Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ

Βάτραχοι (1451-1481)


ΔΙ. εὖ γ᾽, ὦ Παλάμηδες, ὦ σοφωτάτη φύσις.
ταυτὶ πότερ᾽ αὐτὸς ηὗρες ἢ Κηφισοφῶν;
ΕΥ. ἐγὼ μόνος· τὰς δ᾽ ὀξίδας Κηφισοφῶν.
ΔΙ. τί δαὶ σύ; τί λέγεις; AΙ. τὴν πόλιν νῦν μοι φράσον
1455πρῶτον τίσι χρῆται· πότερα τοῖς χρηστοῖς; ΔΙ. πόθεν;
μισεῖ κάκιστα, τοῖς πονηροῖς δ᾽ ἥδεται.
ΑΙ. οὐ δῆτ᾽ ἐκείνη γ᾽, ἀλλὰ χρῆται πρὸς βίαν.
πῶς οὖν τις ἂν σώσειε τοιαύτην πόλιν,
ᾗ μήτε χλαῖνα μήτε σισύρα ξυμφέρει;
1460ΔΙ. εὕρισκε νὴ Δί᾽, εἴπερ ἀναδύσει πάλιν.
ΑΙ. ἐκεῖ φράσαιμ᾽ ἄν, ἐνθαδὶ δ᾽ οὐ βούλομαι.
ΔΙ. μὴ δῆτα σύ γ᾽, ἀλλ᾽ ἐνθένδ᾽ ἀνίει τἀγαθά.
ΑΙ. τὴν γῆν ὅταν νομίσωσι τὴν τῶν πολεμίων
εἶναι σφετέραν, τὴν δὲ σφετέραν τῶν πολεμίων,
1465πόρον δὲ τὰς ναῦς, ἀπορίαν δὲ τὸν πόρον.
ΔΙ. εὖ, πλήν γ᾽ ὁ δικαστὴς αὐτὰ καταπίνει μόνος.
ΠΛ. κρίνοις ἄν. ΔΙ. αὕτη σφῷν κρίσις γενήσεται.
αἱρήσομαι γὰρ ὅνπερ ἡ ψυχὴ θέλει.
ΕΥ. μεμνημένος νυν τῶν θεῶν οὓς ὤμοσας
1470ἦ μὴν ἀπάξειν μ᾽ οἴκαδ᾽, αἱροῦ τοὺς φίλους.
ΔΙ. ἡ γλῶττ᾽ ὀμώμοκ᾽, Αἰσχύλον δ᾽ αἱρήσομαι.
ΕΥ. τί δέδρακας, ὦ μιαρώτατ᾽ ἀνθρώπων; ΔΙ. ἐγώ;
ἔκρινα νικᾶν Αἰσχύλον. τιὴ γὰρ οὔ;
ΕΥ. αἴσχιστον ἔργον προσβλέπεις μ᾽ εἰργασμένος;
1475ΔΙ. τί δ᾽ αἰσχρόν, ἢν μὴ τοῖς θεωμένοις δοκῇ;
ΕΥ. ὦ σχέτλιε, περιόψει με δὴ τεθνηκότα;
ΔΙ. «τίς δ᾽ οἶδεν εἰ τὸ ζῆν μέν ἐστι κατθανεῖν»,
τὸ πνεῖν δὲ δειπνεῖν, τὸ δὲ καθεύδειν κῴδιον;
ΠΛ. χωρεῖτε τοίνυν, ὦ Διόνυσ᾽, εἴσω. ΔΙ. τί δαί;
1480ΠΛ. ἵνα ξενίσω ‹᾽γώ› σφω πρὶν ἀποπλεῖν. ΔΙ. εὖ λέγεις
νὴ τὸν Δί᾽· οὐ γὰρ ἄχθομαι τῷ πράγματι.


ΔΙΟ. Γεια σου, σοφό κεφάλι, Παλαμήδη·
ποιανού είν᾽ αυτή η εφεύρεση; δική σου
ή του Κηφισοφώντα; ΕΥΡ. Όλη δική μου·
τ᾽ αγγειά με ξίδι, του Κηφισοφώντα.
ΔΙΟ. Αισχύλε! Εσύ τί λες; ΑΙΣ. Γιά πες μου πρώτα,
η πόλη τώρα ποιούς διαλέει; τους άξιους;
ΔΙΟ. Κάθε άλλο· τους μισεί φριχτά· οι αχρείοι
της αρέσουν. ΑΙΣ. Μη λες πως της αρέσουν·
τους βγάζει με κακή καρδιά· πώς όμως
μπορεί κανείς να σώσει τέτοια πόλη
που δεν της κάνει ούτε παλτό ούτε κάπα;
1460ΔΙΟ. Αν θέλεις τον Επάνω Κόσμο, βρες το.
ΑΙΣ. Εκεί θα το εξηγήσω· εδώ δε θέλω.
ΔΙΟ. Όχι· από δω το φως σου να τους στείλεις.
ΑΙΣ. Του εχθρού τη χώρα για δική τους πρέπει
και τη δική τους για εχθρική να κρίνουν,
ζημιά το κέρδος, κέρδος τα καράβια.
ΔΙΟ. Καλά, μα ο δικαστής όλα τα χάφτει.
ΠΛΟΥ. Απόφαση! ΔΙΟ. Η απόφασή μου αυτή ᾽ναι:
Όποιον ποθεί η ψυχή μου θα ψηφίσω.
ΕΥΡ. Στους θεούς ορκίστηκες να με πάρεις πίσω·
1470θυμήσου αυτούς και ψήφισε τους φίλους.
ΔΙΟ. Της γλώσσας ο όρκος, και ψηφίζω Αισχύλο.
ΕΥΡ. Α, βρομερότατε άνθρωπε, τι κάνεις;
ΔΙΟ. Εγώ; Νικά ο Αισχύλος· έτσι κρίνω·
γιατί όχι; ΕΥΡ. Πράξη αισχρή. Και μ᾽ αντικρίζεις;
ΔΙΟ. Αν οι θεατές κρίνουν αλλιώς, τί αισχρή ᾽ναι;
ΕΥΡ. Σκληρέ! Βαστάς να μείνω πεθαμένος;
ΔΙΟ. Μπορεί η ζωή να ᾽ναι θανή —ποιός ξέρει—
δείπνο η πνοή και ο ύπνος μια… προβιά.
ΠΛΟΥ. Περάστε μέσα, Διόνυσε. ΔΙΟ. Γιατί;
1480ΠΛΟΥ. Πριν κάμετε πανιά, να σας φιλέψω.
ΔΙΟ. Έξοχα· αυτό μου αρέσει, μα το Δία.
Μπαίνουν όλοι στο σπίτι του Πλούτωνα.