[22] Πέρασαν από τότε τέσσερις ή πέντε ημέρες, όπως θα σας αποδείξω εγώ με στοιχεία αδιάσειστα. Προηγουμένως όμως θέλω να σας διηγηθώ τί έγινε την τελευταία ημέρα. Υπάρχει κάποιος Σώστρατος που είναι επιστήθιος φίλος μου· τον συνάντησα την ώρα που γύριζε από τα χτήματα, όταν ο ήλιος είχε ήδη δύσει. Επειδή γνώριζα εγώ ότι τόσο αργά που είχε έρθει δεν θα έβρισκε τίποτα για φαγητό στο σπίτι του, του πρότεινα να δειπνήσουμε μαζί. Πήγαμε λοιπόν στο σπίτι μου, ανεβήκαμε πάνω και καθίσαμε και τρώγαμε. [23] Αφού έφαγε με την ευχαρίστησή του, εκείνος σηκώθηκε κι έφυγε, και εγώ έπεσα και κοιμήθηκα. Κάποια στιγμή, συμπολίτες, έρχεται ο Ερατοσθένης και μπαίνει μέσα· με ξυπνάει γρήγορα γρήγορα η υπηρέτρια και με ειδοποιεί ότι βρίσκεται μέσα. Της είπα να αναλάβει την πόρτα, κατεβαίνω αθόρυβα, βγαίνω έξω και πάω στους τάδε και τους τάδε· κάποιους δεν τους βρήκα στο σπίτι τους, και κάποιους άλλους ούτε καν στην πόλη· [24] υπό τις περιστάσεις αυτές πήρα μαζί μου όσο πιο πολλούς μπορούσα και προχώρησα. Και αφού προμηθευτήκαμε δαδιά από το πλησιέστερο καπηλείο, μπαίνουμε μέσα — την πόρτα την είχε ανοίξει η υπηρέτρια που ήταν δασκαλεμένη. Σπρώξαμε την πόρτα του κοιτώνα και εμείς που μπήκαμε πρώτοι τον είδαμε ακόμη ξαπλωμένο με τη γυναίκα, ενώ εκείνοι που ακολούθησαν τον είδαν όρθιο επάνω στο κρεβάτι, γυμνό. [25] Εγώ τότε, συμπολίτες, τον χτύπησα, τον ρίχνω κάτω και, αφού του γύρισα τα χέρια και του τα έδεσα πισθάγκωνα, τον ρωτούσα γιατί μπαίνει μέσα στο σπίτι μου και το ατιμάζει. Εκείνος παραδέχθηκε φυσικά την ενοχή του, και απλώς με εκλιπαρούσε και με ικέτευε να δεχθώ χρήματα και να μην τον σκοτώσω. [26] Εγώ τότε του είπα: «δεν θα σε σκοτώσω εγώ, θα σε σκοτώσει ο νόμος της πόλης, που εσύ τον αγνόησες και τον έθεσες σε κατώτερη μοίρα από την ικανοποίηση των ορέξεών σου, αφού προτίμησες, αντί να είσαι νομοταγής και φιλήσυχος, να διαπράξεις ένα τέτοιο έγκλημα εις βάρος της γυναίκας μου και των παιδιών μου». [27] Έτσι, συμπολίτες, εκείνος είχε την αντιμετώπιση που επιφυλάσσουν οι νόμοι σ᾽ αυτούς που κάνουν τέτοιες πράξεις· ούτε τον έσυρε κανείς δια της βίας από τον δρόμο μέσα στο σπίτι, ούτε κατέφυγε στην εστία, όπως ισχυρίζονται οι αντίδικοι. Άλλωστε, πώς θα μπορούσε να συμβεί κάτι τέτοιο, τη στιγμή που αυτός, μόλις χτυπήθηκε στον κοιτώνα, σωριάστηκε επί τόπου, του γύρισα τα χέρια και τον έδεσα πισθάγκωνα και μέσα υπήρχαν τόσοι άνθρωποι, από τους οποίους δεν θα μπορούσε να ξεφύγει, καθώς μάλιστα δεν είχε ούτε σίδερο ούτε ξύλο ούτε οτιδήποτε άλλο για να τους αντιμετωπίσει; [28] Ωστόσο, συμπολίτες, γνωρίζετε, φαντάζομαι, και εσείς ότι οι παρανομούντες δεν παραδέχονται πως οι αντίπαλοί τους λένε την αλήθεια, και ότι, αντιθέτως, οι ίδιοι με ψέματα και τέτοιου είδους τεχνάσματα προκαλούν στους ακροατές οργή εναντίον των νομοταγών. Διάβασε καταρχάς τον νόμο. ΝΟΜΟΣ
|