [20.17] τὸ δὲ δὴ ἐᾶν ῥᾳδιουργεῖν δι᾽ ὅλης τῆς ἡμέρας τοὺς ἀνθρώπους ῥᾳδίως τὸ ἥμισυ διαφέρει τοῦ ἔργου παντός. [20.18] ὥσπερ καὶ ἐν ταῖς ὁδοιπορίαις παρὰ στάδια διακόσια ἔστιν ὅτε τοῖς ἑκατὸν σταδίοις διήνεγκαν ἀλλήλων ἄνθρωποι τῷ τάχει, ἀμφότεροι καὶ νέοι ὄντες καὶ ὑγιαίνοντες, ὅταν ὁ μὲν πράττῃ ἐφ᾽ ᾧπερ ὥρμηται, βαδίζων, ὁ δὲ ῥᾳστωνεύῃ τῇ ψυχῇ καὶ παρὰ κρήναις καὶ ὑπὸ σκιαῖς ἀναπαυόμενός τε καὶ θεώμενος καὶ αὔρας θηρεύων μαλακάς. [20.19] οὕτω δὲ καὶ ἐν τοῖς ἔργοις πολὺ διαφέρουσιν εἰς τὸ ἁνύτειν οἱ πράττοντες ἐφ᾽ ᾧπερ τεταγμένοι εἰσί, καὶ οἱ μὴ πράττοντες ἀλλ᾽ εὑρίσκοντες προφάσεις τοῦ μὴ ἐργάζεσθαι καὶ ἐώμενοι ῥᾳδιουργεῖν. [20.20] τὸ δὲ δὴ †καὶ τὸ καλῶς ἐργάζεσθαι ἢ κακῶς† ἐπιμελεῖσθαι, τοῦτο δὴ τοσοῦτον διαφέρει ὅσον ἢ ὅλως ἐργάζεσθαι ἢ ὅλως ἀργὸν εἶναι. ὅταν σκαπτόντων, ἵνα ὕλης καθαραὶ αἱ ἄμπελοι γένωνται, οὕτω σκάπτωσιν ὥστε πλείω καὶ καλλίω τὴν ὕλην γίγνεσθαι, πῶς τοῦτο οὐκ ἀργὸν ἂν φήσαις εἶναι; [20.21] τὰ οὖν συντρίβοντα τοὺς οἴκους πολὺ μᾶλλον ταῦτά ἐστιν ἢ αἱ λίαν ἀνεπιστημοσύναι. τὸ γὰρ τὰς μὲν δαπάνας χωρεῖν ἐντελεῖς ἐκ τῶν οἴκων, τὰ δὲ ἔργα μὴ τελεῖσθαι λυσιτελούντως πρὸς τὴν δαπάνην, ταῦτα οὐκέτι δεῖ θαυμάζειν ἐὰν ἀντὶ τῆς περιουσίας ἔνδειαν παρέχηται.


[20.13] Αν κανείς δεν γνωρίζει καθόλου τί μπορεί να παράγει η γη και δεν μπορούσε να δει ούτε τον καρπό ούτε και το φυτό της, και δεν μπορούσε από κανέναν ν᾽ ακούσει την αλήθεια γι᾽ αυτό, δεν είναι πιο εύκολο για τον καθένα να μαθαίνει τις ιδιότητες της γης παρά τις ιδιότητες του αλόγου, και πολύ ευκολότερο από ό,τι τις ιδιότητες ενός ανθρώπου; Γιατί δεν υπάρχει κάτι που το δείχνει η γη με σκοπό να εξαπατήσει κάποιον, αλλά απλά όσα μπορεί να παράγει και όσα δεν μπορεί τα βγάζει στο φανερό χωρίς να λέει ψέματα. [20.14] Μου φαίνεται ακόμα ότι η γη, με όλες τις ενδείξεις, που τόσο εύκολα μπορεί να ξεχωρίζουμε και να καταλαβαίνουμε, επιτρέπει να διακρίνουμε πολύ καθαρά τους ανθρώπους που αξίζουν κάτι από αυτούς που δεν αξίζουν τίποτε. Είναι δυνατό βέβαια να προφασίζονται όσοι δεν την καλλιεργούν ότι δεν τη γνωρίζουν, όπως συμβαίνει με όσους εργάζονται σε άλλη τέχνη, αλλά όλοι δα ξέρουν για τη γη ότι όταν ευεργετείται ανταποδίδει την ευεργεσία. [20.15] Αντίθετα, η τεμπελιά στη γεωργία είναι πραγματικός κατήγορος μιας απρόθυμης ψυχής. Κανείς δεν μπορεί να πείσει τον εαυτό του γι᾽ αυτό, ότι δηλαδή μπορεί να ζει ο άνθρωπος χωρίς τα απαραίτητα. Αυτός όμως που δεν γνωρίζει άλλη τέχνη προσοδοφόρα και δεν θέλει να καλλιεργεί τη γη είναι φανερό ότι σκέφτεται να περάσει τη ζωή του κλέβοντας ή αρπάζοντας ή επαιτώντας ή είναι ολωσδιόλου ασυλλόγιστος.
[20.16] Υπάρχει μεγάλη διαφορά στο να ωφελεί ή να μην ωφελεί η γεωργία, όταν, αν και υπάρχουν εργάτες και μάλιστα αρκετοί, άλλος φροντίζει πώς να είναι στην ώρα τους οι εργάτες, ενώ άλλος δεν το φροντίζει. Γιατί εύκολα ένας άνδρας με το να εργάζεται στην ώρα του κάνει δουλειά για δέκα, και ένας άλλος διαφέρει με το να φεύγει πριν από την ώρα του. [20.17] Το να επιτρέψει κανείς όλη τη μέρα στους εργάτες του να τεμπελιάζουν δημιουργεί εύκολα τη διαφορά ανάμεσα στο μισοτελειωμένο από το ολοκληρωμένο έργο. [20.18] Όπως και στις οδοιπορίες διακοσίων σταδίων μερικές φορές ο ένας υπερτερεί από έναν άλλο κατά εκατό στάδια, αν και είναι και οι δύο νέοι και υγιείς, όταν ο ένας κάνει το καθήκον για το οποίο έχει διάθεση βαδίζοντας, ενώ ο άλλος είναι ράθυμος στην ψυχή και αναπαύεται κοντά στη βρύση και κάτω από σκιές και θαυμάζει τη φύση και κυνηγά στον δρόμο του τις δροσερές αύρες. [20.19] Έτσι συμβαίνει και στις εργασίες των αγρών, στην πραγματοποίησή τους διαφέρουν πολύ αυτοί που εκτελούν το έργο για το οποίο είναι ταγμένοι, ενώ οι άλλοι δεν κάνουν τίποτε άλλο παρά βρίσκουν και προφάσεις ώστε να μην εργάζονται και να είναι ελεύθεροι να τεμπελιάζουν. [20.20] Το να φροντίζει λοιπόν κάποιος πώς θα εργάζεται κακά ή καλά, αυτό τόσο διαφέρει όσο το να είναι αφοσιωμένος στην εργασία του ή να μην κάνει τίποτε απολύτως. Για παράδειγμα, αν, όταν σκάβουν τη γη εργάτες για να είναι τα αμπέλια καθαρά από αγριόχορτα, έτσι σκάβουν ώστε να γίνονται τα αγριόχορτα περισσότερα και ωραιότερα, πώς δεν θα πεις ότι αυτή η εργασία είναι αργία; [20.21] Επομένως, αυτά είναι που καταστρέφουν τα νοικοκυριά πολύ περισσότερο από ό,τι η μεγάλη άγνοια. Γιατί, αν γίνονται οι δαπάνες από τους υπεύθυνους ενός νοικοκυριού στην εντέλεια, αλλά δεν γίνονται οι εργασίες που θα καλύψουν επωφελώς τις δαπάνες, τότε δεν πρέπει να απορεί κανείς αν αντί για περίσσευμα ο “οίκος” έχει χρεοκοπία.