Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ

Ἑλένης ἐγκώμιον (10) (31-38)


[31] Τὴν μὲν οὖν ἀνδρίαν ἐν τούτοις ἐπεδείξατο τοῖς ἔργοις ἐν οἷς αὐτὸς καθ᾽ αὑτὸν ἐκινδύνευσεν, τὴν δ᾽ ἐπιστήμην ἣν εἶχεν πρὸς τὸν πόλεμον, ἐν ταῖς μάχαις ἐν αἷς μεθ᾽ ὅλης τῆς πόλεως ἠγωνίσατο, τὴν δ᾽ εὐσέβειαν τὴν πρὸς τοὺς θεοὺς ἔν τε ταῖς Ἀδράστου καὶ ταῖς τῶν παίδων τῶν Ἡρακλέους ἱκετείαις —τοὺς μὲν γὰρ μάχῃ νικήσας Πελοποννησίους διέσωσεν, τῷ δὲ τοὺς ὑπὸ τῇ Καδμείᾳ τελευτήσαντας βίᾳ Θηβαίων θάψαι παρέδωκεν— τὴν δ᾽ ἄλλην ἀρετὴν καὶ τὴν σωφροσύνην ἔν τε τοῖς προειρημένοις καὶ μάλιστ᾽ ἐν οἷς τὴν πόλιν διῴκησεν. [32] Ὁρῶν γὰρ τοὺς βίᾳ τῶν πολιτῶν ζητοῦντας ἄρχειν ἑτέροις δουλεύοντας καὶ τοὺς ἐπικίνδυνον τὸν βίον τοῖς ἄλλοις καθιστάντας αὐτοὺς περιδεῶς ζῶντας καὶ πολεμεῖν ἀναγκαζομένους μετὰ μὲν τῶν πολιτῶν πρὸς τοὺς ἐπιστρατευομένους μετὰ δ᾽ ἄλλων τινῶν πρὸς τοὺς συμπολιτευομένους, [33] ἔτι δὲ συλῶντας μὲν τὰ τῶν θεῶν, ἀποκτείνοντας δὲ τοὺς βελτίστους τῶν πολιτῶν, ἀπιστοῦντας δὲ τοῖς οἰκειοτάτοις, οὐδὲν δὲ ῥᾳθυμότερον ζῶντας τῶν ἐπὶ θανάτῳ συνειλημμένων, ἀλλὰ τὰ μὲν ἔξω ζηλουμένους, αὐτοὺς δὲ παρ᾽ αὑτοῖς μᾶλλον τῶν ἄλλων λυπουμένους, [34] —τί γάρ ἐστιν ἄλγιον ἢ ζῆν ἀεὶ δεδιότα μή τις αὑτὸν τῶν παρεστώτων ἀποκτείνῃ, καὶ μηδὲν ἧττον φοβούμενον τοὺς φυλάττοντας ἢ τοὺς ἐπιβουλεύοντας;— τούτων ἁπάντων καταφρονήσας καὶ νομίσας οὐκ ἄρχοντας ἀλλὰ νοσήματα τῶν πόλεων εἶναι τοὺς τοιούτους, ἐπέδειξεν ὅτι ῥᾴδιόν ἐστιν ἅμα τυραννεῖν καὶ μηδὲν χεῖρον διακεῖσθαι τῶν ἐξ ἴσου πολιτευομένων. [35] Καὶ πρῶτον μὲν τὴν πόλιν σποράδην καὶ κατὰ κώμας οἰκοῦσαν εἰς ταὐτὸν συναγαγὼν τηλικαύτην ἐποίησεν ὥστ᾽ ἔτι καὶ νῦν ἀπ᾽ ἐκείνου τοῦ χρόνου μεγίστην τῶν Ἑλληνίδων εἶναι· μετὰ δὲ ταῦτα, κοινὴν τὴν πατρίδα καταστήσας καὶ τὰς ψυχὰς τῶν συμπολιτευομένων ἐλευθερώσας, ἐξ ἴσου τὴν ἅμιλλαν αὐτοῖς περὶ τῆς ἀρετῆς ἐποίησεν, πιστεύων μὲν ὁμοίως αὐτῶν προέξειν ἀσκούντων ὥσπερ ἀμελούντων, εἰδὼς δὲ τὰς τιμὰς ἡδίους οὔσας τὰς παρὰ τῶν μέγα φρονούντων ἢ τὰς παρὰ τῶν δουλευόντων. [36] Τοσούτου δ᾽ ἐδέησεν ἀκόντων τι ποιεῖν τῶν πολιτῶν ὥσθ᾽ ὁ μὲν τὸν δῆμον καθίστη κύριον τῆς πολιτείας, οἱ δὲ μόνον αὐτὸν ἄρχειν ἠξίουν, ἡγούμενοι πιστοτέραν καὶ κοινοτέραν εἶναι τὴν ἐκείνου μοναρχίαν τῆς αὑτῶν δημοκρατίας. Οὐ γὰρ ὥσπερ ἕτεροι τοὺς μὲν πόνους ἄλλοις προσέταττεν, τῶν δ᾽ ἡδονῶν αὐτὸς μόνος ἀπέλαυεν, ἀλλὰ τοὺς μὲν κινδύνους ἰδίους ἐποιεῖτο, τὰς δ᾽ ὠφελείας ἅπασιν εἰς τὸ κοινὸν ἀπεδίδου. [37] Καὶ γάρ τοι διετέλεσεν τὸν βίον οὐκ ἐπιβουλευόμενος ἀλλ᾽ ἀγαπώμενος, οὐδ᾽ ἐπακτῷ δυνάμει τὴν ἀρχὴν διαφυλάττων, ἀλλὰ τῇ τῶν πολιτῶν εὐνοίᾳ δορυφορούμενος, τῇ μὲν ἐξουσίᾳ τυραννῶν, ταῖς δ᾽ εὐεργεσίαις δημαγωγῶν· οὕτω γὰρ νομίμως καὶ καλῶς διῴκει τὴν πόλιν ὥστ᾽ ἔτι καὶ νῦν ἴχνος τῆς ἐκείνου πρᾳότητος ἐν τοῖς ἤθεσιν ἡμῶν καταλελεῖφθαι.
[38] Τὴν δὴ γεννηθεῖσαν μὲν ὑπὸ Διὸς, κρατήσασαν δὲ τοιαύτης ἀρετῆς καὶ σωφροσύνης, πῶς οὐκ ἐπαινεῖν χρὴ καὶ τιμᾶν καὶ νομίζειν πολὺ τῶν πώποτε γενομένων διενεγκεῖν; Οὐ γὰρ δὴ μάρτυρά γε πιστότερον οὐδὲ κριτὴν ἱκανώτερον ἕξομεν ἐπαγαγέσθαι περὶ τῶν Ἑλένῃ προσόντων ἀγαθῶν τῆς Θησέως διανοίας. Ἵνα δὲ μὴ δοκῶ δι᾽ ἀπορίαν περὶ τὸν αὐτὸν τόπον διατρίβειν μηδ᾽ ἀνδρὸς ἑνὸς δόξῃ καταχρώμενος ἐπαινεῖν αὐτὴν, βούλομαι καὶ περὶ τῶν ἐχομένων διελθεῖν.


[31] Ο Θησέας λοιπόν έδειξε την ανδρεία του στα έργα στα οποία μόνος του εντελώς έπαιξε τη ζωή του κορόνα γράμματα· τις γνώσεις του στα πολεμικά, στις μάχες στις οποίες πήρε μέρος μαζί με όλους τους συμπολίτες του· την ευσέβειά του προς τους θεούς, όταν τον ικέτευαν ο Άδραστος και τα παιδιά του Ηρακλή —τα παιδιά του Ηρακλή τα έσωσε νικώντας τους Πελοποννησίους σε μάχη, στον Άδραστο παρέδωσε για ταφή, παρά τη θέληση των Θηβαίων, τους πεσόντες κάτω από την ακρόπολη της Καδμείας— τις άλλες αρετές και τη σωφροσύνη του έδειξε ο Θησέας τόσο στα όσα προαναφέρθηκαν όσο κυρίως στον τρόπο με τον οποίο κυβέρνησε την πόλη.
[32] Έβλεπε ότι αυτοί από τους πολίτες που επιδιώκουν να εξουσιάσουν με τη βία γίνονται δούλοι των άλλων, αυτοί που κάνουν επικίνδυνη τη ζωή των άλλων ζουν οι ίδιοι μέσα στον φόβο και αναγκάζονται να πολεμούν άλλοτε με τη βοήθεια των συμπολιτών τους εναντίον των εξωτερικών εχθρών, άλλοτε πάλι με τη βοήθεια κάποιων άλλων εναντίον των συμπολιτών τους. [33] Έβλεπε ακόμη ότι κάποιοι λεηλατούν τα ιερά των θεών, σκοτώνουν τους καλύτερους πολίτες, δυσπιστούν στους πιο κοντινούς συγγενείς τους, ζουν ζωή εξίσου θλιβερή με τους καταδικασμένους σε θάνατο· και, παρόλο που τους φθονούν για τα εξωτερικά αγαθά που απολαμβάνουν, μέσα τους νιώθουν περισσότερο δυστυχισμένοι από όλους τους άλλους ανθρώπους. [34] Γιατί τί είναι πιο οδυνηρό από το να ζει κανείς συνεχώς με τον φόβο μήπως τον σκοτώσει κάποιος από το περιβάλλον του, και από το να φοβάται εξίσου εκείνους που τον φυλάγουν όσο και αυτούς που τον επιβουλεύονται; Περιφρονώντας λοιπόν ο Θησέας όλα αυτά και θεωρώντας ότι τέτοιοι άνθρωποι δεν είναι άρχοντες αλλά νοσήματα των πόλεων, έδειξε ότι είναι εύκολο να κατέχει κανείς την ανώτατη εξουσία και ταυτόχρονα να χαίρεται για τις καλές σχέσεις, όπως οι πολίτες που ζουν με βάση την ισότητα. [35] Και πρώτα πρώτα, συγκεντρώνοντας σε ένα μέρος την πόλη, που ήταν διασκορπισμένη και οι κάτοικοί της ζούσαν σε μικρά χωριά, την έκανε τόσο μεγάλη, ώστε ακόμη και σήμερα από εκείνη την εποχή να είναι η πιο σπουδαία από τις ελληνικές. Ύστερα από αυτά, καθιστώντας την κοινή πατρίδα όλων και ελευθερώνοντας τις ψυχές των συμπολιτών του, πέτυχε να είναι ίσοι στον αγώνα για την αρετή, γιατί αφενός μεν πίστευε ότι θα επιβαλλόταν σ᾽ αυτούς κατά τον ίδιο τρόπο, αν ασκούσαν την αρετή, όπως και όταν αδιαφορούσαν γι᾽ αυτήν, αφετέρου επειδή γνώριζε ότι ήταν πιο ευπρόσδεκτες οι τιμές που προέρχονταν από ανθρώπους με υψηλό φρόνημα παρά από δούλους. [36] Τόσο πολύ απέφευγε ο Θησέας να κάνει κάτι χωρίς τη θέληση των πολιτών, ώστε έκανε τον λαό κυρίαρχο του πολιτεύματος, και την ίδια ώρα οι πολίτες θεωρούσαν αυτόν ως τον μόνο ικανό να κυβερνά, όντας βέβαιοι ότι η άσκηση της εξουσίας από εκείνον ως μονάρχη ήταν πιο αξιόπιστη και πιο δίκαιη παρά αν την ασκούσαν δημοκρατικά οι ίδιοι. Ο Θησέας δεν ενεργούσε όπως οι άλλοι άρχοντες, φορτώνοντας τους μόχθους σε άλλους και απολαμβάνοντας ο ίδιος μόνος του τις χαρές· αντίθετα, αναλάμβανε ο ίδιος προσωπικά την αντιμετώπιση των κινδύνων, ενώ απέδιδε όλα τα οφέλη στον λαό. [37] Πέρασε όλη τη ζωή του ανάμεσα σε ανθρώπους που δεν τον επιβουλεύονταν, αλλά τον αγαπούσαν, διατηρώντας την εξουσία όχι στηριγμένος σε ξένη δύναμη αλλά προστατευόμενος από την εύνοια των συμπολιτών του· κυβερνούσε με τη δύναμη, αλλά οδηγούσε τον λαό με τις ευεργεσίες. Με τόσο σεβασμό προς τους νόμους και τόσο καλά κυβερνούσε την πόλη, ώστε ακόμη και σήμερα να έχουν μείνει στα ήθη μας ίχνη της πραότητας εκείνου.
[38] Πώς λοιπόν δεν αξίζει να εγκωμιάζει, να τιμά και να θεωρεί κανείς κατά πολύ ξεχωριστή από όλες τις γυναίκες μέχρι σήμερα εκείνη που γεννήθηκε από τον Δία και κυριάρχησε πάνω σε τέτοια αρετή και σωφροσύνη, όπως αυτή του Θησέα; Γιατί πιο αξιόπιστο μάρτυρα και πιο ικανό κριτή των προσόντων της Ελένης δεν μπορούμε να παρουσιάσουμε άλλον από τη σκέψη του Θησέα. Αλλά, για να μη δώσω την εντύπωση ότι από άγνοια ασχολούμαι με τα ίδια θέματα μήτε ότι εγκωμιάζω την Ελένη κάνοντας κατάχρηση της δόξας ενός ανθρώπου, επιθυμώ να μιλήσω και για τα όσα συνέβησαν αργότερα.