Γραφικό

Μνημοσύνη
Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας

Μνημοσύνης δ᾽ ἐξαῦτις ἐράσσατο καλλικόμοιο,
ἐξ ἧς οἱ Μοῦσαι χρυσάμπυκες ἐξεγένοντο
ἐννέα, τῇσιν ἅδον θαλίαι καὶ τέρψις ἀοιδῆς. Ησίοδος, Θεογονία 915-7

ΑΡΡΙΑΝΟΣ

Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις (2.11.1-2.11.10)

[2.11.1] Ἐν τούτῳ δὲ αἱ ἀπὸ τοῦ δεξιοῦ κέρως τάξεις, τετραμμένους ἤδη τοὺς κατὰ σφᾶς τῶν Περσῶν ὁρῶντες, ἐπὶ τοὺς ξένους τε τοὺς μισθοφόρους τοὺς Δαρείου καὶ τὸ πονούμενον σφῶν ἐπικάμψαντες ἀπό τε τοῦ ποταμοῦ ἀπώσαντο αὐτούς, καὶ κατὰ τὸ παρερρωγὸς τοῦ Περσικοῦ στρατεύματος ὑπερφαλαγγήσαντες ἐς τὰ πλάγια ἐμβεβληκότες ἤδη ἔκοπτον τοὺς ξένους· [2.11.2] καὶ οἱ ἱππεῖς δὲ οἱ τῶν Περσῶν κατὰ τοὺς Θεσσαλοὺς τεταγμένοι οὐκ ἔμειναν ἐντὸς τοῦ ποταμοῦ ἐν αὐτῷ τῷ ἔργῳ, ἀλλ᾽ ἐπιδιαβάντες εὐρώστως ἐνέβαλον ἐς τὰς ἴλας τῶν Θετταλῶν. καὶ ταύτῃ ξυνέστη ἱππομαχία καρτερά, οὐδὲ πρόσθεν ἐνέκλιναν οἱ Πέρσαι πρὶν Δαρεῖόν τε πεφευγότα ᾔσθοντο καὶ πρὶν ἀπορραγῆναι σφῶν τοὺς μισθοφόρους συγκοπέντας ὑπὸ τῆς φάλαγγος. [2.11.3] τότε δὲ ἤδη λαμπρά τε καὶ ἐκ πάντων ἡ φυγὴ ἐγίγνετο· καὶ οἵ τε τῶν Περσῶν ἵπποι ἐν τῇ ἀναχωρήσει ἐκακοπάθουν βαρέως ὡπλισμένους τοὺς ἀμβάτας σφῶν φέροντες, καὶ αὐτοὶ οἱ ἱππεῖς κατὰ στενὰς ὁδοὺς πλήθει τε πολλοὶ καὶ πεφοβημένως ξὺν ἀταξίᾳ ἀποχωροῦντες οὐ μεῖον ἀπ᾽ ἀλλήλων καταπατούμενοι ἢ πρὸς τῶν διωκόντων πολεμίων ἐβλάπτοντο. καὶ οἱ Θεσσαλοὶ εὐρώστως αὐτοῖς ἐπέκειντο, ὥστε οὐ μείων ἢ τῶν πεζῶν φόνος ἐν τῇ φυγῇ τῶν ἱππέων ἐγίγνετο.
[2.11.4] Δαρεῖος δέ, ὡς αὐτῷ τὸ πρῶτον ὑπ᾽ Ἀλεξάνδρου ἐφοβήθη τὸ κέρας τὸ εὐώνυμον καὶ ταύτῃ ἀπορρηγνύμενον κατεῖδε τοῦ ἄλλου στρατοπέδου, εὐθὺς ὡς εἶχεν ἐπὶ τοῦ ἅρματος ξὺν τοῖς πρώτοις ἔφευγε. [2.11.5] καὶ ἔστε μὲν ὁμαλοῖς χωρίοις ἐν τῇ φυγῇ ἐπετύγχανεν, ἐπὶ τοῦ ἅρματος διεσώζετο, ὡς δὲ φάραγξί τε καὶ ἄλλαις δυσχωρίαις ἐνέκυρσε, τὸ μὲν ἅρμα ἀπολείπει αὐτοῦ καὶ τὴν ἀσπίδα καὶ τὸν κάνδυν ἐκδύς· ὁ δὲ καὶ τὸ τόξον ἀπολείπει ἐπὶ τοῦ ἅρματος· αὐτὸς δὲ ἵππου ἐπιβὰς ἔφευγε· καὶ ἡ νὺξ οὐ διὰ μακροῦ ἐπιγενομένη ἀφείλετο αὐτὸν τὸ πρὸς Ἀλεξάνδρου ἁλῶναι. [2.11.6] Ἀλέξανδρος γὰρ ἔστε μὲν φάος ἦν ἀνὰ κράτος ἐδίωκεν, ὡς δὲ συνεσκόταζέ τε ἤδη καὶ τὰ πρὸ ποδῶν ἀφανῆ ἦν, εἰς τὸ ἔμπαλιν ἀπετρέπετο ὡς ἐπὶ τὸ στρατόπεδον· τὸ μέντοι ἅρμα τοῦ Δαρείου ἔλαβε καὶ τὴν ἀσπίδα ἐπ᾽ αὐτῷ καὶ τὸν κάνδυν καὶ τὸ τόξον. [2.11.7] καὶ γὰρ καὶ ἡ δίωξις βραδυτέρα αὐτῷ ἐγεγόνει, ὅτι ἐν τῇ πρώτῃ παραρρήξει τῆς φάλαγγος ἐπιστρέψας καὶ αὐτὸς οὐ πρόσθεν ἐς τὸ διώκειν ἐτράπετο πρὶν τούς τε μισθοφόρους τοὺς ξένους καὶ τὸ τῶν Περσῶν ἱππικὸν ἀπὸ τοῦ ποταμοῦ ἀπωσθέντας κατεῖδε.
[2.11.8] Τῶν δὲ Περσῶν ἀπέθανον Ἀρσάμης μὲν καὶ Ῥεομίθρης καὶ Ἀτιζύης τῶν ἐπὶ Γρανίκῳ ἡγησαμένων τοῦ ἱππικοῦ· ἀποθνήσκει δὲ καὶ Σαυάκης ὁ Αἰγύπτου σατράπης καὶ Βουβάκης τῶν ἐντίμων Περσῶν· τὸ δὲ ἄλλο πλῆθος εἰς δέκα μάλιστα μυριάδας καὶ ἐν τούτοις ἱππεῖς ὑπὲρ τοὺς μυρίους, ὥστε λέγει Πτολεμαῖος ὁ Λάγου ξυνεπισπόμενος τότε Ἀλεξάνδρῳ τοὺς μετὰ σφῶν διώκοντας Δαρεῖον, ὡς ἐπὶ φάραγγί τινι ἐν τῇ διώξει ἐγένοντο, ἐπὶ τῶν νεκρῶν διαβῆναι τὴν φάραγγα. [2.11.9] τό τε στρατόπεδον τὸ Δαρείου εὐθὺς ἐξ ἐφόδου ἑάλω καὶ ἡ μήτηρ καὶ ἡ γυνή, αὐτὴ δὲ καὶ ἀδελφὴ Δαρείου, καὶ υἱὸς Δαρείου νήπιος· καὶ θυγατέρες δύο ἑάλωσαν καὶ ἄλλαι ἀμφ᾽ αὐτὰς Περσῶν τῶν ὁμοτίμων γυναῖκες οὐ πολλαί. οἱ γὰρ ἄλλοι Πέρσαι τὰς γυναῖκας σφῶν ξὺν τῇ ἄλλῃ κατασκευῇ ἐς Δαμασκὸν ἔτυχον ἐσταλκότες· [2.11.10] ἐπεὶ καὶ Δαρεῖος τῶν τε χρημάτων τὰ πολλὰ καὶ ὅσα ἄλλα μεγάλῳ βασιλεῖ ἐς πολυτελῆ δίαιταν καὶ στρατευομένῳ ὅμως συνέπεται πεπόμφει ἐς Δαμασκόν, ὥστε ἐν τῷ στρατεύματι οὐ πλείονα ἢ τρισχίλια τάλαντα ἑάλω. ἀλλὰ καὶ τὰ ἐν Δαμασκῷ χρήματα ὀλίγον ὕστερον ἑάλω ὑπὸ Παρμενίωνος ἐπ᾽ αὐτὸ τοῦτο σταλέντος. τοῦτο τὸ τέλος τῇ μάχῃ ἐκείνῃ ἐγένετο ἐπὶ ἄρχοντος Ἀθηναίοις Νικοκράτους μηνὸς Μαιμακτηριῶνος.

[2.11.1] Στο μεταξύ τα μακεδονικά τάγματα της δεξιάς πτέρυγας, όταν αντιλήφθηκαν ότι είχαν τραπεί σε φυγή οι Πέρσες που ήταν απέναντί τους, στράφηκαν αμέσως προς τους Έλληνες μισθοφόρους του Δαρείου και προς τους δικούς τους που πιέζονταν, απώθησαν τον εχθρό από τον ποταμό και, αφού περικύκλωσαν τον περσικό στρατό στο μέρος όπου είχε διασπασθεί, εισόρμησαν από τα πλάγια και άρχισαν να κατακόπτουν τους μισθοφόρους. [2.11.2] Κατά την ώρα της συμπλοκής αυτής οι Πέρσες ιππείς που είχαν παραταχθεί απέναντι στους Θεσσαλούς δεν παρέμειναν άπρακτοι μέσα στο ποτάμι, αλλά, αφού πέρασαν στην απέναντι όχθη, προσέβαλαν με γενναιότητα τις ίλες του θεσσαλικού ιππικού. Στο σημείο αυτό έγινε άγρια ιππομαχία, γιατί οι Πέρσες ιππείς δεν υποχώρησαν παρά μόνο όταν αντιλήφθηκαν ότι ο Δαρείος είχε τραπεί σε φυγή και ότι οι Έλληνες μισθοφόροι είχαν αποκοπεί από αυτούς και είχαν κατασφαγεί από τη μακεδονική φάλαγγα. [2.11.3] Τότε πια η φυγή των Περσών έγινε φανερή και γενικεύτηκε. Κατά την αποχώρηση υπέφεραν και τα άλογα των Περσών, που κουβαλούσαν τους βαριά οπλισμένους ιππείς, και οι ίδιοι οι ιππείς, που, αποχωρώντας με αταξία μέσα από στενούς δρόμους πολλοί μαζί και πανικόβλητοι, έπαθαν καταστροφή τόσο επειδή καταπατήθηκαν μεταξύ τους όσο και από τους εχθρούς που τους καταδίωκαν. Συγχρόνως επιχειρούσαν εναντίον τους σφοδρές επιθέσεις οι Θεσσαλοί, ώστε κατά τη φυγή τους σκοτώθηκαν τόσοι ιππείς όσοι και πεζοί.
[2.11.4] Ο Δαρείος, μόλις ο Αλέξανδρος προκάλεσε πανικό στην αριστερή του πτέρυγα και παρατήρησε ότι αυτή είχε αποκοπεί από το υπόλοιπο στράτευμα, ανέβηκε, όπως ακριβώς ήταν, στο άρμα του και τράπηκε σε φυγή μαζί με τους πρώτους. [2.11.5] Όσο συναντούσε κατά τη φυγή του τόπους ομαλούς, προσπαθούσε να σωθεί με το άρμα του· όταν όμως συνάντησε φαράγγια και άλλα δύσβατα μέρη, άφησε εκεί το άρμα και έβγαλε την ασπίδα και το πανωφόρι του· εγκατέλειψε μάλιστα επάνω στο άρμα και το τόξο του και προσπάθησε να διαφύγει έφιππος. Η νύχτα που έπεσε σε λίγη ώρα εμπόδισε τον Αλέξανδρο να τον συλλάβει. [2.11.6] Γιατί ο Αλέξανδρος όσο ακόμη έφεγγε, τον καταδίωκε με όλη του τη δύναμη, αλλά όταν σκοτείνιασε και δεν έβλεπε πια, ούτε ό,τι ήταν μπροστά του, γύρισε πίσω στο στρατόπεδο· κυρίεψε όμως το άρμα του Δαρείου και μαζί με αυτό την ασπίδα του, το πανωφόρι και το τόξο του. [2.11.7] Καθυστέρησε πράγματι να αρχίσει την καταδίωξη, επειδή επέστρεψε και ο ίδιος πίσω, όταν έγινε η πρώτη διάσπαση της φάλαγγας, και δεν ξανάρχισε την καταδίωξη παρά μόνο όταν βεβαιώθηκε ότι οι ξένοι μισθοφόροι και το περσικό ιππικό είχαν εκδιωχθεί από τον ποταμό.
[2.11.8] Από τους Πέρσες σκοτώθηκαν ο Αρσάμης, ο Ρεομίθρης και ο Ατιζύης, που ήταν αρχηγοί του ιππικού στη μάχη του Γρανικού. Σκοτώθηκαν επίσης ο Σαυάκης, ο σατράπης της Αιγύπτου, και ο Βουβάκης, που ήταν ένας από τους ευγενείς Πέρσες· από το υπόλοιπο πλήθος των Περσών έπεσαν περίπου εκατό χιλιάδες, ανάμεσα στους οποίους ήταν πάνω από δέκα χιλιάδες ιππείς· ώστε, όπως αναφέρει ο Πτολεμαίος, ο γιος του Λάγου, ο οποίος συνόδευε τότε τον Αλέξανδρο, όταν οι Μακεδόνες, που καταδίωκαν μαζί τους τον Δαρείο, έφθασαν κυνηγώντας τον σε ένα φαράγγι, το πέρασαν πατώντας επάνω στα πτώματα των σκοτωμένων. [2.11.9] Με έφοδο κυριεύθηκε αμέσως το στρατόπεδο του Δαρείου και αιχμαλωτίστηκαν η μητέρα και η γυναίκα του Δαρείου, που ήταν συγχρόνως και αδελφή του, καθώς και ο γιος του, που ήταν νήπιο· αιχμαλωτίστηκαν επίσης και δύο θυγατέρες του, καθώς και λίγες άλλες γυναίκες των ευγενών Περσών, που ανήκαν στην ακολουθία τους. Και αυτό γιατί οι υπόλοιποι Πέρσες έτυχε να έχουν στείλει τις γυναίκες τους μαζί με τις αποσκευές τους στη Δαμασκό. [2.11.10] Επειδή και ο Δαρείος είχε στείλει στη Δαμασκό το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων του, καθώς και όσα άλλα πράγματα ακολουθούν τον Μεγάλο Βασιλέα ακόμα και στην εκστρατεία, ως απαραίτητα για την πολυτελή ζωή του, κυριεύτηκαν στο στρατόπεδο όχι περισσότερα από τρεις χιλιάδες τάλαντα. Και η περιουσία όμως αυτή στη Δαμασκό κυριεύθηκε λίγο αργότερα από τον Παρμενίωνα που είχε σταλεί εκεί για τον ίδιο σκοπό. Έτσι τελείωσε η μάχη αυτή που έγινε όταν επώνυμος άρχων στην Αθήνα ήταν ο Νικοκράτης, κατά τον μήνα Μαιμακτηριώνα.